Μπορεί τα μέσα ενημέρωσης και η κοινή γνώμη να αντιμετωπίζουν το θέμα της πατρότητας σε μεγάλες ηλικίες σαν εντυπωσιακό επίτευγμα, αλλά πλέον όλα τα ερευνητικά δεδομένα πιστοποιούν σοβαρά προβλήματα στη βιολογική και ψυχική υγεία των παιδιών, τα οποία συνδέονται με την προχωρημένη ηλικία που ο πατέρας τους συνέβαλε με το σπέρμα του ώστε να έρθουν στον κόσμο, επισημαίνει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ και στον Μιχάλη Κεφαλογιάννη, ο Θέμης Μαντζαβίνος αναπληρωτής καθηγητής Μαιευτικής- Γυναικολογίας του πανεπιστημίου Αθηνών, Επιστημονικός Διευθυντής του Institute of Life.
«Σήμερα γνωρίζουμε από τη διεθνή βιβλιογραφία ότι τα παιδιά που γεννώνται από μεγάλης ηλικίας πατέρες μπορεί να εμφανίσουν από αυτισμό, κάποια νεοπλάσματα, μέχρι και σχιζοφρένεια, γι αυτό καλό θα ήταν να ενημερώνουμε τους άνδρες. Αυτό όμως παγκοσμίως δεν γίνεται. Η Αμερικάνικη Εταιρεία Στειρότητας Γονιμότητας έχει ως ηλικιακό όριο για τους δότες σπέρματος το 40ο έτος.
Η Αγγλική Ανδρολογική Εταιρεία έχει όριο το 40 αλλά σύμφωνα με το νόμο μπορεί κάποιος να είναι δότης μέχρι τα 45, ενώ στην Ελλάδα μέχρι τα 35», εξηγεί ο κ. Μαντζαβίνος ο οποίος παραθέτει στοιχεία από πολυετείς μελέτες που δείχνουν ότι η μεγάλη ηλικία του πατέρα έχει σοβαρές βιολογικές επιπτώσεις στην υγεία των παιδιών.
Όπως επισημαίνει, σε μια συνδυασμένη έρευνα από το Πανεπιστήμιο της Ιντιάννα στις ΗΠΑ και του Ινστιτούτου Καρολίνσκα της Σουηδίας μελετήθηκαν 2,6 εκατομμύρια άτομα και συνέκριναν τα παιδιά που γεννήθηκαν από πατέρα κάτω των 25 και άνω των 45 ετών.
«Τα παιδιά που προέρχονταν από πατέρες άνω των 45 ετών είχαν τριπλάσιο κίνδυνο αυτισμού, 13 φορές μεγαλύτερο κίνδυνο ελλειμματικής προσοχής και υπερκινητικότητας, διπλάσιο κίνδυνο ψυχωσικών διαταραχών, 25πλάσιο κίνδυνο διπολικής διαταραχής και 2,5 φορές μεγαλύτερο κίνδυνο εμφάνισης αυτοκτονικής συμπεριφοράς ή κατάχρησης ουσιών» τονίζει ο κ. Μαντζαβίνος στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, αναφερόμενος στα αποτελέσματα αυτών των μελετών.
Η αιτία για όλα αυτά πιθανότατα κρύβεται στην κακή ποιότητα του σπέρματος που εμφανίζουν οι άνδρες μετά τα 40 εκτιμούν οι επιστήμονες. Όπως εξηγεί ο Θ.Μαντζαβίνος, «ενώ οι γυναίκες γεννούν μόνο με τα ωάρια που έχουν στην αναπαραγωγική τους ζωή, το σπέρμα του άνδρα αναπαράγεται σε όλη του τη ζωή.
Έτσι, τα σπερματικά κύτταρα υφίστανται 20 έως 30 διαιρέσεις το χρόνο,δηλαδή 600 διαιρέσεις έως την ηλικία των 40 ετών. Το σπέρμα δεν γίνεται μόνο αδύναμο εξαιτίας του σύγχρονου τρόπου ζωής, καθιστική ζωή, κακή διατροφή κ.ά, αλλά φαίνεται ότι λόγω των μεταλλάξεων του, σχετίζεται και με τα προβλήματα τα οποία εμφανίζει ένα παιδί που έχει προκύψει από το σπέρμα αυτό. Άλλες μελέτες έδειξαν ότι το σπέρμα των προχωρημένης ηλικίας ανδρών έχει αυξημένους δείκτες απόπτωσης που οδηγούν σε αυξημένο ποσοστό κατακερματισμού του DNA.».
Η εταιρεία Ηθικής της Αμερικάνικης Ένωσης Αναπαραγωγικής Ιατρικής συμβουλεύει τις γυναίκες να μην κάνουν χρήση δανεικών ωαρίων ή εμβρύων σε ηλικία άνω των 50 ετών. Τα ερωτήματα που προκύπτουν τώρα για τους άνδρες σύμφωνα με τον κ. Μαντζαβίνο είναι: θα πρέπει να γίνεται εξέταση σπέρματος απαραίτητα ως ρουτίνα στον άνδρα; Θα πρέπει να ενημερώνεται για τους κινδύνους; Πρέπει οι νέοι άνδρες που σκοπεύουν να αποκτήσουν παιδιά να καταψύχουν το σπέρμα τους σε νεαρή ηλικία, όπως κάνουν οι γυναίκες με τα ωάρια τους;
Όπως επισημαίνει τέλος ο κ. Μαντζαβίνος, η ενημέρωση των γιατρών αλλά και των ανδρών που θέλουν να αποκτήσουν παιδί σε μεγάλη ηλικία είναι κομβικής σημασίας. Τόσο για λόγους υγείας αλλά και ηθικής.
«Η προχωρημένη ηλικία μπορεί να δημιουργήσει στα παιδιά το φόβο για ενδεχόμενο πρόωρο θάνατο του πατέρα ή την σκέψη ότι πρέπει να φροντίζει τον μεγάλο σε ηλικία ή άρρωστο πατερά του. Οι σκέψεις για την υγεία είναι διαφορετικές για την 6η ή 7η δεκαετία της ζωής και διαφορετικές για τη 8η ή 9η δεκαετία. Όταν έλθει η ώρα τα παιδιά να ανεξαρτητοποιηθούν φεύγοντας από το σπίτι είτε για δουλειά είτε για σπουδές είτε για γάμο, η έννοια τους για τον υπερήλικα πατέρα των 80 ή 90 ετών είναι τεράστια», καταλήγει.
Μάλιστα σε ανάλογη μελέτη αναφέρεται ότι τα παιδιά ωριμάζουν πολύ γρηγορότερα από ό,τι οι συμμαθητές τους, έχουν μεγαλύτερη πιθανότητα για κατάθλιψη και προβλήματα συμπεριφοράς. Επίσης είναι πιο ευάλωτα στο stress και το άγχος, έχουν μεγάλη ανασφάλεια, απουσίαζαν από το σχολείο, είχαν κοινωνικά προβλήματα και καθυστέρηση στη δημιουργία σχέσεων, γάμου, απόκτησης παιδιών.