Η υπογλυκαιμία αποτελεί μία οξεία επιπλοκή του σακχαρώδους διαβήτη, για την οποία ο ασθενής χρειάζεται να είναι πάντα προετοιμασμένος. Δεν αποκλείεται ένα τέτοιο υπογλυκαιμικό επεισόδιο να προκύψει ακόμα και κατά τη διάρκεια της εργασίας. Τι θα πρέπει, όμως, να τον υποψιάσει ότι πιθανόν να έχουν μειωθεί τα επίπεδα της γλυκόζης στο αίμα του, ώστε να δράσει έγκαιρα;
Τα συμπτώματα της υπογλυκαιμίας… δεν παίρνουν ρεπό
Τα συμπτώματα της υπογλυκαιμίας είναι συνήθως δύο ειδών:
- Τα αδρενεργικά συμπτώματα, τα οποία προέρχονται από τη διέγερση του αυτόνομου νευρικού συστήματος (έκκριση κατεχολαμινών) και περιλαμβάνουν εφίδρωση, άγχος, περιχείλιες αιμωδίες, ναυτία, αίσθημα θερμότητας, ταχυκαρδία, αίσθημα παλμών και τρομώδεις κινήσεις.
- Τα γλυκοπενικά συμπτώματα, τα οποία οφείλονται στη μειωμένη τροφοδοσία του εγκεφάλου με γλυκόζη. Αυτά περιλαμβάνουν κεφαλαλγία, ελάττωση της συγκέντρωσης, δυσαρθρία, διαταραχή της συμπεριφοράς, σύγχυση, υπνηλία, λήθαργο, σπασμούς και, στη σοβαρότερη περίπτωση, κώμα.
«Ωστόσο», όπως παρατηρεί ο ειδικός παθολόγος-διαβητολόγος κ. Κωνσταντίνος Μπαλαμπάνης, «είναι πιθανό να υπάρξουν και συμπτώματα μη ειδικής αιτιολογίας, όπως η πείνα, η αδυναμία, το θάμβος όρασης και η διπλωπία…».
«…Προκειμένου ένας ασθενής με διαβήτη να είναι προετοιμασμένος για μια τέτοια υπογλυκαιμική κρίση που ενδεχομένως να εκδηλωθεί ενώ βρίσκεται στην εργασία του, καλό είναι να έχει μαζί του παστίλιες γλυκόζης ή τζελ γλυκόζης, καθώς και μία ένεση γλυκαγόνης ή μία ρινική γλυκαγόνη».
Προς αποφυγήν υπογλυκαιμίας
Ενώ ο ασθενής βρίσκεται εκτός σπιτιού, θα πρέπει να φροντίσει να αποφεύγει:
- Την υπέρβαση της δόσης της ινσουλίνης ή των ινσουλινοεκκριτικών φαρμάκων, η οποία απαιτείται για την επίτευξη ευγλυκαιμίας, λόγω λανθασμένης εκτίμησης.
- Την ένεση της ινσουλίνης ενδομυϊκώς αντί υποδορίως.
- Την ένεση της ινσουλίνης σε περιοχή που ευρίσκονται μύες που πρόκειται να ασκηθούν αμέσως μετά την ένεση, με αποτέλεσμα την ταχύτερη του αναμενόμενου απορρόφηση της ινσουλίνης.
- Τη μυϊκή άσκηση χωρίς την απαιτούμενη πρόσληψη επιπλέον υδατανθράκων ή χωρίς την ανάλογη μείωση της δοσολογίας της ινσουλίνης.
- Την παράλειψη ή καθυστέρηση γεύματος ή τη μείωση της πρόσληψης της ενδεικνυόμενης κατά το γεύμα ποσότητας υδατανθράκων.
- Τη λήψη οινοπνεύματος επί νηστείας.
Ο χώρος εργασίας ίσως και να βοηθά στην πρόληψη υπογλυκαιμικών κρίσεων
«Tissue is the issue»: Ο δρόμος προς την εξατομίκευση της ογκολογικής θεραπείας
Αντιθέτως, κατά το διάστημα που βρίσκεται στην εργασία του, ενδείκνυται να ακολουθεί μία σταθερή «ρουτίνα» αναφορικά με τα γεύματά του, καταναλώνοντας μικρά γεύματα και snack ανά τακτά χρονικά διαστήματα.
Αν, παρ΄ όλα αυτά, ο ίδιος υποψιαστεί ότι παθαίνει υπογλυκαιμικό επεισόδιο, καλό είναι να προχωρήσει σε μέτρηση της γλυκόζης με μηχανή αυτοελέγχου (stick Glucose) ή CGM.
Αντιμετώπιση της υπογλυκαιμίας στο χώρο εργασίας
Η υπογλυκαιμία επιβάλλει τη λήψη θεραπευτικών μέτρων και υποδεικνύει την ανάγκη για πιθανή αναπροσαρμογή της αντιδιαβητικής αγωγής. Επιπλέον, απαιτείται επαγρύπνηση για να αποκλειστεί το ενδεχόμενο περαιτέρω πτώσης της γλυκόζης.
- Η υπογλυκαιμία <70 mg/dL σε άτομα με ΣΔ που διατηρούν τις αισθήσεις τους, αντιμετωπίζεται με από του στόματος λήψη 15-20 g γλυκόζης ή οποιασδήποτε μορφή υδατάνθρακα που περιέχει αυτή την ποσότητα γλυκόζης.
- Θα πρέπει να αποφεύγονται τροφές με συνύπαρξη λίπους (π.χ. σοκολάτα), διότι το λίπος καθυστερεί την απορρόφηση γλυκόζης και επιμηκύνει τη διάρκεια της υπογλυκαιμίας. Εάν μετά από 15 λεπτά τα συμπτώματα εξακολουθούν ή η γλυκόζη στο αίμα είναι <80 mg/dL, ενδείκνυται χορήγηση και πάλι 15-20 g. Μόλις η γλυκόζη επανέλθει στα φυσιολογικά επίπεδα, συνιστάται η λήψη μικρού γεύματος για να αποφευχθεί επιδείνωση της υπογλυκαιμίας.
- Η σοβαρή υπογλυκαιμία στα άτομα με Σακχαρώδη Διαβήτη τύπου 1 αντιμετωπίζεται με χορήγηση 1 mg γλυκαγόνης υποδόρια ή ενδομυϊκά από τους οικείους/συναδέλφους του ατόμου με Σακχαρώδη Διαβήτη. Η γλυκαγόνη πρέπει να συνταγογραφείται σε άτομα με υψηλό κίνδυνο υπογλυκαιμίας επιπέδου 2 ή/και σοβαρής υπογλυκαιμίας.
Στην Ελλάδα διατίθεται γλυκαγόνη ρινικής χορήγησης 3 mg, η οποία ενδείκνυται για την αντιμετώπιση της σοβαρής υπογλυκαιμίας σε ενήλικες, εφήβους και παιδιά ηλικίας άνω των 4 ετών. Η γλυκαγόνη απορροφάται παθητικά μέσω του ρινικού βλεννογόνου, και η χορήγησή της γίνεται ευκολότερα και γρηγορότερα σε σχέση με την ενέσιμη. Επιπλέον, η ρινική γλυκαγόνη μπορεί να φυλάσσεται σε θερμοκρασία δωματίου.
Πότε πρέπει να μεταβείτε σε νοσοκομείο
«Οι παρατεινόμενες υπογλυκαιμίες χρήζουν αντιμετώπισης σε νοσοκομειακή μονάδα, όπου χορηγείται ενδονοσοκομειακά ενδοφλέβια χορήγηση 10-30 g γλυκόζης ως διάλυμα 35% (calorose) και συνεχής ενδοφλέβια έγχυση διαλύματος γλυκόζης», επισημαίνει ο κ. Μπαλαμπάνης. «Σε σπάνιες περιπτώσεις, παράταση της κωματώδους κατάστασης παρά τη διόρθωση της υπογλυκαιμίας μπορεί να οφείλεται σε εγκεφαλικό οίδημα, που χρήζει άμεσης εντατικής αντιμετώπισης».
Ιδιαίτερη προσοχή απαιτείται στις υπογλυκαιμίες που οφείλονται στη χρήση σουλφονυλουριών, οι οποίες ενίοτε μπορεί να είναι πολύ παρατεταμένες και υποτροπιάζουσες. Στις περιπτώσεις αυτές απαιτείται συνεχής έγχυση ενδοφλεβίως γλυκόζης 5% τουλάχιστον για 12-72 ώρες και νοσοκομειακή παρακολούθηση.
Ενημερωμένοι συνάδελφοι
Είναι εξαιρετικά σημαντικό οι οικείοι και, στην προκειμένη περίπτωση, οι συνάδελφοι του ασθενούς να είναι ενημερωμένοι σε περίπτωση που προκύψει ένα τέτοιο υπογλυκαιμικό επεισόδιο, καθώς είναι οι μοναδικοί που μπορούν να βοηθήσουν σε περίπτωση βαριάς υπογλυκαιμίας που συνοδεύεται με απώλεια συνείδησης ή αυτοελέγχου. Καλό είναι, λοιπόν, να έχουν εκπαιδευτεί στη χορήγηση γλυκαγόνης, ώστε να μπορέσουν να δράσουν άμεσα.