Εν ψυχρώ εκτελέσεις, δράση συμμοριών, ξεκαθάρισμα λογαριασμών, ληστείες, ναρκωτικά συνθέτουν ένα σκηνικό ακραίας παρανομίας που παραπέμπει σε εικόνες Μπογκοτά.
Είναι φανερό ότι το στοίχημα της δημόσιας ασφάλειας έχει χαθεί από την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ. Η εγκληματική δραστηριότητα του δρόμου έχει αυξηθεί δραματικά τα τελευταία χρόνια, σύμφωνα με επίσημες εκθέσεις της Ελληνικής Αστυνομίας, οι μπαχαλάκηδες δρουν κατά το δοκούν με βανδαλισμούς δημοσίων και ιδιωτικών κτιρίων, οι έμποροι ναρκωτικών έχουν πιάσει έδρα σε πανεπιστημιακά κτίρια, μαφιόζοι και νονοί δίνουν τον δικό τους πόλεμο με ραντεβού θανάτου και εν ψυχρώ δολοφονίες.
Η Δώρα, η Γαρυφαλλιά και αύριο;
Εχουν γίνει πολλές καταγγελίες από στελέχη της αστυνομίας ότι δεν υπάρχει πολιτική βούληση από πλευράς της κυβέρνησης, προκειμένου να παταχθεί η εγκληματικότητα. Αντιθέτως, διαπιστώνεται μια αποδυνάμωση των διωκτικών αρχών και ως προς το έμψυχο δυναμικό και τα μέσα που διατίθενται για περιπολίες κ.λπ. Κυρίως, όμως, ως προς την εφαρμογή των επιχειρησιακών σχεδίων για την άμεση ενεργοποίηση της Αστυνομίας, όπου χρειάζεται, αντί να παραμένει αδρανής, όπως σε αρκετές περιπτώσεις συμβαίνει επί των ημερών του ΣΥΡΙΖΑ.
Ολη αυτή η δυσάρεστη κατάσταση, που έχει δημιουργηθεί με την αύξηση της εγκληματικότητας, πέρα από τις σοβαρές κοινωνικές διαστάσεις που έχει στο αίσθημα της ασφάλειας των πολιτών, έχει προφανώς και οικονομικές επιπτώσεις.
Γιατί ποιος σοβαρός επενδυτής θα έλθει να βάλει τα λεφτά του σε μια χώρα που δεν είναι ασφαλής, με την εγκληματικότητα να οργιάζει και το ξεκαθάρισμα λογαριασμών μεταξύ ανθρώπων του κοινού ποινικού δικαίου να βρίσκεται στην ημερήσια διάταξη.
Πριν φθάσουμε πραγματικά σε επίπεδα Κολομβίας, θα πρέπει να υπάρξει η πολιτική βούληση ώστε οι αστυνομικές αρχές να δράσουν με αποτελεσματικό τρόπο και να μην υπάρχει καμία ανοχή στη βία και την εγκληματικότητα.
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου
[dynamic-sidebar id=”post-area-diabaste”]