Γράφει ο Γιῶργος Μιχαηλίδης*
Ας προχωρήσουμε σε μία παραδοχή. Οι Έλληνες δεν ήμασταν ποτέ πολλοί και ποτέ δεν κάναμε τόσα παιδιά που να μπορούμε να προβλέψουμε πως θα είμαστε ένα μεγάλο πληθυσμιακά έθνος.
Από αρχαιοτάτων χρόνων, είναι σαν ο λαός συνολικά να φοβόταν μην διαπράξει ύβρι. Πάντα ήμασταν τόσοι όσοι χρειαζόταν για να μην Χαθεί ο Ελληνισμός από τις πατρογονικές του εστίες.
Ας κάνουμε μία ιστορική αναδρομή
Ακόμα και μετά τους μεγάλους αποικισμούς, αλλά και την επέκταση των Ελληνιστικών χρόνων, οι κοινότητες που δημιουργούνταν εξαρτώνταν πληθυσμιακά από την μαμά Ελλάδα, σαν να ήταν καταδικασμένες προς εξαφάνιση. Η πληθυσμιακή αύξηση πάντα έδιωχνε τον κόσμο από τον ελλαδικό χώρο, για να φτάσουμε στο σημείο λίγο πριν την ρωμαϊκή κατάκτηση, οι πόλεις να μην μπορούν να συντάξουν ούτε στρατό για να αμυνθούν. Τόσοι λίγοι είχαν μείνει.
Από τότε αλλά και τα Βυζαντινά χρόνια οι ελληνικοί πληθυσμοί δεν αυξήθηκαν ποτέ, αλλά αντιθέτως παρέμεναν σε τέτοια μεγέθη προκειμένου να μην εξαφανίζονται όπου κι αν βρίσκονταν. Κατά την διάρκεια της ελληνικής επανάστασης ήμασταν λίγοι. Δεν πετύχαμε να αποτινάξουμε τον τουρκικό ζυγό επειδή ήμασταν πολλοί, αλλά επειδή ήμασταν αυτοί που έπρεπε. Και αν περίμενε κανείς με την ίδρυση του ελληνικού κράτους να εκτοξευτούμε πληθυσμιακά, διαψεύστηκε.
Το ζήτημα της μη αύξησης του πληθυσμού απασχολούσε τις κυβερνήσεις από τα πρώτα χρόνια ίδρυσης του σύγχρονου ελληνικού κράτους. Οι Έλληνες είτε λόγω κακουχιών είτε λόγω πολιτισμών δεν αυξάνονταν. Οι όποια αύξηση του πληθυσμού γινόταν από τα μπολιάσματα των (Ελλήνων) προσφύγων που εκδιώκονταν από τις πατρογονικές τους εστίες σε Βαλκάνια και Μικρά Ασία.
Χαρακτηριστικό είναι πως μετά την Μικρασιατική Καταστροφή και με την εισροή πάνω από 1.000.000 προσφύγων ο πληθυσμός της Ελλάδας έφτασε τα 7,5 εκατομμύρια. Την ίδια ώρα η Τουρκία ήταν στα 14.000.000 σε μία χώρα εδαφικά μεγαλύτερη κατά έξι φορές από εμάς! Ο 20ος αιώνας ήταν ταραχώδης για την ανθρωπότητα και την Ελλάδα. Πόλεμοι, εμφύλιοι, δικτατορίες και η μετανάστευση μέχρι την αυγή της δεκαετίας του ’80 ακουμπούσε κάθε σπιτικό.
Έτσι με τους νέους να φεύγουν για ένα καλύτερο αύριο, ο πληθυσμός της χώρας μας αυξήθηκε μεν, αλλά με πολύ μικρά ποσοστά για να φτάσουμε την δεκαετία του ’90 να ξεπεράσουμε τα 10 εκατομμύρια. Την ίδια ώρα σε κάθε γωνιά του πλανήτη η ελληνική ομογένεια με τις πιο συντηρητικές εκτιμήσεις έφτανε και ξεπερνούσε τα 7 εκατομμύρια! Ωστόσο, τι να λέει…
Ας πάμε στο σήμερα
Αφού παραδεχθήκαμε όλα τα παραπάνω, ας δούμε και το δάσος πίσω από το δέντρο. Το πρόβλημά μας είναι πολιτισμικό. Είτε έχουμε λεφτά είτε όχι, οι Έλληνες δεν κάνουμε τόσα παιδιά όσα χρειάζεται για να αυξηθεί σημαντικό ο πληθυσμός μας. Αν ήταν θέμα χρημάτων, τότε από την δεκαετία του ’90 και ύστερα θα έπρεπε ο πληθυσμός να έχει αυξηθεί κατά 1-2 εκατομμύρια, αφού το χρήμα έρρεε άφθονο για όποιον ήθελε να δουλέψει.
Δεν μπορούμε λοιπόν να ρίχνουμε το φταίξιμο για το δημογραφικό στην κρίση. Αυτό είναι σαν το βλακώδες επιχείρημα πως τα μνημόνια έφεραν την κρίση. Κατ επέκταση δεν μπορούν τα κόμματα να νομίζουν πως θα αντιμετωπίσουν το δημογραφικό με επιδόματα και μικρές παροχές.
Δεν είμαστε μόνο εμείς
Το δημογραφικό δεν είναι μόνο ελληνικό πρόβλημα. Το αντιμετωπίζουν όλα τα σύγχρονα έθνη που έχουν προοδεύσει. Όλη η Ευρώπη γηράσκει και αν ορισμένες χώρες δεν έχουν μπει ακόμα στην λίστα με τις… «συρρικνούμενες», είναι γιατί τους σώζουν οι μετανάστες.
Γερμανία, Ρωσία, Ιαπωνία, είναι μόνο μερικά από τα παραδείγματα ισχυρών κρατών και οικονομιών που εάν συνεχίσουν με αυτόν τον ρυθμό θα εξαφανιστούν. Απλώς εμείς θα έχουμε εξαφανιστεί πρώτοι.
Η Ελλάδα που φανταζόμαστε και η Ελλάδα που έχουμε
Η ιστορική μας πορεία έχει αποδείξει πως η λύση στο δημογραφικό δεν θα δοθεί μέσα από την οικονομία. Σαφώς και χρειάζεται ένα σταθερό περιβάλλον προκειμένου οι νέοι άνθρωποι να ξεκινήσουν οικογένειες, ωστόσο χρειάζεται και κάτι άλλο. Προσωπική ευθύνη και εθνικό όραμα για το πώς οραματιζόμαστε την Ελλάδα.
Οι μετανάστες, ναι, αποτελούν μία κάποια λύση. Όπως λένε ορισμένοι, σε 100 χρόνια δεν μας νοιάζει ποιος θα πουλάει το σουβλάκι, αρκεί να το πουλάει. Εδώ τα πράγματα περιπλέκονται γιατί οι σύγχρονες συνθήκες μετανάστευσης διαφέρουν από το παρελθόν. Την Ευρώπη κατακλύζουν ομάδες πληθυσμών ολότελα ξένες με τον πολιτισμό αλλά και τις αξίες που έχουμε ως Ευρωπαίοι. Αν αυτό πριν μερικά χρόνια έμοιαζε ως ακραίος ισχυρισμός, σήμερα μοιάζει απτή πραγματικότητα.
Η προσπάθεια της Ευρώπης με τον πολυπολιτισμό, έναντι του «χωνευτηριού» στις ΗΠΑ έχει αποτύχει γιατί οι μετανάστες δεν ενσωματώνονται στους κοινωνικούς ιστούς αλλά παραμένουν διακριτά υποκείμενα. Την ίδια ώρα, ακολουθώντας το ευρωπαϊκό παράδειγμα, η αφομοιωτική ικανότητα του Ελληνικού Πολιτισμού δείχνει να φθίνει σε σχέση με το παρελθόν. Η άνοδος της ξενοφοβίας και της ακροδεξιάς είναι το πρώτο σύμπτωμα.
Η λύση μέσα από το πατριωτικό καθήκον
Στα κόμματα λοιπόν αποδίδεται ένας τριπλός ρόλος πλέον. Να αντιληφθούν τι Ελλάδα θέλουν οι πολίτες. Εάν θέλουμε τους μετανάστες να σώσουν το ελληνικό κράτος, έχει καλώς. Αν όμως όχι και αποφασίσουμε με ίδιες δυνάμεις να σώσουμε κράτος, πατρίδα και πολιτισμό, τότε θα πρέπει αφενός να δημιουργήσουν τις οικονομικές συνθήκες για κάτι τέτοιο και αφετέρου να εμφυσήσουν σε όλους μας πως εμείς οι ίδιοι θα συμβάλλουμε στην διάσωση του έθνους μας.
Η επίλυση του δημογραφικού γίνεται εθνικό καθήκον και περνάμε από το ελληναράδικο «γ@@τε γιατί χανόμαστε» στο «γεννάτε γιατί χανόμαστε».
*Ο Γιῶργος Μιχαηλίδης είναι ο διευθυντής του EleftherosTypos.gr