Γράφει ο Πάνος Αμυράς*
Η απόπειρα του Ερντογάν να εκφοβίσει τη χώρα μας με την τακτική των «κανονιοφόρων» απέτυχε παταγωδώς. Η ελληνική διπλωματία τους τελευταίους 12 μήνες ανέπτυξε σειρά πρωτοβουλιών με απτά αποτελέσματα, όπως αποτυπώθηκαν στις συμφωνίες με την Αίγυπτο, την Ιταλία και εν μέρει με την Αλβανία. Αντιθέτως, η Αγκυρα βρίσκεται σήμερα υπό πίεση ύστερα από την απόφαση της Ουάσιγκτον να επιβάλει κυρώσεις και εμπάργκο σε πωλήσεις στρατιωτικού υλικού ενώ και οι ευρωτουρκικές σχέσεις βρίσκονται στον αέρα με δεδομένα τα σοβαρά προβλήματα που αντιμετωπίζει η τουρκική οικονομία. Η εκλογή Μπάιντεν μεγαλώνει τους φόβους του Ερντογάν για επέκταση των αμερικανικών κυρώσεων αλλά και διερεύνηση σκανδάλου τουρκικής τράπεζας, όπου εμπλέκονται και μέλη της οικογένειάς του.
Ωστόσο δεν πρέπει να τρέφουμε πολλές ελπίδες για τα αποτελέσματα των διερευνητικών επαφών. Η Τουρκία δεν έχει εγκαταλείψει τα νεο-oθωμανικού τύπου σχέδιά της, είναι σαφές ότι σε αυτή τη συγκυρία χρησιμοποιεί το μανδύα της διπλωματίας για να βελτιώσει την εικόνα της διεθνώς ύστερα από τα «νταηλίκια» με το «Ορούτς Ρέις» και τις παράνομες ενέργειές της στην ελληνική και κυπριακή ΑΟΖ.
Η Αθήνα δεν παραβλέπει αυτό τον κίνδυνο, η ενίσχυση της αποτρεπτικής μας ισχύος με την αγορά των 18 Ραφάλ και τα σχέδια για προμήθεια φρεγατών δείχνουν ότι στην κυβέρνηση πιστεύουν ότι καλή είναι η διπλωματία αλλά καλύτερη η αμυντική μας θωράκιση.
1.000 μέρες βαρβαρότητας
Ο διάλογος δεν θα βλάψει τα εθνικά μας συμφέροντα, την ώρα που η άλλη πλευρά ψάχνει διαρκώς αφορμές για να εμπλέξει τη χώρα μας σε ένα «παιχνίδι ευθυνών» όταν η πολιτική Ερντογάν φέρει αποκλειστικά τη σφραγίδα της έντασης. Τα επιχειρήματά μας βασίζονται στο Διεθνές Δίκαιο, που αποτελεί και τον αδύναμο κρίκο των τουρκικών ισχυρισμών.
Υπό το πρίσμα αυτό οι απόψεις του πρώην πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά, όπως τις διατύπωσε χθες στην «Καθημερινή», σύμφωνα με τις οποίες δεν πρέπει να προσέλθουμε στις διερευνητικές συνομιλίες αλλά ούτε και να προσφύγουμε στη Χάγη εάν δεν γεφυρωθούν οι διαφορές, είναι βέβαιο ότι πηγάζουν από τη βαθιά ανησυχία του για τα σχέδια του Ερντογάν και τις συνεχιζόμενες ως σήμερα προκλήσεις της Αγκυρας, όμως ενδεχομένως υποεκτιμούν τα αυξημένα επίπεδα συναγερμού της ελληνικής διπλωματίας. Η κυβέρνηση έχει καταστήσει σαφές ότι συζητά μόνο για τον καθορισμό Αποκλειστικών Οικονομικών Ζωνών και υφαλοκρηπίδας σε Αιγαίο και Ανατολική Μεσόγειο, άλλωστε συνομιλίες γίνονταν και τα προηγούμενα χρόνια μέχρι το 2016 όταν αποχώρησε η τουρκική πλευρά.
Με τις διερευνητικές επαφές δεν δίνουμε άφεση αμαρτιών στις παρανομίες της Αγκυρας, η Αθήνα προσέρχεται ισχυρότερη σε σχέση με το πρόσφατο παρελθόν. Απέκρουσε τα σχέδια του Ερντογάν σε Εβρο και Αιγαίο, ενισχύθηκε διπλωματικά στην ευρύτερη περιοχή, κέρδισε χρόνο για τον εξοπλισμό των Ενόπλων Δυνάμεων ενώ ταυτόχρονα είχαμε αλλαγή σκηνικού στην Ουάσιγκτον με τον Τραμπ, βασικό υποστηρικτή του Τούρκου προέδρου, να ασχολείται πλέον με το γκολφ.
Το πιθανότερο είναι ότι οι συνομιλίες δεν θα καταλήξουν πουθενά, ήδη αρκετοί Τούρκοι αξιωματούχοι ήδη τον έχουν υπονομεύσει με τις εμπρηστικές τους θέσεις. Η Αθήνα δεν έχει αυταπάτες, οφείλει να επαγρυπνεί και κυρίως να αναδεικνύει τις επικίνδυνες για την ευρύτερη περιοχή θέσεις του Ερντογάν κατά τη διάρκεια του διαλόγου και κυρίως μετά το πέρας του.
*Ο Πάνος Αμυράς είναι διευθυντής του Ελεύθερου Τύπου
Από την έντυπη έκδοση