Γράφει ο Παναγιώτης Καπόπουλος*
Συγκεκριμένα, η ελληνική οικονομία συνέχισε να μεγεθύνεται με ταχύτερο ρυθμό το πρώτο εννεάμηνο του 2018, καθώς το πραγματικό ΑΕΠ αυξήθηκε κατά 2,1% σε ετήσια βάση, από 1,5% το 2017.
Η ανάκαμψη αυτή οφείλεται πρωτίστως στις καθαρές εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών και δευτερευόντως στην άνοδο της ιδιωτικής καταναλώσεως, η οποία υποστηρίχθηκε από την αύξηση της απασχολήσεως. Αντίθετα, οι επενδύσεις επιβραδύνθηκαν, κυρίως λόγω της πτώσεως των επενδύσεων σε μεταφορικό εξοπλισμό.
Η Ελλάδα ολοκλήρωσε επιτυχώς το τρίτο πρόγραμμα οικονομικής προσαρμογής τον Αύγουστο του 2018, ωστόσο οι αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων παραμένουν υψηλές εξαιτίας των αβεβαιοτήτων σχετικά με τον προσανατολισμό της δημοσιονομικής πολιτικής της Ιταλίας.
Η εμπιστοσύνη στην οικονομία αναμένεται να αποκατασταθεί σταδιακά, καθώς το συσσωρευμένο ταμειακό απόθεμα ασφαλείας είναι επαρκές για την κάλυψη των χρηματοδοτικών αναγκών του Δημοσίου τα επόμενα έτη, ενώ το ισοζύγιο της γενικής κυβερνήσεως αναμένεται να είναι πλεονασματικό το 2018.
Επιπλέον, η προσήλωση στο πρόγραμμα των ιδιωτικοποιήσεων και των προγραμματισμένων έργων υποδομής δύναται να τονώσει την εμπιστοσύνη και τις εισροές άμεσων ξένων επενδύσεων, ενώ η αποπληρωμή των ληξιπρόθεσμων οφειλών του Δημοσίου προς τον ιδιωτικό τομέα αναμένεται να βελτιώσει περαιτέρω τις συνθήκες ρευστότητας.
Η είσοδος στην ανοδική φάση του οικονομικού κύκλου ήδη αντανακλάται τόσο στην αγορά εργασίας όσο και στην αγορά ακινήτων.
Ειδικότερα, το ποσοστό ανεργίας υπεχώρησε σε 18,6% τον Σεπτέμβριο του 2018, μειωμένο κατά 9,3 ποσοστιαίες μονάδες από το ιστορικά υψηλό που σημειώθηκε στα μέσα του 2013, ενισχύοντας το διαθέσιμο εισόδημα παρά το υψηλό φορολογικό βάρος στην εργασία και τις υψηλές ασφαλιστικές εισφορές.
Μένει ώσπου να φύγει…
Τούτο οδήγησε σε ενίσχυση της ιδιωτικής καταναλώσεως ενώ η επενδυτική δαπάνη παραμένει ασθενική, διαμορφώνοντας ένα αναπτυξιακό μοντέλο για τα επόμενα έτη που δεν στηρίζεται σε αύξηση της παραγωγικότητας. Αξίζει να φωτίσουμε λίγο περισσότερο το συγκεκριμένο σημείο.
Ο ρυθμός οικονομικής μεγεθύνσεως της ελληνικής οικονομίας μπορεί να ορισθεί ως το άθροισμα δύο συνιστωσών, της μεταβολής της απασχολήσεως και της μεταβολής της παραγωγικότητας της εργασίας. Η αύξηση του ελληνικού ακαθαρίστου εγχωρίου προϊόντος προέρχεται ουσιαστικά από τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας. Και τούτο διότι η μεταβολή στην παραγωγικότητα, που ήταν αρνητική την προηγούμενη εξαετία, είναι πλέον σχεδόν μηδενική, με αποτέλεσμα ο ρυθμός μεγεθύνσεως να ισούται, σχεδόν, με τη μεταβολή στην απασχόληση (jobs driven recovery).
Η ασθενική συμβολή της παραγωγικότητας της εργασίας στην τρέχουσα φάση του οικονομικού κύκλου συνδέεται με το γεγονός ότι η επενδυτική δαπάνη κατά τη διάρκεια της μακράς οικονομικής υφέσεως υποχώρησε σημαντικά εξασθενίζοντας το απόθεμα του παραγωγικού κεφαλαίου της χώρας, καθώς για μεγάλο χρονικό διάστημα το ποσοστό αποσβέσεων υπερέβαινε το σχηματισμό παγίου κεφαλαίου.
Αποτέλεσμα αυτού είναι ο παραγωγικός συντελεστής της εργασίας να συνεργάζεται με χαμηλότερης ποιότητας κεφάλαιο αφού αυτό δεν έχει ανανεωθεί στον απαιτούμενο βαθμό και παράλληλα δεν ενσωματώνει τον ενδεδειγμένο βαθμό τεχνολογικών καινοτομιών που έλαβαν χώρα την τελευταία δεκαετία. Η βασική λοιπόν πρόκληση για την ελληνική οικονομία το 2019 είναι η έλευση ενός θετικού επενδυτικού shock.
Τέλος, ο δείκτης τιμών κατοικιών αυξήθηκε το 2018 για πρώτη φορά από το 2009.
Η ανάκαμψη των συνθηκών στην αγορά ακινήτων αναμένεται να συνεχισθεί καθώς συνδέεται τόσο με την ανοδική φάση του οικονομικού κύκλου όσο και με πρόσθετους διαρθρωτικούς παράγοντες. Αυτοί αναφέρονται αφενός στην επέκταση της βραχυχρόνιας μισθώσεως ακινήτων μέσω ορισμένων δημοφιλών ψηφιακών τόπων (sharing economy) και αφετέρου στην υιοθέτηση του προγράμματος χορηγήσεως άδειας διαμονής στην Ελλάδα σε πολίτες τρίτων χωρών που αποκτούν ακίνητο σημαντικής αξίας.
Ο Παναγιώτης Καπόπουλος είναι Διευθυντής Διευθύνσεως Οικονομικών Μελετών της Alpha Bank
Από το ειδικό ένθετο Οικονομία που κυκλοφορεί με τον Ελεύθερο Τύπο της Κυριακής
[dynamic-sidebar id=”post-area-diabaste”]