Από τους 12 δυνητικά επικίνδυνους ιούς και βακτήρια που είχε εντοπίσει ο διεθνής οργανισμός το 2018, μετά την πανδημία του κορονοϊού ο αριθμός αυτός έχει πλέον εκτοξευτεί στο 30, όπως αναφέρει ο ΠΟΥ στη λίστα του, η οποία δημοσιεύθηκε στις 30 Ιουλίου.
Αυτός ο αυξημένος αριθμός είναι αποτέλεσμα της συνεχιζόμενης μελέτης και αξιολόγησης 1.652 ειδών παθογόνων, κυρίως ιών και βακτηρίων, από περισσότερους από 200 επιστήμονες παγκοσμίως.
Στη λίστα περιλαμβάνονται παθογόνα όπως ο ιός της γρίπης Α, ο ιός του δάγκειου πυρετού, ο ιός mpox (ευλογιά των πιθήκων) και οι κορονοϊοί SARS-CoV-2 και MERS-CoV. Αυτά τα παθογόνα χαρακτηρίζονται από εξαιρετική μεταδοτικότητα και έχουν ταυτόχρονα τη δυνατότητα να μεταλλάσσονται γρήγορα.
Γι’ αυτό και διαθέτουν όλες τις προϋποθέσεις να φέρουν την ανθρωπότητα ενώπιον μιας νέας παγκόσμιας έκτακτης ανάγκης για τη δημόσια υγεία, με περιορισμένη πρόσβαση σε εμβόλια και θεραπείες.
Η καθηγήτρια Παθολογίας, Επιδημιολογίας και Προληπτικής Ιατρικής της Ιατρικής Σχολής του ΕΚΠΑ, Θεοδώρα Ψαλτοπούλου, σχολίασε στον «Ε.Τ.» τη σημασία της νέας ανακοίνωσης, αναδεικνύοντας την κλιματική αλλαγή και την παγκόσμια κινητικότητα ως καθοριστικούς παράγοντες που συμβάλλουν στην αύξηση της επικινδυνότητας αυτών των παθογόνων.
Τον κυριότερο ρόλο, μάλιστα, παίζουν οι παγκόσμιες μετακινήσεις στην εξάπλωσή τους, όπως λέει.
«Η κλιματική αλλαγή και η αύξηση της θερμοκρασίας του πλανήτη συμβάλλουν στην αλλαγή της μεταδοτικότητας και την αύξηση των περιστατικών σε ορισμένους ιούς και μικρόβια», εξηγεί η καθηγήτρια και προσθέτει πως αυτός ο παράγοντας, σε συνδυασμό με την αυξανόμενη ανθρώπινη δραστηριότητα σε φυσικά οικοσυστήματα, όπως τα δάση, αυξάνει τον κίνδυνο μετάδοσης παθογόνων από άγρια ζώα σε ανθρώπους.
Όμιλος Ιατρικού Αθηνών: Νέο Διεθνές Ογκολογικό Κέντρο στη Θεσσαλονίκη
«Επισκέπτες που εισέρχονται σε δάση και έρχονται σε επαφή με άγρια ζώα οπουδήποτε στον κόσμο, στην Κίνα ή στην Αφρική και αλλού, δημιουργούν ένα “ρεζερβουάρ” ιογενών και βακτηριακών λοιμώξεων, με αποτέλεσμα να υπάρχει ο κίνδυνος να μεταπηδήσουν στον άνθρωπο και να δημιουργήσουν συνθήκες για επιδημίες ή ακόμη και πανδημίες», τονίζει η ίδια.
«Αυξημένη εγρήγορση»
Οι επιστήμονες κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου. Το γεγονός ότι οι εμβολιασμοί και οι ιατρικές παρεμβάσεις έχουν μειώσει την απειλή από πολλές βακτηριακές λοιμώξεις, όπως η πνευμονία και η φυματίωση, δεν σημαίνει ότι ο κίνδυνος από νέα παθογόνα έχει εκλείψει, όπως λένε.
«Λόγω των εμβολιασμών από το 1960 και μετά και με την παραγωγή αντιβιώσεων, οι θάνατοι από βακτηριακές λοιμώξεις έχουν μειωθεί σημαντικά και δεν παθαίνουμε πλέον από αυτές, αλλά περισσότερο πεθαίνουμε από τα χρόνια μη μεταδοτικά νοσήματα. Ομως εξακολουθούμε να απειλούμαστε από ιούς που μπορούν να προκαλέσουν νέες επιδημίες και πανδημίες», υπογραμμίζει η Ψαλτοπούλου.
Η επικαιροποιημένη λίστα του ΠΟΥ αποτελεί ένα σημαντικό εργαλείο για τη διεθνή κοινότητα, η οποία καλείται να επικεντρώσει τις προσπάθειές της στην ανάπτυξη νέων θεραπειών, εμβολίων και διαγνωστικών μεθόδων για την αντιμετώπιση αυτών των παθογόνων.
Η πρόληψη, μέσω της έρευνας και της ανάπτυξης κατάλληλων ιατρικών παρεμβάσεων, είναι κρίσιμη για να μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε μελλοντικές προκλήσεις για τη δημόσια υγεία, καταλήγει.
Αναγκαία η συνεχής ετοιμότητα
Συμπερασματικά, η καθηγήτρια Ψαλτοπούλου υπογραμμίζει την ανάγκη συνεχούς επαγρύπνησης και ετοιμότητας από την επιστημονική κοινότητα, ώστε να αντιμετωπίσει τις αυξανόμενες προκλήσεις που θέτουν τα νέα παθογόνα.
«Είναι σημαντικό να ενεργοποιηθεί η επιστημονική κοινότητα και να κάνει περισσότερες έρευνες, στην κατεύθυνση της παραγωγής ιατροτεχνολογικών μηχανημάτων, διαγνωστικών τεστ , φαρμάκων και εμβολίων ώστε να είμαστε σχετικά έτοιμοι για μελλοντικές επιδημίες και πανδημίες», καταλήγει η ίδια, τονίζοντας την ανάγκη για συνεχή ενημέρωση και προετοιμασία.