Γράφει η Δέσποινα Κονταράκη
Διότι μέχρι στιγμής, αλλά κατά πως φαίνεται και στο μέλλον, δεν προκύπτει από αυτή την ιστορία τίποτα καλό. Εκτός, βέβαια, από το αν θεωρήσουμε ως θετικό και ωφέλιμο το μάθημα που δίνει στους πολιτικούς και στους λαούς άλλων χωρών, που κάποια στιγμή φλέρταραν με την ιδέα της εξόδου από την Ευρωπαϊκή Ενωση, όπως η Ελλάδα το 2015.
Η πρωτοφανής περιπέτεια που βιώνει η πέμπτη μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου, μια χώρα που κάποτε κυβερνούσε ως αυτοκρατορία και που σήμερα εξακολουθεί να λογίζεται ως μια από τις μεγαλύτερες δυνάμεις, είναι σοκαριστική αλλά και άκρως διδακτική. Από τον Ιούνιο του 2016 που οι Βρετανοί ψήφισαν για την αποχώρησή τους η χώρα βρίσκεται σε μια πρωτοφανή πολιτική δίνη, που κανείς πια δεν μπορεί να προβλέψει πού θα οδηγήσει. Οι αναλυτές το χαρακτηρίζουν ως το «απόλυτο χάος», ενώ η αξιοπιστία και η σοβαρότητα των Βρετανών πολιτικών έχει συντριβεί.
Οι ηγετικές ομάδες των Συντηρητικών και των Εργατικών συγγράφουν μία από τις μελανότερες στιγμές στην ιστορία της χώρας τους, αφού επέτρεψαν σε προσωπικότητες όπως τον Μπόρις Τζόνσον και τον Νάιτζελ Φάρατζ να επιβάλουν την παραμορφωτική εικόνα που έχουν για την έννοια της ανεξαρτησίας. Ομως ακόμα πιο ανησυχητικό είναι ότι όλα ξεκίνησαν από έναν «κανονικό» πολιτικό που αποφάσισε ένα «επικίνδυνο, όσο και ηλίθιο», κατά τον Ντόναλντ Τουσκ δημοψήφισμα, μόνο και μόνο για την πολιτική του επιβίωση. Τον Ντέιβιντ Κάμερον.
Ολο αυτό το διάστημα που το Λονδίνο παρακαλά τις Βρυξέλλες για μία ακόμα παράταση στην ημερομηνία για το Brexit –χθες ζήτησαν μία ακόμα–, πολλοί αναρωτιούνται τι θα ζούσαμε εδώ στον νότο, αν το 2015 είχε συμβεί το Grexit. Πώς θα το είχε αντιμετωπίσει το πολιτικό προσωπικό της χώρας; Ποια θα ήταν η αντίδραση των πολιτών; Θα αντέχαμε άραγε αυτή την παρατεταμένη αστάθεια, τις συγκρούσεις σε πολιτικό και κοινωνικό επίπεδο και το οικονομικό κόστος; Ευτυχώς που δεν χρειάζεται να απαντήσουμε…
*Η Δέσποινα Κονταράκη είναι αρχισυντάκτρια του Ελεύθερου Τύπου
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου της Κυριακής