Το παράδοξο στην ελληνική αγορά καυσίμων είναι ότι η αύξηση στην τιμή της βενζίνης και των πετρελαιοειδών γίνεται αμέσως μετά τη διεθνή άνοδο των τιμών πετρελαίου. Με άλλα λόγια, πρατηριούχοι και εταιρείες καυσίμων παρακολουθούν τις διεθνείς τιμές και αντιδρούν σχεδόν ακαριαία ανεβάζοντας και τις εγχώριες τιμές για την πώληση προϊόντων που έχουν ήδη ως αποθέματα, αφού μπορεί να έχουν παραλάβει τις συγκεκριμένες ποσότητες εδώ και μήνες και με χαμηλότερες τιμές, ενώ η αύξηση αφορά παραγγελίες για τους επόμενους μήνες.
Αντιθέτως, όταν η διεθνής τιμή του πετρελαίου πέφτει, η μείωση της τιμής της αμόλυβδης και του πετρελαίου στην Ελλάδα γίνεται με εξαιρετικά αργούς ρυθμούς και δεν είναι ιδιαίτερα αισθητή, αφού η πτώση της τιμής είναι κατά πολύ μικρότερη σε σχέση με την αύξηση που έχει προηγηθεί κάθε φορά.
Κλιμάκωση χωρίς κέρδος
Με αυτό τον τρόπο, οι τιμές των καυσίμων βρίσκονται μονίμως στα ύψη. Βεβαίως, είναι αλήθεια ότι στις ακριβές τιμές τον μεγαλύτερο ρόλο παίζει η υψηλή φορολογία, η οποία ξεπερνά το 70% της τιμής της μονάδας του καυσίμου, με αποτέλεσμα επειδή τα περιθώρια κέρδους στην αλυσίδα παραγωγής, διανομής και πώλησης είναι πιο μικρά, να ωθούν σε κερδοσκοπία με την εκμετάλλευση των διεθνών τιμών. Σε κάθε περίπτωση, όμως, ο κρατικός έλεγχος στο όλο σύστημα εισαγωγής, διανομής και λιανικής πώλησης των πετρελαιοειδών είναι ανύπαρκτος, με αποτέλεσμα το λαθρεμπόριο που υποτίθεται ότι θα αντιμετώπιζε η κυβέρνηση, να οργιάζει και το κράτος να χάνει έσοδα.
Η άνοδος της τιμής των καυσίμων αναμένεται πάντως να προκαλέσει και άλλα σοβαρά προβλήματα, οδηγώντας σε αυξήσεις τιμών σε μια σειρά προϊόντων και υπηρεσιών που εξαρτώνται άμεσα από τα καύσιμα, όπως είναι τα εισιτήρια στα μέσα μεταφοράς, οδηγώντας σε απόγνωση τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις και παγώνοντας την αγορά που προσπαθεί να αναθερμανθεί.
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου
[dynamic-sidebar id=”post-area-diabaste”]