Γράφει η Δέσποινα Κονταράκη
Τώρα, θέλει από υπουργός να γίνει δήμαρχος. Ουδέν μεμπτόν, αφού, ως γνωστόν, οι φιλοδοξίες δεν έχουν ταβάνι, ακόμα και αν ο φιλοδοξών θεωρεί φυσιολογική εξέλιξη να διατρέξει σε τρία χρόνια όσα άλλοι χρειάζονται τρεις δεκαετίες.
ΜΕ ΜΙΑ ΣΥΝΤΟΜΗ ματιά στο βιογραφικό της βλέπουμε ότι σπούδασε Ψυχολογία στο ΑΠΘ, ενεργοποιήθηκε από μικρή στο κόμμα και τον Ιανουάριο του 2015 ήταν υποψήφια βουλευτής με τον ΣΥΡΙΖΑ. Δεν κατόρθωσε να εκλεγεί αλλά δεν έμεινε αναξιοποίητη. Τον Νοέμβριο του ’16 ανέλαβε διευθύντρια του πρωθυπουργικού γραφείου στη Θεσσαλονίκη και τον Αύγουστο του ’18 έγινε υφυπουργός Εσωτερικών με αρμοδιότητα τον τομέα Μακεδονίας και Θράκης. Πριν από λίγες ημέρες ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας ανακοίνωσε και την υποψηφιότητά της για το Δήμο Θεσσαλονίκης.
ΤΟ ΝΕΑΡΟ της ηλικίας της είναι το τελευταίο για το οποίο θα πρέπει να απολογηθεί η Κατερίνα Νοτοπούλου. Αυτό όμως που δεν συνάδει με τα βιολογικά της έτη είναι η πολιτική αλαζονεία που κόλλησε από την υπερβολική τριβή της με το κόμμα. Μια αλαζονεία που φάνηκε στο επιθετικό σχόλιο με το οποίο «απάντησε» στον Γιάννη Μπουτάρη, όταν εκείνος καταδίκασε τα κομματικά χρίσματα.
Σύγχυση ταυτοτήτων, απώλεια ισορροπίας
«ΟΤΑΝ Ο Γ. ΜΠΟΥΤΑΡΗΣ έπεσε θύμα του υφέρποντος σκοταδισμού, ο Αλέξης Τσίπρας και όλοι μας όχι μόνο τον στηρίξαμε, αλλά ο ίδιος ο πρωθυπουργός τον έχρισε ηγέτη του προοδευτικού δημοκρατικού μετώπου. Τότε ήταν κομματική υποψηφιότητα; Το 2010 και το 2014, όταν οι κομματικές στηρίξεις ήταν επιδίωξή του, είναι τόσο μακριά; Πήρε δέκα μέρες στο δήμαρχο, από τη συνάντησή του με τον Νίκο Ταχιάο, για να καταλάβει πόσο θλιβερές είναι οι κομματικές υποψηφιότητες; Σ’ εμένα είναι χρίσμα και χειραγώγηση, ενώ στον Γιάννη Μπουτάρη είναι στήριξη της αδέσμευτης και ακομμάτιστης Αυτοδιοίκησης. Δήμαρχε, περίμενα δέκα μέρες πριν να κάνεις μια δήλωση για την περίοδο 1999- 2006. Τελικά, δεν ξέρω ποιος πρέπει να λυπάται…», έγραψε.
ΑΡΑ, ΑΝ ΚΑΤΑΛΑΒΑΙΝΟΥΜΕ καλά, σύμφωνα με την κ. Νοτοπούλου η καταδίκη της φασιστικής επίθεσης που δέχθηκε ο δήμαρχος έγινε από τον Αλέξη Τσίπρα με «αντάλλαγμα» την εύνοια Μπουτάρη. Με αυτήν τη λογική δηλαδή θα έπρεπε να πιστέψουμε ότι η Νέα Δημοκρατία, που υποστήριξε το δήμαρχο για το ίδιο γεγονός, τον έχρισε υποψήφιό της; Αστεία πράγματα, εκτός και αν στον ΣΥΡΙΖΑ δεν κάνουν τίποτα χωρίς πολιτική ανταμοιβή. Οσο για το ότι ο πρωθυπουργός «τον έχρισε ηγέτη του προοδευτικού δημοκρατικού μετώπου» όπως… μετριοπαθώς έγραψε, μάλλον δεν θυμάται την αντίδραση του Γ. Μπουτάρη, ο οποίος φρόντισε αμέσως να διαχωρίσει τη θέση του. «Του ξεκαθάρισα ότι δεν είμαι ούτε θα γίνω ούτε θα ψηφίσω ΣΥΡΙΖΑ. Και του είπα πως, αν θέλετε, να μας στηρίξετε αλλά μη ζητήσετε ανταλλάγματα, όπως ακριβώς μας στήριξε και ο Γιώργος Παπανδρέου, χωρίς ανταλλάγματα.
ΤΕΛΙΚΑ, ΑΥΤΟ ΠΟΥ δεν καταλαβαίνει η κ. Νοτοπούλου είναι πως όντως υπάρχουν κάποιοι οι οποίοι δηλώνουν σοσιαλιστές, προοδευτικοί ή φιλελεύθεροι χωρίς να πρέπει να μαντρωθούν σε κάποιο κόμμα. Η ίδια ανήκει στα παιδιά του κομματικού σωλήνα και γι’ αυτό δεν αντιλαμβάνεται τη λεπτή διαφορά μεταξύ ενός κομματικού υποψηφίου και μιας ανεξάρτητης υποψηφιότητας με τη στήριξη κάποιων παρατάξεων. Οσο για την προεκλογική περίοδο που έχει μπροστά της, όπως όλα δείχνουν, θα ασχοληθεί περισσότερο με την περίοδο 1999-2006, παρά με το μέλλον της Θεσσαλονίκης. Πάντως, απέναντί της δεν είναι ο Παπαγεωργόπουλος και το παρελθόν. Είναι ο Νίκος Ταχιάος, ένας επίσης νέος άνθρωπος, γέννημα θρέμμα της Θεσσαλονίκης, με τρέλα για την πόλη του και, κυρίως, σταθερή άποψη για τους ανθρώπους.
*Η Δέσποινα Κονταράκη είναι αρχισυντάκτρια του Ελεύθερου Τύπου
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου της Κυριακής
[dynamic-sidebar id=”post-area-diabaste”]