Γράφει η Δέσποινα Κονταράκη*
Η Δώρα, η Γαρυφαλλιά και αύριο;
Το είπε πολύ περιγραφικά η Σούζαν Σάραντον, δηλώνοντας πως ψηφίζει με το μυαλό της και όχι με κάτι άλλο. Δεν θα ψήφιζε την υποψήφια των Δημοκρατικών λοιπόν γιατί θεωρούσε πως δεν της έκανε. Δεν θα ψήφιζε όμως ούτε τον Τραμπ, επειδή επίσης θεωρούσε πως δεν της έκανε. Αν δεν ψήφισε τίποτα ή αν έριξε την ψήφο της στα δύο μικρότερα κόμματα που κατέβηκαν στις αμερικανικές εκλογές, δεν έχει και τόση σημασία. Σημασία είχε πως έδειξε έναν διαφορετικό τρόπο σκέψης, έναν τρόπο που δείχνει πως πάντα υπάρχει μια διαφορετική επιλογή. Πως πάντα υπάρχουν επιλογές στις Δημοκρατίες.
Ενα άλλο κόμμα, η λευκή ψήφος, ή ακόμα ακόμα και η αποχή ως ένα μήνυμα απελπισίας. Αν εξαιρέσουμε κάποιες χώρες της Λατινικής Αμερικής ή τη Βόρειο Κορέα όπου ο Κιμ Γιονγκ Ουν «εξελέγη» με ποσοστό 100% (θα μπορούσε να τα πάει και καλύτερα βέβαια), αδιέξοδα δεν υπάρχουν. Οπως επίσης δεν νοούνται και ex officio πλεονεκτήματα για να προμοτάρουν γυναίκες πολιτικούς. Αδικο λοιπόν το «κατηγορώ» που ρίχνουν στις γυναίκες ψηφοφόρους στις ΗΠΑ, οι οποίες δεν στήριξαν τη γυναικεία υποψηφιότητα. Οπως επίσης είναι παράλογο να θεωρείται πως οι θηλυκοί ψηφοφόροι είναι πιο έξυπνοι, πιο δίκαιοι ή λιγότερο οργισμένοι και τελικά παραπλανημένοι από τους άντρες ψηφοφόρους.
Το κύμα του λαϊκισμού και της αντιδραστικής ψήφου αντιμετωπίζει με ειρωνική ισότητα άντρες και γυναίκες, μικρούς και μεγάλους. Το μόνο που δείχνει να διασώζεται από το τσουνάμι είναι η προσωπική καλλιέργεια, η πνευματική εγρήγορση και η σωστή ενημέρωση. Και αυτό ισχύει όχι μόνο για τους απλούς ψηφοφόρους, αλλά και για όσους διαμορφώνουν την κοινή γνώμη: Δημοσιογράφους, ακαδημαϊκούς, εκλογολόγους. Αλλά επειδή δεν το κάνουν ούτε αυτοί, κάποια στιγμή ο κόσμος πρέπει να μάθει να προστατεύεται μόνος του από τις πολιτικές απειλές, αρσενικές, θηλυκές, και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού.
*Η Δέσποινα Κονταράκη είναι αρχισυντάκτρια του Ελεύθερου Τύπου
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου