Τόσο οι σπόρου του, όσο και το έλαιό του έχουν πολλές φαρμακολογικές και θεραπευτικές δράσεις και έχουν χρησιμοποιηθεί για τη θεραπεία διαφόρων ασθενειών και παθήσεων.
Το έλαιο από μαύρο κύμινο λαμβάνεται με τη μέθοδο της ψυχρής έκθλιψης (δηλαδή δεν πραγματοποιείται θέρμανση σε υψηλές θερμοκρασίες), με αποτέλεσμα να διατηρεί τα πολύτιμα θρεπτικά συστατικά του και τις βιολογικές του ιδιότητες.
Το έλαιο από μαύρο κύμινο είναι πλούσιο σε πολυακόρεστα (περίπου 60% των συνολικών λιπαρών οξέων) και μονοακόρεστα λιπαρά οξέα (περίπου 24% των συνολικών λιπαρών). Τα κυριότερα λιπαρά οξέα του ελαίου μαύρου κύμινου είναι το λινολεϊκό, το ελαϊκό και το παλμιτικό οξύ.
Εκτός των λιπαρών οξέων, το έλαιο του μαύρου κύμινου περιέχει και ενώσεις, όπως οι στερόλες, οι φαινολικές και τα καροτενοειδή με πολλές ευεργετικές ιδιότητες για την υγεία μας.
Επίσης, περιέχει σημαντικές ποσότητες σιδήρου, χαλκού, ψευδαργύρου, φωσφόρου, ασβεστίου, θειαμίνης, νιασίνης, πυριδοξίνης και φυλλικού οξέος.
Μεταξύ των δραστικών συστατικών που έχει αυτο το φυτό, η θυμοκινόνη είναι το κύριο βιοδραστικό συστατικό του ελαίου και σε αυτήν οφείλονται οι περισσότερες θεραπευτικές ιδιότητες του μαύρου κύμινου.
Εμφανίζει ισχυρή αντιοξειδωτική δράση, αυξάνει τη δράση της γλουταθειόνης και προστατεύει από τη γήρανση των ιστών.
Το φυτό αυτό είναι πολύ αποτελεσματικό στη θεραπεία πολλών χρόνιων ασθενειών, όπως:
- Καρδιαγγειακά νοσήματα: Το μαύρο κύμινο μπορεί να βελτιώσει το λιπιδαιμικό προφίλ, να αποτρέψει από τα καρδιαγγειακά νοσήματα και να προστατεύσει από την αθηροσκλήρωση, τόσο σε υγιή άτομα όσο και σε υπερλιπιδαιμικούς ασθενείς.
- Διάφορες μορφές καρκίνου, όπως ο καρκίνος του παγκρέατος, του ήπατος, του προστάτη και των νεφρών. Η θυμοκινόνη εμφανίζει αντικαρκινικές και αντινεοπλασματικές δράσεις και σε συνδυασμό με θεραπευτικούς παράγοντες μπορεί να μειώσει τις παρενέργειες της θεραπείας.
- Σακχαρώδης διαβήτης: Η πρόσληψη του ελαίου μαύρου κύμινου σε συνδυασμό με αντιδιαβητικά φάρμακα μπορεί να βοηθήσει στον καλύτερο έλεγχο της δυσλιπιδαιμίας και του σακχάρου του αίματος σε διαβητικούς ασθενείς.
Έχουν αναφερθεί μειωμένα επίπεδα μεταγευματικής γλυκόζης, γλυκόζης νηστείας, μειωμένη αντίσταση στην ινσουλίνη και βελτίωση της γλυκοζυλιωμένης αιμοσφαιρίνης σε ασθενείς με σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 που συνδύασαν τη θεραπεία τους με την πρόσληψη ελαίου μαύρου κύμινου. - Φλεγμονές: Έχει φανεί ότι το έλαιο μαύρου κύμινου μειώνει το οξειδωτικό στρες, βελτιώνει τη φλεγμονή και μειώνει τον πόνο και τη συχνότητα της πρωινής δυσκαμψίας σε ασθενείς με ρευματοειδή αρθρίτιδα.
- Αλλεργίες: Το μαύρο κύμινο μπορεί να συμβάλλει στη θεραπεία ασθενειών που σχετίζονται με αλλεργίες, όπως το άσθμα, το ατοπικό έκζεμα και η αλλεργική ρινίτιδα.
- Μολυσματικές ασθένειες που οφείλονται σε βακτηριακές, μυκητιασικές, παρασιτικές και ιογενείς λοιμώξεις, καθώς το μαύρο κύμινο εμφανίζει έντονη αντιμικροβιακή δράση.
- Νευρολογικές & ψυχικές παθήσεις
Το έλαιο μαύρου κύμινου εμφανίζει γαστροπροστατευτική δράση και μπορεί να συμβάλει στη θεραπεία γαστρικών ελκών. Ενισχύει το ανοσοποιητικό σύστημα και έχει ηπατοπροστατευτική και νεφροπροστατευτική δράση.
Επίσης, δρα ως αντιϋπερτασικό με αναλγητική δράση, ενώ βελτιώνει το ευαίσθητο και ξηρό δέρμα και δρα κατά του κνησμού.
Πιθανές παρενέργειες
Απαιτείται προσοχή όταν καταναλώνονται πολύ μεγαλύτερες ποσότητες, καθώς δεν έχουν πραγματοποιηθεί επαρκείς μελέτες σε υψηλές δόσεις του ελαίου. Σε ορισμένες περιπτώσεις έχει φανεί ότι η αυξημένη δόση μαύρου κύμινου μπορεί να προκαλέσει ναυτία και φούσκωμα.
Μια πιθανή ανησυχία είναι ότι το έλαιο μαύρου κύμινου μπορεί να αλληλοεπιδράσει με φάρμακα όπως η βαρφαρίνη και οι β-αναστολείς.
Λόγω περιορισμένης έρευνας, οι γυναίκες που είναι έγκυες ή θηλάζουν θα πρέπει να αποφεύγουν τη χρήση του ελαίου μαύρου κύμινου.
Εάν έχετε νεφρολογικά προβλήματα ή είστε καρκινοπαθής, απευθυνθείτε στον ιατρό σας πριν ξεκινήσετε τη λήψη μαύρου κύμινου.