Γράφει ο Γιώργος Κουμπαράκης
Αυτό που με ξένισε και συνεχίζει να με ξενίζει ήταν οι σχολιασμοί που κάλυπταν τις αναφορές στο παραπάνω περιστατικό. «Του πήραν το σπίτι, καλά του έκαναν», «Ήθελε μεγάλη ζωή, καλά να πάθει». «Έμεινε χωρίς δουλειά και χάνει το σπίτι του, καλά να πάθει. Όταν δούλευε κοιτούσε να κάνει μεγάλη ζωή και δεν έκανε τα κουμάντα του, δεν φταίει κανένας άλλος παρά μόνο αυτός». Κοινός παρονομαστής της παραπάνω ιστορίας είναι το μίσος.
Το μίσος αποτελεί έναν τρόπο για να ανεβάσουν κάποιες πολιτικές δυνάμεις τα ποσοστά δημοφιλούς αποδοχής τους και για βρεθούν κάποιες άλλες στα σαλόνια της εξουσίας. Πώς; Μα φυσικά εκμεταλλευόμενες τη διάχυτη διάθεση μιας μεγάλης μερίδας του κόσμου για εκδίκηση απέναντι σε όσους πιστεύουν πως είναι υπεύθυνοι για την κατάσταση στην οποία βρέθηκαν σήμερα και απέναντι σε εκείνους που διέψευσαν τις προσδοκίες τους.
Το μίσος είναι αυτό που μετέφερε κάποιες πολιτικές δυνάμεις στα σαλόνια της εξουσίας. Το μίσος είναι αυτό που εκτόξευσε τη δημοτικότητα στα ύψη πολιτικών προσώπων όπως η Λεπέν, ο Σαλβίνι, ο Κουρτς, ο Ορμπάν και το μίσος είναι αυτό που θα αναδείξει και πολλούς άλλους που ακολουθούν, το κύμα το οποίο ώρα με την ώρα πλέον δυναμώνει.
Η Δώρα, η Γαρυφαλλιά και αύριο;
Σήμερα ζούμε σε μια χώρα της οποίας η κυβέρνηση νομιμοποιεί μεθόδους πολιτικού χουλιγκανισμού με την πρόφαση του κάτι απόλυτα φυσιολογικού στο πλαίσιο των δικαιωμάτων που παράγει η δημοκρατία. Ζούμε σε μια χώρα στην οποία ο σημερινός συνασπισμός πολικών κομμάτων που μας κυβερνούν εκμεταλλεύτηκε προεκλογικά το κύμα του μίσους που είχε δημιουργηθεί για να κυβερνήσει και συνεχίζει να εκμεταλλεύεται το κύμα του μίσους προκαλώντας διχασμό προκειμένου να συνεχίσει να κυβερνά.
Η σε πολλές περιπτώσεις μεθοδευμένη εισδοχή του μίσους στην καθημερινότητά μας δεν είναι απλά προοίμιο στο κεφάλαιο του διχασμού αλλά και η πραγματική ρίζα του προβλήματος. Ενός προβλήματος για το οποίο οι σημερινοί κυβερνώντες φέρουν τεράστια ευθύνη, καθώς είναι αυτοί που τάισαν με μίσος και εκμεταλλεύτηκαν πολιτικά τα χειρότερα ένστικτα ενός εξαθλιωμένου από την κρίση λαού.
Κλείνοντας, σκέφτομαι πως σήμερα οι συνθήκες έχουν αλλάξει άρδην, η πολιτική δεν είναι αυτή που ήταν κάποτε και ειδικά σε μια χώρα χωρίς ηθικό προσανατολισμό, στην οποία η μεγαλύτερη μερίδα του κόσμου κινείται καθημερινά στα όρια του μίσους: «για τους άλλους που έφταιξαν», «για εκείνον που καλά έπαθε», «για εκείνον που ήθελε μεγάλη ζωή».
Και δυστυχώς όσο δεν βρίσκονται λύσεις τόσο το μίσος θα συνεχίζει να θολώνει τα μονοπάτια της ορθής κρίσης, τόσο δυνάμεις πρόθυμες να εκμεταλλευτούν αυτή του την ιδιότητα θα κερδίζουν όλο και περισσότερο έδαφος και τόσο το μίσος θα συνεχίζει να αποτελεί το καύσιμο ακραίων και λαϊκίστικων δυνάμεων στο δρόμο τους για την εξουσία.
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου
[dynamic-sidebar id=”post-area-diabaste”]