Γράφει η Δέσποινα Κονταράκη*
Ενα σαρωτικό κύμα αλλαγών στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση βρίσκεται σε εξέλιξη, αλλάζοντας άρδην το χάρτη των ΑΕΙ και των ΤΕΙ που ξέραμε για δεκαετίες. Στην ουσία, αυτό που υλοποιείται κομμάτι κομμάτι από το υπουργείο Παιδείας είναι η κατάργηση των ΤΕΙ, αφού είτε «πανεπιστημικοποιούνται», όπως τα ΤΕΙ Αθηνών και Πειραιώς, είτε απορροφώνται από άλλα πανεπιστήμια. Είναι άραγε αυτό το τέλος της τεχνολογικής εκπαίδευσης;
Ο υπουργός Παιδείας Κώστας Γαβρόγλου απαντά «όχι» και βάλλει κατά των ακαδημαϊκών που αντιδρούν στη μεταρρύθμιση. Το εύκολο είναι να διαλέξει κάποιος στρατόπεδο, το δύσκολο είναι να καταλάβει τι ακριβώς συμβαίνει. Και αυτό γιατί τα όσα ανακοινώνονται τη μια μέρα και υλοποιούνται την επομένη, με ταχύτητα που εκπλήσσει και προβληματίζει, περισσότερο επιτείνουν την σύγχυση παρά τη διαλύουν. Τα ερωτήματα είναι πολλά, όπως τι ακριβώς θα ισχύσει με τα επαγγελματικά δικαιώματα. Αναπάντητο είναι και το ερώτημα τι ακριβώς θα ισχύσει για τους φοιτητές των τμημάτων που καταργούνται. Χθες, για παράδειγμα, ο κ. Γαβρόγλου ανακοίνωσε ότι τα τμήματα του νέου Ιονίου Πανεπιστημίου και του νέου Πανεπιστημίου Ιωαννίνων θα πάρουν τους πρώτους φοιτητές τον Σεπτέμβριο του 2019.
Μένει ώσπου να φύγει…
Οταν λοιπόν ρωτήθηκε για τους υπόλοιπους φοιτητές που θα ολοκληρώνουν τις σπουδές τους στο πρόγραμμα σπουδών που έχουν από τα ΤΕΙ, απάντησε ως εξής: «Πριν πάρουν το πτυχίο τους θα πουν αν θέλουν να πάρουν πτυχίο ΤΕΙ ή αν θέλουν να συνεχίσουν να πάρουν πτυχίο του πανεπιστημίου. Αλλά αυτό θα αποφασιστεί από τα επιμέρους τμήματα. Τα επιμέρους τμήματα θα αποφασίσουν αν ένας φοιτητής ή φοιτήτρια έχει ολοκληρώσει, πόσα καινούργια μαθήματα πρέπει να πάρει, για πόσο χρονικό διάστημα». Δηλαδή στην καλύτερη των περιπτώσεων θα έχουμε φοιτητές πολλών και διαφορετικών ταχυτήτων, αφού ο αριθμός των μαθημάτων και ο χρόνος των σπουδών θα επαφίονται στην εκάστοτε κρίση των τμημάτων.
Είναι προφανές ότι δεν υπάρχουν οι απαραίτητες μελέτες σκοπιμότητας, ούτε κάποιο λεπτομερές σχέδιο για μια τέτοια κομβική μετάλλαξη της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης. Ή αν υπάρχουν, τότε το υπουργείο κάποιο λάθος έχει κάνει στην ενημέρωση και επικοινωνία του θέματος, κάτι που φαίνεται από τις συλλογικές αντιδράσεις της ακαδημαϊκής κοινότητας. Οι οποίες ούτε «κλαψουρίσματα» είναι, όπως τις χαρακτήρισε ο υπουργός, ούτε ιδεολογικό πρόσημο έχουν. Ειδικά το τελευταίο, μάλιστα, θα ήταν το τελευταίο που θα περίμενε να ακούσει κάποιος από μια κυβέρνηση που έχει διακριθεί για την ιδεοληψία της.
*Η Δέσποινα Κονταράκη είναι αρχισυντάκτρια του Ελεύθερου Τύπου
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου
[dynamic-sidebar id=”post-area-diabaste”]