Γράφει ο Γιώργος Κουμπαράκης
Ποιοι πολίτες; Μα φυσικά οι πολίτες μιας χώρας της οποίας ο πρωθυπουργός αποδεικνύεται διαρκώς κατώτερος των περιστάσεων. Θύματα οι Ελληνες πολίτες, οι οποίοι βρίσκονται εγκλωβισμένοι μεταξύ φαινομένων κακοδιοίκησης και πρωτογενούς εκμετάλλευσης του κράτους. Μιας εκμετάλλευσης η οποία περνάει μέσα από ένα καθεστώς πολυνομίας, γραφειοκρατίας και πρωτοφανούς διαφθοράς που κοστίζει στη χώρα 14 δισ. το χρόνο -σύμφωνα με τα στοιχεία της Διεθνούς Διαφάνειας Ελλάς- και αυξάνει το κόστος του επιχειρείν κατά 12%.
Φύρδην μίγδην οργάνωση του Δημοσίου. Ενός δημόσιου τομέα, ο οποίος χαρακτηρίζεται -σε σύγκριση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες- ως ψηφιακά υποανάπτυκτος. Συγκεντρωτισμός των αρμοδιοτήτων σε άτομα που πολλές φορές καταλαμβάνουν πλήρως αναξιοκρατικά περισσότερες από μία θέσεις προϊσταμένων.
Ο λόγος; Προφανώς για να ελέγχεται και να μην μοιράζεται το παιχνίδι. Το αποτέλεσμα είναι η παντελής έλλειψη συντονισμού του Δημοσίου και ο εκμηδενισμός της ποιότητας των παρεχόμενων υπηρεσιών. Και μιας και αναφερθήκαμε στην αναξιοκρατία, αρκεί μόνο να μείνουμε στην ψήφιση νόμων για αξιοκρατική αξιολόγηση του ανθρώπινου δυναμικού του Δημοσίου, οι οποίοι όχι απλά δεν εφαρμόζονται, αλλά παραβιάζονται πρωτοφανώς, παραγκωνίζοντας τους ικανούς και εξαλείφοντας την όποια προοπτική για αύξηση της παραγωγικότητας του Δημοσίου.
2014 και 2024, ομοιότητες και διαφορές
Η εξίσωση, παρότι πολυπαραγοντική ως προς τη σύνθεσή της, είναι εξαιρετικά απλή ως προς τη επίλυσή της. Αντιμετωπίζοντας την πολυνομία, αντιμετωπίζεις τα πλοκάμια της που απαντούν στο όνομα «γραφειοκρατία» και «διαφθορά». Με ποιο τρόπο; Ολα ξεκινάνε από την εμπέδωση και εφαρμογή στην πράξη της φράσης: «Ο κατάλληλος άνθρωπος στην κατάλληλη θέση». Η φράση αυτή εμπεριέχει μια εγγενή τάση για αλλαγή. Αλλαγή νοοτροπίας. Αλλαγή σελίδας, που τόσο πολύ έχει ανάγκη ο τόπος!
Προκειμένου, όμως, να εφαρμοστεί η παραπάνω φράση και να επιφέρουμε τα επιθυμητά αποτελέσματα, πρέπει πρώτα και πριν από όλα να πραγματοποιήσουμε βέλτιστη αξιοποίηση του ανθρώπινου δυναμικού στο Δημόσιο, η οποία θα περνάει μέσα από την ταύτιση της επιβράβευσης με την αποτελεσματικότητα με όρους αξιοκρατίας, διαφάνειας και χρηστής διακυβέρνησης.
Μιας διακυβέρνησης που εξυπηρετεί τον πολίτη χωρίς να απαιτεί φυσική παρουσία. Η οποία θα εφαρμόζει την υπηρεσία της μίας στάσης με σκοπό την ταχύτερη και ποιοτικότερη προώθηση των υπηρεσιών του Δημοσίου. Θα διασυνδέει ψηφιακά τις υπηρεσίες μεταξύ τους. Θα αναπτύσσεται γύρω από ένα καθηκοντολόγιο, το οποίο θα προσδιορίζει επακριβώς την ατομική ευθύνη, το ρόλο και τις αρμοδιότητες του δημόσιου λειτουργού και θα αξιολογεί την επίτευξη των προκαθορισμένων στόχων ανά υπάλληλο. Θα συνδέει με κριτήρια απόδοσης, αποτελεσματικότητας και παραγωγικότητας τη μισθολογική και διοικητική εξέλιξη του κάθε υπαλλήλου και δεν θα διστάζει να μετακινήσει αντιπαραγωγικούς υπαλλήλους. Θα επενδύει σε πολιτικές εκπαίδευσης και διαρκούς επιμόρφωσης των υπαλλήλων, θα αναθέτει λειτουργίες των δημόσιων υπηρεσιών στον ιδιωτικό τομέα (outsourcing) εποπτεύοντας τη διαχείριση αυτών. Τότε και μόνον τότε θα μπορούμε να μιλάμε για μια χρηστή Δημόσια Διοίκηση στην υπηρεσία του πολίτη και να θέσουμε θεμέλια για τη δημιουργία σχέσης εμπιστοσύνης κράτους – πολίτη.
Μια σχέση η οποία θα τερματίσει τη μετατροπή του κράτους σε μαγαζάκι ικανοποίησης ιδιοτελών και μικροκομματικών συμφερόντων. Ολα αυτά όμως για να συμβούν προαπαιτούν την τοποθέτηση του κατάλληλου ανθρώπου στην κατάλληλη θέση, αρχής γενομένης από τον πρωθυπουργό.
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου
[dynamic-sidebar id=”post-area-diabaste”]