Με αυτά τα λόγια η Pernilla Ronnholm περιγράφει πώς έχασε το ένα από τα δίδυμά της, εξαιτίας ενός ανθεκτικού μικροβίου, του οποίου η ίδια ήταν φορέας αλλά δεν το γνώριζε.
Μια λοίμωξη την οδήγησε σε πρόωρο τοκετό. Ως εκείνη τη στιγμή ούτε οι γιατροί γνώριζαν τι προκάλεσε αυτή την εξέλιξη. Το διαπίστωσαν αργότερα. «Έμεινα στο νοσοκομείο πριν γεννήσω τα δίδυμα και πήρα αντιβίωση για δύο ημέρες. Και τα δύο γεννήθηκαν υγιή. Το ένα είχε μικρότερο βάρος και μια μικρή δυσκολία στην αναπνοή» αναφέρει στο ΑΠΕ – ΜΠΕ η Pernilla.
Την τέταρτη ημέρα η υγεία τού ενός από τα δύο κορίτσια, επιδεινώθηκε. Από τα τεστ που έγιναν στη μητέρα προέκυψε ότι είχε μολυνθεί από ένα εξαιρετικά ανθεκτικό στα αντιβιοτικά μικρόβιο. «Επρόκειτο για την Κλεμπσιέλλα της πνευμονίας (Klebsiella pneumoniae). Οκτώ ημέρες μετά τη γέννηση του, το κορίτσι μου πέθανε» αφηγείται στον Μιχάλη Κεφαλογιάννη, ο οποίος την συνάντησε στο πλαίσιο σεμιναρίου με θέμα την μικροβιακή αντοχή που οργάνωσε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή για δημοσιογράφους Υγείας στις Βρυξέλλες.
Μια εξαιρετικά επικίνδυνη κατάσταση για την οποία οι πολίτες δεν γνωρίζουν αρκετά
Η μικροβιακή αντοχή (ΜΑ) είναι η ικανότητα των μικροοργανισμών να επιβιώνουν ή να αναπτύσσονται παρά τις αντιμικροβιακές ουσίες (αντιβιοτικά) που κανονικά αναστέλλουν ή σκοτώνουν τον εν λόγω μικροοργανισμό.
Η μικροβιακή αντοχή στα υπάρχοντα αντιβιοτικά ευθύνεται ήδη για περισσότερους από 35.000 θανάτους κάθε χρόνο στην ΕΕ.
«Πρόκειται για μια σιωπηλή πανδημία που κοστίζει χιλιάδες ζωές, καθώς όλο και περισσότεροι άνθρωποι χάνονται από κάποια λοίμωξη κάθε χρόνο στην Ευρώπη» επισημαίνει η Στέλλα Κυριακίδη, Ευρωπαία Επίτροπος υπεύθυνη για την Υγεία και τα Τρόφιμα, και εκτιμά πως 10 εκατομμύρια άνθρωποι θα πεθαίνουν διεθνώς το 2050 εξαιτίας των λοιμώξεων που δεν θα μπορούν να αντιμετωπιστούν. «Πρόκειται για μια τεράστια πρόκληση για τα εθνικά συστήματα υγείας. Πήραμε πολλά μαθήματα από τη διαχείριση της πανδημίας Covid – με το σημαντικότερο αυτό της συνεργασίας – και αυτά θα αξιοποιήσουμε και εδώ».
Δυστυχώς, όπως επισημαίνουν οι ειδικοί, τα τελευταία 20 χρόνια, αυξάνει πιο γρήγορα η αντοχή των μικροβίων απ’ ό,τι αυξάνει η παραγωγή νέων αντιβιοτικών. Μιλούν πλέον για ένα «τσουνάμι σε αργή κίνηση», που όμως κατά κάποιο τρόπο είναι «αόρατο» και γι’ αυτό δύσκολο να επικοινωνηθεί και να κατανοηθεί από το ευρύ κοινό.
«Tissue is the issue»: Ο δρόμος προς την εξατομίκευση της ογκολογικής θεραπείας
Το 2035 θα είναι προτιμότερο να μένουμε σπίτι για μια νόσο, παρά να νοσηλευόμαστε στο νοσοκομείο
Όμως, πώς φτάσαμε σε αυτό το τέλμα; Τα πράγματα είναι ξεκάθαρα για την Roser Domenech-Amado, διευθύντρια του προγράμματος One Health της ΕΕ η οποία εξηγεί γιατί η αντοχή των μικροβίων στα αντιβιοτικά αναπτύσσεται ταχύτατα τα τελευταία χρόνια. «Χρησιμοποιούμε αντιβιοτικά για τα πάντα, ακόμη και για τα πιο απλά. Το ίδιο συμβαίνει και με τη βιομηχανία παραγωγής κρέατος, με αποτέλεσμα την μόλυνση του υδροφόρου ορίζοντα και των λαχανικών κατ’ επέκταση. Η κλιματική αλλαγή δυστυχώς, επιδεινώνει αυτή την κατάσταση».
Δυστυχώς, 1 στα 5 μικρόβια είναι ήδη ανθεκτικά στα υπάρχοντα αντιβιοτικά. Η μικροβιακή αντοχή φτάνει το 50% ή το ξεπερνά σε χώρες της Ευρώπης όπως η Ελλάδα και η Ρουμανία που εξακολουθούν να βρίσκονται στις πρώτες θέσεις όσον αφορά τη μικροβιακή αντοχή. «Το 2035 θα είναι προτιμότερο για κάποιον να αντιμετωπίζει ένα πρόβλημα υγείας στο σπίτι του απ’ ό,τι να νοσηλεύεται στο νοσοκομείο, λόγω των ανθεκτικών στα αντιβιοτικά ενδονοσοκομειακών μικροβίων» υποστήριξε η Domenech-Amado προκαλώντας αίσθηση στο ακροατήριο.
Την ίδια ώρα, η ευαισθητοποίηση του κοινού είναι εξαιρετικά χαμηλή, τόνισε και πρόσθεσε «Μάθαμε λόγω της πανδημίας Covid να πλένουμε τα χέρια μας, ας το συνεχίσουμε. Μην πιέζετε τους γιατρούς σας να σας συνταγογραφήσουν αντιβιοτικά. Μην παίρνεται τα αντιβιοτικά που έχουν ξεμείνει στο σπίτι ή αυτά που σας συνέστησε κάποιος φίλος. Βρείτε με τις κατάλληλες εξετάσεις το αντιβιοτικό που χρειάζεστε, αν πραγματικά χρειάζεστε αντιβίωση». Ακολουθώντας τα απλά αυτά βήματα, έχουμε κάνει μεγάλα βήματα βελτίωσης, κατέληξε.
Από την πλευρά της η Malin Grape, εκπροσωπώντας το σουηδικό υπουργείο Υγείας, εξήγησε πως πλέον «η δεύτερη αιτία για έναν ασθενή με καρκίνο – μετά τον καρκίνο – για να φύγει από τη ζωή, είναι οι λοιμώξεις που δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν». Παρότι παρατηρείτε μεγάλη μείωση στη συνταγογράφιση των αντιβιοτικών από το 1987 έως και το 2022 και μεγάλη μείωση στην κατανάλωση τους, όπως παρατήρησε, αυξάνει δραματικά και συνεχόμενα η αντοχή των μικροβίων στα υπάρχοντα αντιβιοτικά. «Γι’ αυτό χρειαζόμαστε στοχευμένη πρόληψη. Στόχος μας είναι να χρησιμοποιούνται αξιόπιστα και αποτελεσματικά αντιβιοτικά για τον άνθρωπο και τα ζώα μόνο όταν πραγματικά τα έχουν ανάγκη», κατέληξε.
Τι γίνεται και τι μπορεί να γίνει στο άμεσο μέλλον για να αντιμετωπιστεί η μικροβιακή αντοχή
«Μέχρι να συμβεί σε σένα ή σε κάποιον δικό σου μοιάζει να είναι ένα ζήτημα που δεν σε αφορά» εξήγησε ο Dominique Monnet από το Ευρωπαϊκό Κέντρο Πρόληψης & Ελέγχου Νοσημάτων (ECDC), ο οποίος επισήμανε ότι σε επίπεδο πρόληψης μπορούν να γίνουν πολλά ώστε να βελτιωθεί η κατάσταση στην Ευρώπη. Μάλιστα αναφερόμενος στις δράσεις του ECDC, επισήμανε ότι στις προτεραιότητες του οργανισμού είναι η συνετή χρήση αντιβιοτικών, δηλαδή χρήση τους μόνο όταν είναι απαραίτητα και στην σωστή δόση και διάρκεια χορήγησης τους.
Επίσης, πολλά μπορούν να γίνουν στους χώρους νοσηλείας. Όπως είπε μεταξύ άλλων, πρόληψη και έλεγχος των ενδονοσοκομειακών λοιμώξεων με σωστή υγιεινή των χεριών, έλεγχο και απομόνωση ασθενών, επαρκή καθαρισμό του νοσοκομειακού περιβάλλοντος. «Πρόσφατα διαπιστώθηκε πως στα μονόκλινα δωμάτια νοσηλείας και στα δωμάτια που υπήρχε αλκοολούχο διάλυμα σε κάθε κρεβάτι, μειώθηκε η μικροβιακή αντοχή» επισήμανε ο κ. Monnet.
Ο μεγαλύτερος πονοκέφαλος για τους ειδικούς παραμένει το μικρόβιο Κλεμπσιέλλα της πνευμονίας (Klebsiella pneumoniae), της οποίας η εκτιμώμενη επίπτωση από το 2019 έως το 2022 σε αντιβιοτικό ευρέως φάσματος, ήταν αυξημένη κατά 49,7 % στο μέσο ευρωπαϊκό όρο και 38% στην Ελλάδα.
Επίσης, άλλος ένας πονοκέφαλος παραμένει η μεταφορά ανθεκτικών στα αντιβιοτικά μικροβίων μέσω των ταξιδιών – κυρίως των αεροπορικών. Ο εντοπισμός πολυανθεκτικών στο έντερο βακτηριδίων σε διεθνείς ταξιδιώτες, είναι πλέον πολύ συχνός. Πριν από μια δεκαετία ανάλογη μελέτη είχε δείξει ότι ταξιδιώτες που γύρισαν από την Λατινική Αμερική ήταν φορείς τέτοιων μικροβίων, σε ποσοστό 31,1% από την υποσαχάρια Αφρική σε ποσοστό 47,7% και από χώρες της Ασίας σε ποσοστό 72,4%.
Μετά το τέλος των αντιβιοτικών τι;
Από την πλευρά της, η Francesca Day εκπροσωπώντας το European Medicines Agency είπε ότι ο ΕΜΑ ( Ευρωπαικός Οργανισμός Φαρμάκων ) προσπαθεί να ενθαρρύνει τις φαρμακευτικές εταιρείες να συνεχίσουν πιο εντατικά την έρευνα για την ανακάλυψη νέων πιο αποτελεσματικών αντιβιοτικών. «Το τελευταίο αντιβιοτικό ανακαλύφθηκε στο τέλος του 1980. Η αλήθεια είναι ότι η έρευνα για νέα αντιβιοτικά είναι εξαιρετικά δαπανηρή για τις εταιρείας και στο τέλος δεν είναι επικερδής διαδικασία για την φαρμακοβιομηχανία» επισήμανε η κ. Day, η οποία πρόσθεσε πως υπάρχουν και καλά νέα καθώς μικρές εταιρείας βιοτεχνολογίας συνεχίζουν την έρευνα.
«Αναζητούνται νέοι αντιμικροβιακοί παράγοντες, δηλαδή φάρμακα με έναν νέο μηχανισμό δράσης κατά των μικροβίων» τόνισε και έκανε λόγο και για μονοκλωνικά αντισώματα, τα οποία όπως είπε, είναι πολλά υποσχόμενα ακόμα κι αν δημιουργηθούν για να εξουδετερώσουν ειδικές μικροβιακές λοιμώξεις. Δυστυχώς, όπως εξήγησε, απαιτείται πολύς χρόνος για κλινικές δοκιμές και μελέτες σε ανθρώπους. Ωστόσο, συμπλήρωσε ότι υπάρχουν και αρκετά εμβόλια που έχουν ήδη εγκριθεί και γίνονται για αρκετές μικροβιακές λοιμώξεις, επισημαίνοντας πως έχει αυξηθεί το ενδιαφέρον μετά τον Covid για περισσότερα εμβόλια και σ’ αυτό τον τομέα. Τέλος, η ίδια υποστήριξε πως με την Τεχνητή Νοημοσύνη «θα μπορούμε πλέον ευκολότερα να εντοπίζουμε ανάμεσα σε εκατομμύρια μόρια, τα 50 ή 70 που θα μπορούσαν να λειτουργήσουν -πέρα από το εργαστήριο και στον άνθρωπο -ως νέα αποτελεσματικά αντιβιοτικά.