Και απ’ όσους έχουν διαγνωστεί, μόνο το 30% ρυθμίζει αποτελεσματικά την πίεση, σύμφωνα με τα ευρήματα πρόσφατης επιδημιολογικής μελέτης στην Ελλάδα.
Κύρια αιτία πρόωρου θανάτου, με ασαφή προέλευση
Η αρτηριακή υπέρταση είναι μία σοβαρή νόσος, η οποία αυξάνει σημαντικά τους κινδύνους για την καρδιά, τον εγκέφαλο, τους νεφρούς και άλλα όργανα. Αποτελεί κύρια αιτία πρόωρου θανάτου παγκοσμίως. Μολονότι όμως είναι τόσο συχνή, στις περισσότερες περιπτώσεις η ακριβής αιτία της παραμένει άγνωστη. Γι’ αυτό το λόγο, περισσότερο από το 90% των ασθενών χαρακτηρίζονται ως «πάσχοντες από ιδιοπαθή υπέρταση».
Όταν η αιτία της υπέρτασης είναι κάποιο προϋπάρχον νόσημα
Ωστόσο, στο 5-10% των περιπτώσεων η υπέρταση είναι δευτεροπαθής, δηλαδή απόρροια συγκεκριμένων νοσημάτων και δυνητικά αναστρέψιμη. Σε τέτοιες περιπτώσεις, η υπέρταση μπορεί να είναι επίμονη και να μην ρυθμίζεται ικανοποιητικά με τα αντιϋπερτασικά φάρμακα ή/και να είναι πάρα πολύ υψηλή (ακόμα και πάνω από 180/120 mmHg).
Ανάμεσα στις παθήσεις που μπορεί να προκαλέσουν δευτεροπαθή υπέρταση συμπεριλαμβάνονται και ορισμένες παθήσεις των ενδοκρινών αδένων, οι οποίες προσβάλλουν ολοένα περισσότερα άτομα. Τέτοιες είναι κάποιες παθήσεις του θυρεοειδούς, ο σακχαρώδης διαβήτης και άλλα ενδοκρινικά νοσήματα.
Όπως επισημαίνεται από την Ελληνική Ενδοκρινολογική Εταιρεία και την Πανελλήνια Ένωση Ενδοκρινολόγων, η παρακολούθηση της αρτηριακής πίεσης και ο έλεγχος της υπέρτασης μπορεί να προσθέσουν χρόνια στη ζωή ατόμων που πάσχουν από τέτοιες παθήσεις. Ας τις δούμε:
Διαταραχές της λειτουργίας του θυρεοειδούς: μπορεί να συσχετίζονται με την αρτηριακή υπέρταση εφ’ όσον είναι αδιάγνωστες ή δεν αντιμετωπίζονται σωστά.
«Tissue is the issue»: Ο δρόμος προς την εξατομίκευση της ογκολογικής θεραπείας
- Η αυξημένη λειτουργία του θυρεοειδούς (υπερθυρεοειδισμός) αυξάνει τον καρδιακό ρυθμό και την καρδιακή συστολή, οδηγώντας έτσι σε υπέρταση.
- Αντίστοιχα, η μειωμένη λειτουργία του (υποθυρεοειδισμός) εξασθενεί τον καρδιακό μυ, μειώνει τον καρδιακό ρυθμό, ελαττώνει την ικανότητα της καρδιάς να εξωθεί το αίμα και αυξάνει την αρτηριακή σκληρία (ή ανελαστικότητα), αλλαγές που επίσης οδηγούν σε αύξηση της αρτηριακής πίεσης.
Υπολογίζεται ότι το 3% των ασθενών με αυξημένη αρτηριακή πίεση έχουν ταυτοχρόνως κάποια διαταραχή της λειτουργίας του θυρεοειδούς αδένα. Στους ασθενείς αυτούς τα αντιυπερτασικά φάρμακα δεν επαρκούν για την μείωση της αρτηριακής πίεσης. Είναι απαραίτητο να ρυθμιστούν και τα επίπεδα των θυρεοειδικών ορμονών τους.
Υπερλειτουργία των παραθυρεοειδών αδένων: η υπερλειτουργία αυτή οδηγεί σε αύξηση των επιπέδων ασβεστίου στο αίμα, με συνέπεια αγγειοσύσπαση και αύξηση της αρτηριακής πίεσης. Αν, μάλιστα, επηρεάσει και την λειτουργία των νεφρών, η αρτηριακή πίεση μπορεί να αυξηθεί ακόμα περισσότερο. Σε τέτοιες περιπτώσεις οι ασθενείς μπορεί να χρειασθούν χειρουργική αφαίρεση των παραθυρεοειδών αδένων ή ειδική φαρμακευτική αγωγή.
Νοσήματα των επινεφριδίων: νοσήματα όπως το φαιοχρωμοκύττωμα και το σύνδρομο Cushing, αποτελούν συχνά αίτια εκδήλωσης υπέρτασης:
- Το φαιοχρωμοκύττωμα είναι ένας σπάνιος, συνήθως καλοήθης όγκος, ο οποίος όμως προκαλεί σοβαρού βαθμού υπέρταση, είτε σταθερά αυξημένη είτε με την μορφή υπερτασικών κρίσεων. Η θεραπεία έγκειται στην αφαίρεση του επινεφριδίου που έχει τον όγκο.
- Το σύνδρομο Cushing χαρακτηρίζεται από την υπερέκκριση κορτιζόλης, η οποία προκαλεί υπέρταση μέσω διαφόρων βιολογικών μηχανισμών όπως είναι η κατακράτηση νατρίου στο σώμα και η αυξημένη αντίδραση των αγγείων σε αγγειοσυσπαστικές ουσίες.
Σακχαρώδης διαβήτης: Μελέτες έχουν δείξει ότι η αρτηριακή υπέρταση εκδηλώνεται με διπλάσια συχνότητα στους πάσχοντες από σακχαρώδη διαβήτη. Οι ασθενείς αυτοί έχουν επίσης τετραπλάσιες πιθανότητες να εκδηλώσουν καρδιακή νόσο, σε σύγκριση με τους μη-διαβητικούς συνομηλίκους τους.
Επιπλέον, η συνύπαρξη του σακχαρώδους διαβήτη με την αρτηριακή υπέρταση επιταχύνει την εκδήλωση και εξέλιξη των επιπλοκών του διαβήτη, όπως είναι η οφθαλμοπάθεια, η νεφροπάθεια, η στεφανιαία νόσος κ.λπ.
Εκτιμάται ότι περίπου το 40% των ενηλίκων πασχόντων από τύπου 1 διαβήτη και το 75% των πασχόντων από τύπου 2 διαβήτη έχουν πρώτου βαθμού υπέρταση (συστολική πίεση 130-139mmHg ή διαστολική 80-89mmHg) ή δεύτερου βαθμού υπέρταση (συστολική πίεση πάνω από 140mmHg ή διαστολική πάνω από 90 mmHg).
Δεδομένων των αυξημένων κινδύνων που υποκρύπτει ο συνδυασμός διαβήτη-υπέρτασης, είναι εξαιρετικά σημαντικό να γίνεται μέτρηση της αρτηριακής πίεσης των ασθενών με σακχαρώδη διαβήτη σε κάθε ιατρική επίσκεψη.
Η ακριβής μέτρηση της αρτηριακής πίεσης, συμπεριλαμβανομένης της χρήσης ενός σωστού μεγέθους και κατάλληλα τοποθετημένου περιχειριδίου βραχίονα, είναι η πιο κρίσιμη πτυχή της διάγνωσης της υπέρτασης. Συνιστώνται τουλάχιστον δύο ή τρεις μετρήσεις της αρτηριακής πίεσης, σε δύο ξεχωριστές επισκέψεις για τη διάγνωση. Για ασθενείς που έχουν διακύμανση της αρτηριακής πίεσης ή πιθανή υπέρταση λευκής μπλούζας, συνιστάται 24ωρη περιπατητική παρακολούθηση της αρτηριακής πίεσης.
Μεγαλακρία. Τέλος, ένα σπάνιο ενδοκρινολογικό νόσημα που συνδέεται με την υπέρταση είναι η μεγαλακρία, που οφείλεται συνήθως σε καλόηθες αδένωμα της υπόφυσης.