Γράφει η Δέσποινα Κονταράκη
Οι δομικοί λίθοι δεν υπέστησαν βλάβες. Η Πύλη των Λεόντων δεν κάηκε. Τα μνημεία του Ταφικού Κύκλου Α’ δεν κάηκαν. Η βόρεια κλιτύς της Ακρόπολης δεν κάηκε. Τα κυκλώπεια τείχη δεν κάηκαν. Το μουσείο δεν διέτρεξε κανέναν κίνδυνο. Αλλά για τον ΣΥΡΙΖΑ η «πυρκαγιά κατέκαψε τις Μυκήνες». Για τον Πάνο Σκουρολιάκο η Λίνα Μενδώνη θα μείνει στην Ιστορία ως η «υπουργός που επί θητείας της κάηκαν οι Μυκήνες». Για τους χρήστες του Διαδικτύου, η Πύλη των Λεόντων ήταν άσπρη και έγινε μαύρη. Η μετα-αλήθεια κάλυψε την αλήθεια και μία εβδομάδα τώρα ζούμε το μαρτύριο της προφητείας: «Θα έχετε Μυκήνες, αλλά θα είναι σαν να μην τις έχετε».
Από την άλλη, βέβαια, τα χόρτα κάηκαν. Τα χόρτα. Και η υπουργός Πολιτισμού το είπε και το ξαναείπε, μπας και το εμπεδώσει ο Πάνος Σκουρολιάκος: «Τα καμένα χόρτα είναι δυσάρεστο γεγονός, αλλά δεν έχουμε καμένο αρχαιολογικό χώρο». Λογικά, μια λογική αντιπολίτευση θα ξεφυσούσε με ανακούφιση που κάηκαν μόνο τα χόρτα και όχι τα αρχαία, αλλά φευ. Οπως η Μυθολογία είναι πιο εύπεπτη από την Ιστορία, έτσι και τα ταπεινά χόρτα μπορούν να συναγωνιστούν σε κάλλος και κλέος τις Πολύχρυσες Μυκήνες. Αρκεί να βολεύει και να συντηρεί το στόρι μιας παρ’ ολίγον τραγωδίας.
Οπως ακριβώς έκαναν οι φωτογραφίες που αστραπιαία κατέκλυσαν το Διαδίκτυο λίγες ώρες μετά τη φωτιά. Με την επιβλητική Πύλη των Λεόντων ολίγον «φιλτραρισμένη» για να δείχνει πιο σκούρα από ό,τι κανονικά είναι. «Οσοι δεν έχουν πάει στις Μυκήνες έχουν κάποια δικαιολογία να νομίζουν πως τα μαύρα σημεία στην Πύλη των Λεόντων είναι από τη χθεσινή φωτιά. Οι αρχαιολόγοι, όμως, όπως και έγκριτοι δημοσιογράφοι, θα έπρεπε να ξέρουν πως αυτό δεν ισχύει. Αλλη μία φορά που η φωτογραφία χρησιμοποιείται για παραπληροφόρηση», έγραψε ο φωτογράφος της Ακρόπολης, Σωκράτης Μαυρομμάτης. «Η γκριζάδα είναι η φυσική οξείδωση των λίθων», εξήγησε με υπομονή και η Αγγελική Κοτταρίδη, προϊσταμένη της Εφορείας Αρχαιοτήτων Ημαθίας. Και εξήρε, όπως έκανε άμεσα και η υπουργός Πολιτισμού, την πρόνοια της τοπικής Εφορείας Αρχαιοτήτων Αργολίδας να αποψιλώσει τον χώρο. Η τελευταία αποψίλωση είχε γίνει δύο ημέρες πριν.
Αν ήταν σοβαρό αυτό που συνέβη; Σοβαρότατο. Αν πρέπει να επανεξεταστούν και να ελεγχθούν όλα τα συστήματα πυρασφάλειας των αρχαιολογικών χώρων σε όλη την επικράτεια; Ασφαλώς. Αν πρέπει να δοθούν και άλλα κονδύλια στο υπουργείο Πολιτισμού; Αυτό θα έπρεπε να έχει γίνει χθες… Αν επαρκεί το προσωπικό; Η απάντηση θα δυσαρεστήσει τους πρώην και τους νυν. Ομως, η διαφορά μεταξύ αυτού που θα μπορούσε να συμβεί και αυτού που συνέβη είναι το αποτέλεσμα. Και τα πάντα κρίνονται εκ του αποτελέσματος.
Σύγχυση ταυτοτήτων, απώλεια ισορροπίας
Η Λίνα Μενδώνη έχει πολιτική ταυτότητα, αλλά δεν είναι επαγγελματίας πολιτικός, είναι αρχαιολόγος. Για τους αρχαιολόγους, λοιπόν, «ιερά δισκοπότηρα» είναι οι δομικοί λίθοι, οι παραστάδες, οι βωμοί, οι κίονες, οι θολωτοί τάφοι, οι ανάγλυφες παραστάσεις, οι τοιχογραφίες, τα ταπεινά κτερίσματα, τα μεγαλειώδη μνημεία, τα είδωλα και τα αγγεία, όλα τα μικρά και μεγάλα σπαράγματα που ανασυνθέτουν το παρελθόν. Η Λίνα Μενδώνη απέδειξε πως είναι αρχαιολόγος, τη στιγμή ακριβώς που έλεγε αυτό που ενόχλησε περισσότερο τους επαγγελματίες της πολιτικής: Οτι κάηκαν χόρτα, αλλά δεν κάηκαν αρχαιότητες. Αυτό δεν το χρεώνεις, το πιστώνεις.
*Η Δέσποινα Κονταράκη είναι αρχισυντάκτρια του Ελεύθερου Τύπου
Από την έντυπη έκδοση
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, ανά πάσα στιγμή στο EleftherosTypos.gr