Με την πανδημία να ολοκληρώνει έναν πρώτο και ολέθριο δωδεκάμηνο κύκλο, το βασικό συμπέρασμα που προκύπτει είναι ότι η λοίμωξη από τον νέο κορωνοϊό στοχεύει κατά κύριο λόγο τις πιο ευάλωτες πληθυσμιακές ομάδες: άτομα προχωρημένης ηλικίας (άνω των 70 ετών) ή με υποκείμενα νοσήματα, με κυριότερα τον Σακχαρώδη Διαβήτη, την υπέρταση και τα καρδιαγγειακά νοσήματα, ακολουθούμενα από τα αναπνευστικά νοσήματα.
Μια αμφίδρομη σχέση
Άτομα με Σακχαρώδη Διαβήτη έχουν μεγαλύτερο κίνδυνο να νοσήσουν σοβαρά από τη νόσο αυτή ή και να καταλήξουν. Παράλληλα, η νόσος COVID-19 ενδέχεται να απορρυθμίσει έναν ήδη υπάρχοντα Σακχαρώδη Διαβήτη αλλά και να εμφανίσει συμπτώματα ενός οξέος ινσουλινοεξαρτώμενου Σακχαρώδη Διαβήτη σε μη διαβητικά άτομα, λόγω της τοξικής επίδρασης του ιού SARS-CoV-2 στα β κύτταρα του παγκρέατος. Γίνεται επομένως αντιληπτό ότι η σχέση μεταξύ των δύο νόσων είναι αμφίδρομη.
«Πτωχότερη πρόγνωση» για τους διαβητικούς με COVID-19
Σύμφωνα με τις έως τώρα έρευνες, μερικοί πολύ κρίσιμοι εργαστηριακοί δείκτες εμφανίζονται σημαντικά αυξημένοι σε ασθενείς με COVID-19 και Σακχαρώδη Διαβήτη, ενώ, παράλληλα, τα επίπεδα λεμφοκυττάρων, ερυθροκυττάρων και αιμοσφαιρίνης είναι σημαντικά χαμηλότερα σε σχέση με τους μη διαβητικούς ασθενείς. Το γεγονός αυτό υποδεικνύει ότι οι ασθενείς με Σακχαρώδη Διαβήτη έχουν υψηλότερο κίνδυνο να εμφανίσουν υπερβολική και ανεξέλεγκτη ανοσολογική απόκριση, κάτι που συνεπάγεται πτωχότερη πρόγνωση. Επιπλέον, η ακτινολογική εικόνα των πνευμόνων ασθενών με Σακχαρώδη Διαβήτη εμφανίζει σοβαρότερες παθολογικές αλλαγές σε σχέση με τους μη διαβητικούς ασθενείς, άλλο ένα στοιχείο που υποδεικνύει ότι ο Σακχαρώδης Διαβήτης αυξάνει τον κίνδυνο σοβαρής νόσου.
Πώς η υπεργλυκαιμία αφήνει εκτεθειμένο το ανοσοποιητικό στον νέο κορωνοϊό
Δεν είναι απόλυτα ξεκάθαρο γιατί οι ασθενείς με Σακχαρώδη Διαβήτη έχουν μεγαλύτερο κίνδυνο να εμφανίσουν σοβαρή νόσο. Φαίνεται ωστόσο πως σημαντικό ρόλο παίζει η υπεργλυκαιμία, η οποία – είτε οξέως είτε χρονίως – επηρεάζει σημαντικά το ανοσοποιητικό σύστημα. Συγκεκριμένα:
- Η υπεργλυκαιμία προκαλεί βλάβες στην λειτουργία των ουδετερόφιλων και των μακροφάγων, με αποτέλεσμα τη μειωμένη ισχύ της εγγενούς ανοσίας. Παράλληλα επηρεάζεται και το σύστημα της επίκτητης ανοσίας, εξαιτίας βλαβών που προκαλούνται στα Τ-λεμφοκύτταρα.
- Η υπεργλυκαιμία είναι επίσης τοξική για τα κύτταρα του Κεντρικού και του Περιφερικού Νευρικού Συστήματος, τα ηπατοκύτταρα, τα ενδοθηλιακά και τα επιθηλιακά κύτταρα καθώς και τα β κύτταρα του παγκρέατος, τα οποία προσλαμβάνουν παθητικά τη γλυκόζη, και μπορεί να οδηγήσει σε σοβαρή κυτταρική βλάβη.
- Επιπρόσθετα, η υπεργλυκαιμία και η αντοχή στην ινσουλίνη οδηγούν σε αύξηση των επιπέδων της γλυκόζης στην επιφάνεια των αεραγωγών, πράγμα που ευνοεί την ανάπτυξη βακτηρίων στο σημείο αυτό και την εγκατάσταση πνευμονικών λοιμώξεων.
- Η σοβαρή υπεργλυκαιμία, τέλος, μπορεί να έχει ωσμωτική επίδραση στα κύτταρα και να προκαλέσει ηλεκτρολυτικές διαταραχές, πράγμα που σε συνδυασμό με τη διάρροια που εμφανίζεται συχνά σε ασθενείς με COVID-19 μπορεί να προκαλέσει σοβαρή αφυδάτωση, μείωση στη ροή του αίματος σε πολλούς ιστούς και ισχαιμία και να έχει σοβαρές επιπτώσεις στον κυτταρικό μεταβολισμό.
Εξίσου απειλητική και η υπογλυκαιμία
Είδαμε, λοιπόν, ποιες είναι οι δυσμενείς επιδράσεις της υπεργλυκαιμίας στον οργανισμό ενός διαβητικού ασθενούς. Σε περίπτωση υπογλυκαιμίας, από την άλλη, η οποία αποτελεί μία από τις πιο συνηθισμένες οξείες επιπλοκές του Σακχαρώδους Διαβήτη, απελευθερώνονται στον οργανισμό ορμόνες του στρες, όπως κορτιζόλη και κατεχολαμίνες, αυξάνοντας τα επίπεδα των μεσολαβητών της φλεγμονής στην κυκλοφορία και επιδεινώνοντας τελικά την ήδη υπάρχουσα φλεγμονή. Παράλληλα, η υπογλυκαιμία μπορεί να επιδεινώσει τη λειτουργικότητα του Αυτόνομου Νευρικού Συστήματος, να προκαλέσει αγγειακή στένωση και ισχαιμία, αλλά και αρρυθμίες, συχνά απειλητικές για τη ζωή. Επιπλέον, έχει φανεί ότι μεγάλες διακυμάνσεις στα επίπεδα της γλυκόζης καθιστούν δυσμενέστερη την πρόγνωση για τους ασθενείς που νοσηλεύονται σε Μονάδες Εντατικής Θεραπείας
Εκτεταμένη φλεγμονή, απειλητική για τη ζωή του διαβητικού
Επιπρόσθετα, o Σακχαρώδης Διαβήτης δημιουργεί μια κατάσταση χρόνιας φλεγμονής εξαιτίας της αντίστασης στην ινσουλίνη και της σπλαγχνικής συσσώρευσης λίπους. Κατά τη λοίμωξη COVID-19 η προϋπάρχουσα αυτή φλεγμονή μπορεί να επιδεινωθεί και να οδηγήσει στην απελευθέρωση του «καταρράκτη» των κυτταροκινών, πράγμα που σχετίζεται με την εξέλιξη της νόσου σε σοβαρή και απειλητική για τη ζωή του διαβητικού ασθενούς.
Κίνδυνος αγγειακής θρόμβωσης σε ασθενείς με διαβήτη
Παράλληλα, ο Σακχαρώδης Διαβήτης σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο αγγειακής θρόμβωσης εξαιτίας της υπεργλυκαιμίας, υπερινσουλιναιμίας και ενδοθηλιακής δυσλειτουργίας. Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με τις διαταραχές της πήξης του αίματος που προκαλεί η νόσος COVID-19 σε ασθενείς που εκδηλώνουν σοβαρά συμπτώματα, αυξάνει ακόμη περισσότερο τον κίνδυνο αγγειακής θρόμβωσης.
Η άγνοια για τα αρχικά συμπτώματα έφερε επιπλοκές και θανάτους
Ένας ακόμη παράγοντας που καθιστά τους διαβητικούς ασθενείς πιο ευάλωτους απέναντι στη νόσο COVID-19 μπορεί να θεωρηθεί η ατυπία των αρχικών συμπτωμάτων της λοίμωξης, κάτι που μπορεί να οδηγήσει σε καθυστερημένη αναζήτηση ιατρικής βοήθειας. Σε ασθενείς με όλα τα παραπάνω επιβαρυντικά χαρακτηριστικά που προκαλεί ο Σακχαρώδης Διαβήτης, κάτι τέτοιο επιδεινώνει την πρόγνωση.
Από το περιοδικό Διαβήτης που κυκλοφορεί με τον Ελεύθερο Τύπο της Κυριακής