Γράφει η Δέσποινα Κονταράκη*
Οταν φθάνουμε σε αυτό το σημείο μηδέν, η επιχειρηματολογία της ελληνικής πλευράς ταυτίζεται με το αγαπημένο αφήγημα του ΣΥΡΙΖΑ: Εχουμε το ηθικό πλεονέκτημα, η Ελλάδα ματώνει τόσα χρόνια από την άγρια λιτότητα, ήρθε επιτέλους η ώρα οι ξένοι να βοηθήσουν τη χώρα, μπορούν αλλά δεν θέλουν γιατί είναι κακός ο Σόιμπλε κ.λπ. Ούτε ένα μήνα δεν χρειάστηκε για να επιβεβαιώσει τον κανόνα και η Εφη Αχτσιόγλου.
Η νέα υπουργός Εργασίας είδε γρήγορα τα σκούρα κι έτσι επανέλαβε την καραμέλα του προκατόχου της: Η συζήτηση για τα εργασιακά, είπε, θα έχει κομβικό ρόλο στο Eurogroup επειδή είναι «βαθιά πολιτικό θέμα». Εκτίμησε μάλιστα -ακόμα χειρότερα- πως μπορεί να υπάρχει μια επί της αρχής πολιτική συμφωνία για το σύνολο των ζητημάτων της β’ αξιολόγησης. Κατά τα άλλα, τα «καλά νέα» που φέρνει η υπουργός από τις Βρυξέλλες είναι… υποσχέσεις: Τα μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, με τα οποία συνομίλησε, της είπαν πως θα κάνουν ό,τι μπορούν για να πιέσουν σε πολιτικό επίπεδο για τις συλλογικές διαπραγματεύσεις.
2014 και 2024, ομοιότητες και διαφορές
Ωστόσο, αυτό που προκύπτει από το μέτωπο είναι ότι οι ευρωπαϊκοί θεσμοί επιμένουν σε έναν επώδυνο συμβιβασμό στα εργασιακά και ότι για να δώσουν τις συλλογικές διαπραγματεύσεις ζητούν τις ομαδικές απολύσεις. Αυτές δηλαδή, που κακά τα ψέματα, αποτελούν ήδη σχεδόν καθεστώς στον ημιδιαλυμένο ιδιωτικό τομέα. Αλλά η υπουργός, είτε γιατί δεν το έχει καταλάβει είτε γιατί αρνείται να παραδεχθεί την αλήθεια, ελπίζοντας σε ένα θαύμα της τελευταίας στιγμής, αρέσκεται σε δηλώσεις στο κρατικό πρακτορείο ειδήσεων περί κοινού μετώπου για πολιτική λύση.
Και είναι κρίμα, γιατί ποιος λογικός και όχι «κομματοχτυπημένος πολίτης δεν θα ήθελε να περάσουν τα ελληνικά αιτήματα… Ωστόσο, αυτό προϋποθέτει σοβαρή επιχειρηματολογία, διασταυρωμένα στοιχεία και ρεαλιστικούς στόχους. Δεν μπορεί να προχωρούν οι διαπραγματεύσεις με τους δανειστές, να επικεντρώνονται στα τεχνικά στοιχεία και η ελληνική πλευρά να επικαλείται το πολιτικό δίκαιο. Είναι προφανές ότι έτσι και σε αδιέξοδο θα οδηγηθεί η διαπραγμάτευση και στο τέλος θα υποχωρήσουμε σε όλα. Και μετά η «απειλή» των εκλογών, που τώρα αρχίζουν να επικαλούνται τα κυβερνητικά στελέχη, θα γίνει στο τέλος μονόδρομος.
*Η Δέσποινα Κονταράκη είναι αρχισυντάκτρια του Ελεύθερου Τύπου
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου