Γράφει ο Πάνος Αμυράς*
Σε συνθήκες κρίσης, όπως η τωρινή που βιώνουμε, αποκαλύπτονται χρόνιες αδυναμίες αλλά και αναξιοποίητες δυνατότητες. Ειδικά για την Ελλάδα τα σημάδια είναι ευκρινή. Ας ξεκινήσουμε από τα θετικά στοιχεία που προέκυψαν κατά τη διαχείριση της κρίσης.
Πρώτον, πιστοποιήθηκε το υψηλό επίπεδο του επιστημονικού μας δυναμικού. Μορφές όπως ο κ. Σωτήρης Τσιόδρας ή η καθηγήτρια του ΕΚΠΑ Αναστασία Κοτανίδου αναδείχθηκαν μέσα από την αντιμετώπιση του κορονοϊού και αποτελούν μόνο την κορυφή του παγόβουνου μιας συγκροτημένης επιστημονικής κοινότητας, που αναγνωρίζεται διεθνώς και φέρνει με επιτυχία σε πέρας την αποστολή της.
Η Ελλάδα, σύμφωνα με στοιχεία έγκυρων οικονομικών οργανισμών, βρίσκεται στις πρώτες θέσεις της παγκόσμιας κατάταξης σε ό,τι αφορά τη διάθεση ιατρών και μηχανικών. Το ανθρώπινο κεφάλαιο είναι συστατικό στοιχείο της προόδου των κοινωνιών και αυτό έχει γίνει αντιληπτό πλήρως αυτές τις ημέρες. Το ΕΣΥ πρέπει να υποστηριχθεί χωρίς δεύτερη συζήτηση για να γίνει αποτελεσματικότερο και λιγότερο γραφειοκρατικό.
Σύγχυση ταυτοτήτων, απώλεια ισορροπίας
Δεύτερον, οι Ελληνες, στη συντριπτική τους πλειονότητα, πειθάρχησαν στα μέτρα των ειδικών με αποτέλεσμα η διάδοση της νόσου να είναι ελεγχόμενη χωρίς τις εκατόμβες των θυμάτων της Ιταλίας ή της Ισπανίας. Αυτό δεν έγινε τυχαία, οι πολίτες αναγνώρισαν ότι η κυβέρνηση Μητσοτάκη έχει σχέδιο το οποίο έχει καταρτισθεί από άριστους επιστήμονες και το ακολουθούν πιστά. Το ίδιο αναμένουν για την επομένη ημέρα στην οικονομία, εάν υπάρχει σχέδιο όλες οι κοινωνικές δυνάμεις θα συνταχθούν στη συνολική προσπάθεια.
Τρίτον, σε χρόνο-ρεκόρ ψηφιοποιήθηκε ένα μεγάλο μέρος των συναλλαγών με το Δημόσιο ενώ οι νέες τεχνολογίες βοήθησαν επιχειρήσεις και νοικοκυριά να αντιμετωπίσουν άμεσες λειτουργικές ανάγκες. Ο εκσυγχρονισμός του κράτους, έστω και υπό αυτές τις πρωτοφανείς συνθήκες, επιταχύνθηκε προς όφελος της παραγωγικότητας της οικονομίας και της αποδοτικότητας του Δημοσίου. Δεν χρειάζεται να περιμένουμε την επόμενη κρίση, η Ελλάδα πρέπει να αποκτήσει ψηφιακό Δημόσιο.
Υπάρχουν όμως και τα αρνητικά που αποκαλύφθηκαν από την «παλίρροια» του κορονοϊού. Κατ’ αρχάς επιβεβαιώθηκε η μεγάλη εξάρτηση της οικονομίας απο τον τουρισμό. Σύμφωνα με έρευνα του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης η Ελλάδα είναι η πιο ευάλωτη στον κορονοϊό καθώς το 35% του ΑΕΠ συνδέεται με τον τουρισμό, τις μεταφορές και την εστίαση. Σε ευνοϊκές συγκυρίες το στοιχείο αυτό λειτουργεί προς όφελος της οικονομίας καθώς παρασύρει συνολικά την παραγωγή, αλλά σε αρνητικές περιόδους, όπως η τρέχουσα, διευρύνει τις ζημίες. Αυτό σημαίνει ότι η κυβέρνηση πρέπει να «ανοίξει» το παιχνίδι της οικονομίας ώστε να αυξηθεί το ειδικό βάρος της μεταποίησης και του κλάδου των τεχνολογιών και να μην υπάρχει τόσο μεγάλη εξάρτηση από τον τουρισμό και από τις εισαγωγές. Οταν, για παράδειγμα, τα περισσότερα ιατρικά και παραϊατρικά είδη (ακόμη και τις… ταπεινές μάσκες μιας χρήσης) τα περιμένουμε από το εξωτερικό, γίνεται αντιληπτό γιατί η Ελλάδα πρέπει να κλείσει όσο το δυνατόν αυτό το παραγωγικό κενό.
Το επιστημονικό δυναμικό μας περιμένει ευκαιρίες απασχόλησης σε βιομηχανίες αλλά και σε τομείς υψηλής εξειδίκευσης, οι προτεραιότητες για την επόμενη ημέρα είναι πλέον ευκρινείς. Οπως συμβαίνει πάντα μετά την παλίρροια.
*Ο Πάνος Αμυράς είναι διευθυντής του Ελεύθερου Τύπου
Από την έντυπη έκδοση