Γράφει ο Γιάννης Παπαδάτος
Τραμπ, Μπάιντεν και το δράμα των ομήρων
Η πρόεδρος Ντίλμα Ρούσεφ θα περάσει ειδικό δικαστήριο για μαγείρεμα του προϋπολογισμού. Ο αντικαταστάτης της Μισέλ Τέμερ είναι ακόμη πιο διεφθαρμένος (χωμένος βαθιά στα… έλαια της Petrobras) και ο κόσμος ήδη διαδηλώνει σε βάρος του. Ο δήμος του Ρίο κρατήθηκε με σωληνάκι στη ζωή και η χώρα δεν απέχει πολύ από το «κραχ». Αρα το πιθανότερο είναι η οργή του κόσμου να ξεχειλίσει ασυγκράτητη για το διπλό φαγοπότι πολιτικών-εργολάβων στο Μουντιάλ του 2014 και στην Ολυμπιάδα, που είχε ως παράπλευρη συνέπεια την καταστροφή της μεσαίας τάξης. Κοντολογίς με το τέλος της γιορτής θα βγουν όλα τα τζίνια από το λυχνάρι.
Ενα μέγα ζήτημα είναι τι θα απογίνει με τις ολυμπιακές εγκαταστάσεις και τις υποδομές των Αγώνων. Θα τις εκμεταλλευτεί το Ρίο για να αλλάξει πρόσωπο προς το καλύτερο, όπως πέτυχε η Βαρκελώνη το 1992, ή θα έχουν τη γνωστή μοίρα της Αθήνας του 2004, που ξέμεινε με ένα σωρό κτίρια-ελέφαντες κι ένα σκανδαλώδες «ολυμπιακό έλλειμμα» που συνέβαλε τα μέγιστα στη χρεοκοπία του 2010;
Το τελευταίο ερώτημα απασχολεί έντονα τους Ιταλούς, υποψήφιους διοργανωτές των Ολυμπιακών του 2024 μαζί με το Παρίσι και το Λος Αντζελες. Σε άρθρο του, λοιπόν, στη La Stampa, ο παγκοσμίου φήμης Ιταλός αρχιτέκτονας, πολιτικός μηχανικός και καθηγητής του ΜΙΤ, Κάρλο Ράτι, βλέπει το ποτήρι μάλλον μισοάδειο. Θεωρεί κοινωνικά απαράδεκτο το κόστος των ολυμπιακών έργων και μάλλον αποτυχημένη την αξιοποίηση του Ολυμπιακού Πάρκου ως οικιστικό συγκρότημα. Απορρίπτει την αισθητική του «Μουσείου του Αύριο» του Σαντιάγο Καλατράβα, αναγνωρίζοντας μόνο τη χρησιμότητα των νέων συγκοινωνιακών υποδομών και νέων οδικών αξόνων, που άνοιξαν την «ενδοχώρα» του Ρίο στη θάλασσα. Ρώμη ακούς;