Υπάρχουν, όμως, τώρα δύο βασικές διαφορές, σε σχέση με το 2015, όταν είχε σημειωθεί η έκρηξη του μεταναστευτικού με πάνω από 750 χιλιάδες ανθρώπους να περνούν στη χώρα μας και να κατευθύνονται προς τη Δύση.
Πρώτον, η σημερινή κυβέρνηση δεν λειτουργεί με την πολιτική των ανοικτών συνόρων, όπως γινόταν επί διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, όταν ο κ. Τσίπρας έλεγε ότι η θάλασσα δεν έχει σύνορα.
Και δεύτερον, η Τουρκία αναβαθμίζει τις επιδιώξεις της, καθώς, εκτός από τις χρηματικές απολαβές που ζητά να έχει από την Ευρώπη, θέλει να προσαρτήσει εδάφη στα σύνορά της με τη Συρία, προκειμένου να δημιουργήσει κέντρα κράτησης μεταναστών.
Επιπλέον, η ελληνική κυβέρνηση θα πρέπει αφενός να αντιμετωπίσει τα κυκλώματα των διακινητών που θησαυρίζουν με το εμπόριο ανθρώπινων ψυχών και αφετέρου, σε συνεννόηση με την Ευρωπαϊκή Ενωση, να πιέσει την Αγκυρα για να κλείσει την κάνουλα των μεταναστευτικών ροών.
Στο πλαίσιο αυτό, εντάσσονται και οι επαφές με τον Γερμανό υπουργό Εσωτερικών, που μπορούν να φέρουν αποτέλεσμα, ενώ είναι επίσης σαφές ότι η Ελλάδα χρειάζεται περισσότερους πόρους ώστε να είναι σε θέση να διαχειριστεί την κατάσταση με τους δεκάδες χιλιάδες μετανάστες που βρίσκονται εντός της ελληνικής επικράτειας.
Οι αλλαγές στη διαδικασία χορήγησης ασύλου θα πρέπει εξάλλου να προχωρήσουν γρήγορα ώστε να είναι ξεκάθαρο ποιοι δικαιούνται να λάβουν το χαρακτηρισμό του πρόσφυγα και ποιοι όχι για να επαναπροωθηθούν στις χώρες από τις οποίες προέρχονται.
Είναι φανερό ότι η Τουρκία βάζει στο παιχνίδι και άλλα μέσα όπως οι προκλητικές ενέργειες στην Κύπρο και το Αιγαίο, όμως η κυβέρνηση θα πρέπει να προχωρήσει αποφασιστικά στην εφαρμογή της εθνικής γραμμής με βάση το Διεθνές Δίκαιο και σε συνεννόηση με την Ευρώπη.
Από την έντυπη έκδοση