Γράφει η Δέσποινα Κονταράκη*
Εκ πρώτης όψεως θα συμφωνήσουμε ότι είναι ένα ανακουφιστικό αποτέλεσμα, αλλά δυστυχώς δεν είναι καθόλου καθησυχαστικό, αφού σχεδόν ένας στους δύο Αυστριακούς πολίτες τοποθετήθηκε υπέρ του ακροδεξιού υποψηφίου, άρα αντιευρωπαϊκά. Ωστόσο, διπλές ή και τριπλές ερμηνείες έχουν και οι υπόλοιπες κρίσιμες κάλπες που στήθηκαν στην Ευρώπη.
Οπως το Brexit που λόγω διατύπωσης έθετε ένα πολύ ξεκάθαρο δίλημμα μέσω ή έξω από την Ε.Ε. που απαντήθηκε εξίσου ξεκάθαρα. Ωστόσο, πριν το «τσουβαλιάσουμε» συγκρίνοντάς το με κάποια άλλη ευρωπαϊκή χώρα, θα πρέπει να θυμηθούμε ότι η Μεγάλη Βρετανία είχε την ιδιομορφία να βρίσκεται εκτός Ευρωζώνης. Αρα οποιοσδήποτε απλός συσχετισμός με άλλη χώρα είναι αδόκιμος.
Ακολουθώντας τον ίδιο δρόμο προς τα πίσω, βρίσκουμε το «Οχι» του ελληνικού δημοψηφίσματος. Εδώ, παρά την επιχειρηματολογία και τα στρατόπεδα που αναπτύχθηκαν υπέρ ή κατά της Ευρώπης, η διατύπωση του ερωτήματος ήταν τόσο απελπιστικά κακή όσο και εξαιρετικά καλή, ώστε να μπορεί την επομένη ο Αλέξης Τσίπρας να ερμηνεύει το αποτέλεσμα κατά το δοκούν. Ετσι, το «Οχι» έγινε «Ναι», αφήνοντάς μας με τα capital controls και μερικά δισεκατομμύρια χασούρα, αλλά χωρίς το άλμα στο κενό.
2014 και 2024, ομοιότητες και διαφορές
Φθάνοντας στο «Οχι» της Ιταλίας, θα δούμε ότι και αυτή η περίπτωση είναι εντελώς διαφορετική. Οι Ιταλοί δεν ψήφισαν αντιευρωπαϊκά αλλά αρνήθηκαν μια συνταγματική αναθεώρηση με τον τρόπο που προσπάθησε να επιβάλει ο Ρέντσι. Το γεγονός ότι χαίρεται ο λαϊκιστής Γκρίλο δεν είναι ευχάριστο, αλλά ούτε σημαίνει κιόλας ότι κέρδισε κάποιες εκλογές.
Οπως γράφει ο Μάσιμο Φράνκο στην Corriere dela Serra, «o ισχυρισμός ότι το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος συνιστά νίκη του λαϊκισμού επί του κατεστημένου είναι υπερβολικά απλουστευτικός. Και προσφέρει αδίκως στον Μπέπε Γκρίλο και στη Λέγκα μια νίκη της δημοκρατίας».
Πολλές οι διαφορές λοιπόν και δύο μόνο οι ομοιότητες: Ο λαϊκισμός και η λιτότητα, ένας θανατηφόρος συνδυασμός που ενισχύει τις ακροδεξιές, αντιευρωπαϊκές και φασιστικές φωνές. Το πώς θα αντιμετωπίσει κάθε χώρα τον λαϊκισμό είναι εσωτερική υπόθεσή της. Η οικονομική λιτότητα όμως που εκπορεύεται ή που δεν ανακόπτεται από τις Βρυξέλλες είναι ευρωπαϊκή ευθύνη. Ολα τα υπόλοιπα είναι απλώς ερμηνείες και παρερμηνείες.
*Η Δέσποινα Κονταράκη είναι αρχισυντάκτρια του Ελεύθερου Τύπου
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου