Εως σήμερα τη χρησιμοποιούμε αναφερόμενοι αποκλειστικά στην επανένωση των δύο τμημάτων της χώρας μας, η οποία διχοτομούνταν πριν από 30 χρόνια από το Τείχος και το συρματόπλεγμα. Κι όμως, εάν κοιτάξει κανείς πιο προσεκτικά, θα αρχίσει να αμφιβάλλει εάν ο Βίλι Μπραντ είχε σκεφτεί τότε πράγματι μόνο τη Γερμανία. Διότι την αμέσως επόμενη μέρα από την Πτώση του Τείχους, ο Μπραντ χαρακτήρισε «ως κάτι μεγάλο (…) το γεγονός ότι τα κομμάτια της Ευρώπης ενώνονται και πάλι».
Η γερμανική επανένωση και η ευρωπαϊκή ενοποίηση είναι και παραμένουν άρρηκτα συνδεδεμένες μεταξύ τους. Στη Λειψία, στο Βερολίνο, στη Δρέσδη και σε πολλά άλλα μέρη της Ανατολικής Γερμανίας, εκατοντάδες χιλιάδες κόσμος διαδήλωνε για την ελευθερία. Αλλά και στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη, παντού βγήκαν γυναίκες και άνδρες στους δρόμους και με το πάθος τους για ελευθερία γκρέμισαν τείχη και συρματοπλέγματα. Δεν θα το ξεχάσουμε ποτέ. Και χωρίς την εμπιστοσύνη που έδειξαν οι Ευρωπαίοι εταίροι μας, οι ΗΠΑ και η τότε ηγεσία της Σοβιετικής Ενωσης απέναντι σε μία ειρηνική και ευρωπαϊκή Γερμανία, η γερμανική ενοποίηση δεν θα ήταν πολιτικά εφικτή. Η ευγνωμοσύνη μας για την επανένωση είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την ακλόνητη πεποίθηση ότι το μέλλον της Γερμανίας νοείται μόνο εντός μιας πραγματικά ενωμένης Ευρώπης. Αυτή είναι η μοναδική και τελική απάντηση στο «γερμανικό ζήτημα», το οποίο απασχόλησε συχνά την Ευρώπη τον τελευταίο αιώνα και μάλιστα με επώδυνο τρόπο.
Γι’ αυτό, η «περισσότερη Ευρώπη» δεν υπήρξε ποτέ το τίμημα το οποίο έπρεπε να πληρώσουμε εμείς οι Γερμανοί για την επανένωση, αλλά στάθηκε ένα ιστορικό επίτευγμα. Είναι λοιπόν ζήτημα εύλογης συνέπειας να συμπεριλάβουμε την «επίτευξη μίας ενωμένης Ευρώπης» σε ακριβώς εκείνο το άρθρο του Συντάγματός μας, στο οποίο κάποτε υπήρχε η πρόθεση για την επιδίωξη επίτευξης της γερμανικής επανένωσης.
Είναι γνωστά τα καθοριστικά γεγονότα που συνέβησαν έκτοτε: Η δημιουργία της Ευρωπαϊκής Ενωσης με τη Συνθήκη του Μάαστριχτ, η Οικονομική και Νομισματική Ενωση, η σημερινή Συνθήκη της Λισαβόνας και πάνω από όλα η ένταξη των κρατών της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης, των οποίων η θέληση και η δραστηριοποίηση για ελευθερία στάθηκαν η καθοριστική κινητήριος δύναμη για την περαιτέρω ευρωπαϊκή ενοποίηση, όχι μόνο ως μεγαλύτερη εσωτερική αγορά, αλλά και ως κοινότητα αξιών.
30 χρόνια μετά τη γερμανική επανένωση, οι προκλήσεις έχουν μετεξελιχθεί: Η κρίση του κορονοϊού δεν εμφανίζεται απλά και μόνο ως ακόμα μία κρίση κοντά στις άλλες κρίσεις, όπως η πανευρωπαϊκή άνοδος των ακροδεξιών εθνικιστών και των λαϊκιστών, η αυξανόμενη αντιπαλότητα μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας και ο κίνδυνος της παραπληροφόρησης για τις δημοκρατίες μας. H πανδημία του κορονοϊού τις ενδυναμώνει και τις οξύνει. Εδώ οφείλουμε να δώσουμε μία ουσιαστική ευρωπαϊκή απάντηση, όπως και πριν από 30 χρόνια. Και αυτή η απάντηση είναι η ίδια όπως και μετά την επανένωση της ηπείρου μας: Εχουμε ανάγκη την αλληλεγγύη στο εσωτερικό, ώστε η Ευρώπη να μπορεί να υπερασπίζεται τις αξίες και τα συμφέροντά της με αποφασιστικότητα στο εξωτερικό. Η αλληλεγγύη και η αυτοδιαχείριση αποτελούν τις δύο όψεις του ίδιου νομίσματος.
Οτι η Ευρώπη μπορεί να ενεργεί στο εσωτερικό της με αλληλεγγύη το αποδείξαμε τους προηγούμενους μήνες. Τελευταία με τη συμφωνία για ένα άνευ προηγουμένου πακέτο μέτρων στήριξης, τα οποία τα εγγυόμαστε όλοι μαζί.
Χαμένοι στο πρωτόκολλο
Και κατά τη διάρκεια της γερμανικής προεδρίας της Ε.Ε. θέλουμε να προχωρήσουμε ακόμα παραπέρα. Στην ενίσχυση ολόκληρης της Ευρώπης, με κοινωνικά ευαίσθητο και καινοτόμο τρόπο. Στη διαμόρφωση μιας βιώσιμης ευρωπαϊκής οικονομίας με φιλόδοξους στόχους όσον αφορά στο κλίμα και στην προστασία του περιβάλλοντος, και στην ψήφιση του επόμενου προϋπολογισμού της Ε.Ε. στη βάση των θεμελιωδών αξιών της κοινότητάς μας.
Ετσι γεννιέται μια Ευρώπη η οποία θα μπορεί να υπερασπίζεται τις αξίες της και τα συμφέροντά της στον κόσμο. Από την προμήθεια φαρμάκων και εμβολίων και την αντιμετώπιση κρίσεων στη γειτονιά της, έως την ενεργότερη συμμετοχή στη διαμόρφωση της ψηφιακής αλλαγής.
Σε όλα αυτά το «περισσότερη Ευρώπη» σημαίνει περισσότερη κοινή αυτοπεποίθηση, μεγαλύτερη ικανότητα δράσης, περισσότερη επιρροή στον κόσμο του αύριο.
Αυτό που χρειαζόμαστε για να το πετύχουμε είναι η ίδια αισιοδοξία, η ίδια δραστηριοποίηση, με την οποία ο κόσμος στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη κατέκτησε πριν από 30 χρόνια την ενότητα και την ελευθερία. Γι’ αυτό και θέλουμε η «Διάσκεψη για το Μέλλον της Ευρώπης» να ξεκινήσει τις εργασίες της πριν από το τέλος της προεδρίας μας. Ωστε να έχουν οι πολίτες της Ε.Ε. τη δυνατότητα να συζητήσουν όλοι μαζί για τον τρόπο υπέρβασης της κρίσης και για την Ευρώπη του 2025 ή του 2030 ανοιχτά και με σεβασμό στην εκάστοτε αντίθετη άποψη.
Η ενότητα δεν προκύπτει από το γεγονός ότι είμαστε όλοι εξαρχής σύμφωνοι σε όλα. Ενα από τα πλεονεκτήματα της Ευρώπης είναι ακριβώς αυτή η διαφορετικότητά μας, εφόσον δεν ξεχνάμε όσα μας ενώνουν, δηλαδή τις αξίες μας. Εμείς οι Γερμανοί γνωρίζουμε πόσο δύσκολη είναι μια ενοποίηση. Ωστόσο, γνωρίζουμε επίσης ότι αξίζει κάθε προσπάθεια. Αυτός είναι και ο λόγος που σήμερα υπερασπιζόμαστε με τόσο πάθος την ενότητα της Ευρώπης, όπως κάναμε και με τη γερμανική ενοποίηση πριν από 30 χρόνια. Για να ενωθεί ό,τι έπρεπε να είναι εξ αρχής ενωμένο.
Από την έντυπη έκδοση
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, ανά πάσα στιγμή στο EleftherosTypos.gr