Γράφει ο Μπάμπης Παπαπαναγιώτου
ΚΙ ΟΛΑ αυτά ενώ… συναινούσε. «Συναινώντας» στον Εβρο κατήγγειλε διεθνώς τη χώρα για παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και διαδήλωνε έξω από την ελληνική πρεσβεία στο Λονδίνο, φωνάζοντας «φονιάδες των λαών Ελληνες».
«ΣΥΝΑΙΝΩΝΤΑΣ» με το «μένουμε σπίτι» ανέλαβε τη διακίνηση όποιου fake news διακινούνταν από την Κάτω Ραχούλα μέχρι την Πάνω Αγουλινίτσα, ενορχήστρωσε την προσπάθεια προσωπικής αποδόμησης του Σ. Τσιόδρα, ανέβηκε στα λεφτόδεντρα και πλειοδότησε σε λαϊκισμό, υιοθέτησε όποια ατεκμηρίωτη «ιατρική» δοξασία αμφισβητούσε την αποδεδειγμένα ορθή αντιμετώπιση της κυβέρνησης, ανακάλυψε τον περιορισμό των ατομικών ελευθεριών, όπως και συνωμοσίες για την κατάργηση θέσεων εργασίας, τις οποίες η κυβέρνηση με νόμο είχε φροντίσει να κατοχυρώσει. Ανέχθηκε τη χυδαιότητα του Κούλογλου και του Καψώχα και υιοθέτησε τις θεωρίες συνωμοσίας αποτυχημένων δήθεν εκδοτών, οι οποίοι αποπειράθηκαν να επιβιώσουν εκμεταλλευόμενοι την κρίση του κορονοϊού.
ΑΝ ΔΕΝ «συναινούσε», τι άλλο θα έκανε; Ολο και κάτι ίσως θα έβρισκε, μιας και η υποκρισία αποδεικνύεται ανεξάντλητη. Κι εντάξει όλα αυτά, θα πει κανείς. Η διαστρέβλωση, η στοχοποίηση και η λαϊκιστική περιπτωσιολογία είναι διαχρονικά χαρακτηριστικά μιας ορισμένης πολιτικής συμπεριφοράς. Αλλά το «παράπονο» και το «κλάμα» προς τι; Ξαφνικά «αγωνιστές» μπαρουτοκαπνισμένοι στις «μάχες των υπονόμων» άρχισαν να παραπονιούνται για «πολιτικό μπούλινγκ» και να «κλαίνε» για «χτυπήματα κάτω από τη ζώνη». Να διαμαρτύρονται για «προπαγάνδα» και επικοινωνιακή διαχείριση που τους «αδικεί» κι αυτούς και τις προθέσεις τους. Να χύνουν δάκρυα για μια ανύπαρκτη λογοκρισία και να παραπονιούνται γιατί δεν είναι δημοσιογραφική ερώτηση ένας ανυπόστατος και ατεκμηρίωτος ισχυρισμός που αποσκοπεί μόνο στην προπαγάνδα.
ΑΡΑΓΕ, τι έπαθαν ξαφνικά οι «αγέρωχοι»; Τι έπαθαν κι άρχισαν τα «μαθηματικά του Ν. Παππά», τις fake αναρτήσεις του Π. Πολάκη και τις γενετήσιες απειλές; Ποια ανάγκη τους έσπρωξε ξανά στον ρόλο του αδικημένου και του κατατρεγμένου; Πού πήγε το ατσαλάκωτο ύφος της εφήμερης εξουσίας; Πού χάθηκε ο πολιτικός τσαμπουκάς της ένδοξης ΠΦΑ;
ΖΟΥΝ ΕΝΑ δράμα. Ο εξαναγκασμός τους σε «συναίνεση» και «ομοψυχία» με φραγμένους τους αδένες του πολιτικού δηλητηρίου είναι ένα δράμα. Ασφυκτιούν στην αδυναμία τους να πουν κάτι σοβαρό και ωφέλιμο. Κάτι που να πει κανείς, «ωραία ιδέα». Νιώθουν «λιοντάρι στο κλουβί», γιατί η κοινωνία τους έχει γυρίσει την πλάτη. Και σε αυτούς και στις ανούσιες παρόλες με τις οποίες προσπαθούν να κάνουν πολιτική, σε μια συγκυρία που ο πολίτης αντιλαμβάνεται αδιαμεσολάβητα τι είναι σοβαρό και τι γελοίο. Ο,τι συμβαίνει τις τελευταίες εβδομάδες είναι η ολοκλήρωση αυτού που ξεκίνησε με την οδυνηρή ήττα της 7ης Ιουλίου 2019. Η απόλυτη απομυθοποίηση ανθρώπων και «ιδεών». Λογικό είναι σε τέτοιες συνθήκες οι «ευαίσθητοι» να το γυρνάνε στο «παράπονο» και οι «αγέρωχοι» στο κλάμα. Γιατί η συναίνεση και η ομοψυχία είναι πολύτιμες αξίες. Αλλά δυστυχώς θέλουν δύο.
Δρόμος χωρίς γυρισμό…
Η ΑΜΗΧΑΝΙΑ ΟΔΗΓΕΙ ΣΕ ΠΛΕΙΟΔΟΣΙΑ
Με αμείωτο ρυθμό και καθημερινά ο Κ. Μητσοτάκης συνεχίζει να θωρακίζει τα έγκαιρα μέτρα που πήρε, να ενισχύει το κοινωνικό δίκτυ προστασίας των εργαζομένων, αλλά και να τονώνει την επιχειρηματικότητα, κρατώντας -όσο είναι δυνατόν- ζωντανή την οικονομία. Παράλληλα φανερώνει κι ένα ανθρώπινο πρόσωπο που άλλους τους ξαφνιάζει ευχάριστα κι άλλους τους φέρνει σε εξαιρετικά δυσχερή θέση. Οι ασθενέστερες κοινωνικές ομάδες που νιώθουν το κοινωνικό κράτος να τους αγκαλιάζει εκπλήσσονται ευχάριστα και δεν το κρύβουν. Ενοχλούνται μόνο όσοι είχαν κατασκευάσει και πόνταραν στο «ανάλγητο νεοφιλελεύθερο» πρόσωπο του «Κούλη». Κι αυτοί δεν το κρύβουν. Αλλά έχουν κι έναν μαγικό τρόπο να το επιδεικνύουν. Χθες ο Κ. Μητσοτάκης, σε μια ουσιαστική, αλλά πρωτίστως συμβολική κίνηση, κάλεσε τους υπουργούς και τους βουλευτές της Ν.Δ. να δώσουν το 50% του μισθού τους για τους επόμενους δύο μήνες στον αγώνα κατά του κορονοϊού. Ο ΣΥΡΙΖΑ προφανώς… δεν πρόλαβε να το κάνει. Αλλά αντί να υιοθετήσει καλοπροαίρετα την πρωτοβουλία, προσπάθησε σαν κακομαθημένο παιδάκι να πλειοδοτήσει. Οχι προαιρετική, αλλά υποχρεωτική η παρακράτηση του 50% και για όλους τους βουλευτές. Μάλιστα. Περισσότερα χρήματα, καθολική -έστω και υποχρεωτικά- η συμμετοχή. Δεν καταλαβαίνουν όμως εκεί στην Κουμουνδούρου ότι τέτοιου είδους πλειοδοσία -ιδιαίτερα όταν δεν έχει προηγηθεί κανενός είδους πρωτοβουλία για προσφορά- μόνο αμηχανία προδίδει; Δεν καταλαβαίνουν ότι θυμίζουν το παιδάκι στην παραλία που τσακώνεται με ένα άλλο παιδάκι, που δεν θέλει να τσακωθεί, για το ποιανού το κουβαδάκι είναι καλύτερο;
Με λένε Μουτζούρη κι όποτε θέλω αλλάζω «μούρη»
«Μπροστάρης» στην ανυπακοή κατά του κράτους για τη δημιουργία κλειστών κέντρων κράτησης μεταναστών στα νησιά. «Μάγκας» που δεν δίστασε να δείξει πού γράφει τον πρωθυπουργό της χώρας. «Ανθρωπιστής» που νοιάστηκε για τα ανθρώπινα δικαιώματα των προσφύγων και των μεταναστών. Φαφλατάς και πλειοδότης ευαισθησίας. Χθες όμως ο κ. Γ. Μουτζούρης, περιφερειάρχης Β. Αιγαίου, ζήτησε την παράταση της ΠΝΠ που απαγορεύει ακόμα και την αίτηση ασύλου και λήγει αύριο. Γιατί; Οπως είπε ο ίδιος, «το μέτρο αυτό είχε πολύ θετικά αποτελέσματα. Αποθάρρυνε εισόδους. Η κυβέρνηση πρέπει να το παρατείνει. Η προσπάθεια σωτηρίας της χώρας υπερέχει κάθε σχετικής καταγγελίας εναντίον της στα λεγόμενα διεθνή φόρα»… Πόσο υπεύθυνος είναι και πόσο μακριά έβλεπε ανέκαθεν;
Αντίο, άρχοντα
Εχουν απομείνει ελάχιστες μεγάλες φυσιογνωμίες που αναγνωρίζονται σχεδόν απ’ όλους και οι οποίες συμβολίζουν κάτι σχεδόν για όλους. Χθες έφυγε μια απ’ αυτές, ο Μ. Γλέζος. Γενναίος, σπουδαίος, μεγαλόψυχος, ανιδιοτελής, γνήσιος. Σε όλα του. Ανθρωπος – «σύμβολο ελευθερίας», από εκείνη τη στιγμή που μαζί με τον Σάντα κατέβασαν τη σβάστικα και ύψωσαν στην Ακρόπολη την ελληνική σημαία. Και ειλικρινής. Στήριξε ανοιχτά τον Α. Τσίπρα, όταν πίστεψε κι αυτός ότι ήρθε η στιγμή της αριστεράς, αλλά τον κατάλαβε γρήγορα. Και αμέσως έσπευσε να ζητήσει συγγνώμη από τους Ελληνες που πιθανώς παρέσυρε με τη δική του στήριξη. Πολλά είναι αυτά που μπορεί να θυμηθεί κανείς από μια τόσο γεμάτη ζωή, όπως η ζωή του Μ. Γλέζου. Ο οποίος είναι και ο ορισμός του αριστερού πατριώτη. Τρία χρόνια πριν, στις 11 Ιουνίου 2017 στο Δίστομο παραμέρισε τη Ζ. Κωνσταντοπούλου και συνόδευσε τον Γερμανό πρέσβη, ο οποίος ήθελε να καταθέσει στεφάνι. Κι αμέσως μετά είπε: «Το παιδί του εγκληματία, όσα εγκλήματα κι αν έχει κάνει ο πατέρας του και η μάνα του, δεν ευθύνεται γι’ αυτά»… Καλό ταξίδι, άρχοντα. Η σημαία που ύψωσες δεν θα υποσταλεί ποτέ.
Από την στήλη «Δια Ταύτα» της έντυπης έκδοσης του Ελεύθερου Τύπου