Ανταπόκριση από τις ΗΠΑ, Πέτρος Κασφίκης
«Όποιος θέλει την ειρήνη, πρέπει να προετοιμάζεται για πόλεμο» έλεγαν οι αρχαίοι Λατίνοι. Και στην περίπτωση της Ελλάδας το βασικό ερώτημα είναι αν η διεύρυνση του εξοπλιστικού χάσματος σε συνδυασμό με την πολιτική στάση του κατευνασμού έχουν επιτρέψει στην Τουρκία να αναβαθμίσει σε τέτοιο υπερβολικό βαθμό τις διεκδικήσεις και τις προκλήσεις της στο Αιγαίο ώστε εκ του αποτελέσματος να έχει αυξηθεί ο κίνδυνος για την ηθελημένη ή ακόμα και ακούσια σημείωση ενός νέου θερμού επεισοδίου.
Το μεγάλο, λοιπόν, διακύβευμα για την Ελλάδα δεν είναι πως θα διαχειριστεί ένα ενδεχόμενο επεισόδιο, αλλά με ποιες πολιτικές μπορεί να δημιουργήσει τα αντικίνητρα που θα έχουν την απαραίτητη αποτρεπτική ισχύ για την αποφυγή ενός τέτοιου γεγονότος.
Αξίζει να σημειωθεί πως ένα επεισόδιο εξυπηρετεί πολύ καλύτερα τα στρατηγικά συμφέροντα της χώρας που προβάλει τις διεκδικήσεις. Για παράδειγμα, το κέρδος για την Τουρκία που θα είναι η «γκριζοποίηση» μιας νέας γειτονίας στο Αιγαίο υπερτερεί κατά πολύ του ρίσκου ή του κόστους που λαμβάνει. Αντιθέτως, η Ελλάδα δεν έχει να κερδίσει απολύτως τίποτα, παρά μόνο στην καλύτερη περίπτωση θα καταφέρει να διατηρήσει το υφιστάμενο status-quo προστατεύοντας την εθνική της ακεραιότητα.
Και αν «παράνοια είναι να επαναλαμβάνεις τα ίδια λάθη και να περιμένεις διαφορετικά αποτελέσματα», θα μπορούσε να ισχυριστεί κάποιος ότι η ιστορία των Τουρκικών προκλήσεων στο Αιγαίο πρόκειται για το εθνικό μας deja vu. Για τον Νίκο Κατσίμπρα, όμως, είναι ένας νέος εθισμός που μας έχει οδηγήσει σε μια επικίνδυνη «εθνική απονεύρωση».
Τον συναντήσαμε στην ελληνοκρατούμενη Αστόρια της Νέας Υόρκης, όπου διδάσκει στο μεταπτυχιακό πρόγραμμα διαπραγματεύσεων και επίλυσης διενέξεων του Πανεπιστημίου Columbia. Το τελευταίο διάστημα ως επικεφαλής της οργάνωσης HALC (Hellenic American Leadership Council) στην Νέα Υόρκη έχει αναλάβει και τον ρόλο της ανάδειξης αυτού του μείζονος εθνικού θέματος μέσω στοχευμένων παρεμβάσεων και πρωτοβουλιών στην αμερικανική μεγαλούπολη.
Υπάρχει όντως τα τελευταία χρόνια μια σταδιακή αύξηση της Τουρκικής επιθετικότητας στο Αιγαίο και αν ναι σε τι την αποδίδετε;
Πρέπει να αξιολογήσουμε ποιοτικά την κατάσταση. Οι υπερπτήσεις, δηλαδή οι πτήσεις πάνω από ελληνική περιοχή, έχουν σημειώσει μια τεράστια αύξηση. Δηλαδή από 4-5 που ήταν πριν από πέντε χρόνια, σταδιακά μέσα την περίοδο της κρίσης ανέβηκαν στις 20 με 30 και έχουν καταλήξει κοντά στις 60 μόνο για το 2016. Οπότε έχουμε δει μια πραγματική αύξηση της επιθετικότητας της Τουρκίας στο Αιγαίο και έχουμε δει διαφορετικά ποιοτικά χαρακτηριστικά των προκλήσεων. Δηλαδή έχουμε και πολλά αεροσκάφη με οπλισμό και η προσοχή τους έχει αρχίσει και επικεντρώνεται γύρω από την ευρύτερη περιοχή της Χίου. Είναι, λοιπόν, μια νέα πραγματικότητα.
Jo Nesbo στον Ε.Τ.: Δούλεψα σε ταξί, σε εργοστάσιο και σε ψαρότρατα πριν γίνω συγγραφέας
Ποιος, λοιπόν, είναι ο μακροχρόνιος στρατηγικός σχεδιασμός στην Τουρκία για το Αιγαίο και τι επιδιώκει να επιτύχει;
Η μεγάλη εικόνα είναι ότι η Τουρκία για πάρα πολλά χρόνια έχει επενδύσει πάνω σε μια διατήρηση της επιθετικότητας έτσι ώστε ουσιαστικά να αλλάξει το status quo της συγκεκριμένης περιοχής και να την εγκαταστήσει ως μια αμφισβητούμενη περιοχή στην συνείδηση της διεθνής κοινότητας. Η στρατηγική αυτή πάει πίσω στις αρχές της δεκαετίας του 70, όπου ξεκίνησε σταδιακά μετά από μια περίοδο τεσσάρων δεκαετιών όπου είχε αποδεχθεί πλήρως το status quo και το νομικό καθεστώς του Αιγαίου. Μετά το 70 ξεκίνησε να προβάλει τις επεκτατικές της τάσεις. Το 80 είχαμε συνέχιση των προκλήσεων, με την Ελλάδα, όμως, να έχει πιο άμεση και δυναμική αντίδραση. Την δεκαετία του 90 με τα Ίμια ξεκίνησε η θεωρία των γκρίζων ζωνών και από εκεί και μετά υπάρχουν αυξομειώσεις. Γενικότερα προσπαθεί να δημιουργεί μια ομίχλη για να μπορέσει αργότερα όταν υπάρχουν ουσιαστικά πλεονεκτήματα και επέμβει στο Αιγαίο να έχει ήδη κτίσει μια κατάσταση μέσω της οποίας να είναι εύκολο να κεφαλαιοποιήσει αυτό που ήδη έχει δημιουργήσει. Δεν επιθυμεί να κάνει ένα μπαμ από το πουθενά γιατί τότε πράγματι θα υπήρχαν αντιδράσεις στην διεθνή κοινότητα.
Κατά πόσο έχει η κρίση επηρεάσει την εξοπλιστική επάρκεια των ενόπλων δυνάμεων; Πιστεύετε ότι έχει ανοίξει η ψαλίδα σε σχέση με την Τουρκία;
Οι ένοπλες δυνάμεις είναι συνεχώς παρών. Το πρόβλημα είναι ότι η κρίση και η απουσία στρατηγικού σχεδιασμού όχι μόνο στην εξωτερική πολιτική αλλά και στο εξοπλιστικό κομμάτι έχει δημιουργήσει ένα τεράστιο κενό. Η ζυγαριά σε ότι έχει να κάνει με το ζήτημα των εξοπλισμών έχει γυρίσει σχεδόν τούμπα. Δηλαδή η Τουρκία αυτή την στιγμή είναι σε υπερβολικό βαθμό καλύτερα προετοιμασμένη εξοπλιστικά από ότι ήμαστε εμείς. Και δυστυχώς εμείς έχουμε απαρχαιωμένο στόλο και μονάδες, πτέρυγες μάχης ολόκληρες που πρέπει να αλλάξουμε. Υπάρχουν προκλήσεις στο εξοπλιστικό κομμάτι και στον στόλο αλλά και στον στρατό ξηράς. Αυτά, όμως, δεν αλλάζουν σε μια μέρα. Πρέπει να υπάρχει ένα μακροπρόθεσμο πενταετές πρόγραμμα προμηθειών, το οποίο δυστυχώς τώρα αρχίζει δειλά να συζητιέται. Αλλά για να μπορέσει να εφαρμοστεί αυτό, εκτός ότι είναι οικονομικά δύσκολο, θα πάρει τουλάχιστον και μια πενταετία για να μπορέσει να δώσει τα πρώτα αποτελέσματα. Αλλά είναι αναγκαιότητα δεν είναι πολυτέλεια.
Είναι όντως αναγκαιότητα ένα νέο εξοπλιστικό πρόγραμμα στην τωρινή οικονομική συγκυρία που διανύουμε;
Μακάρι να μπορούσαμε να μην ξοδέψουμε λεφτά σε μια κρίσιμη περίοδο για την Ελλάδα σε εξοπλισμούς. Θα μπορούσα να πω ότι είναι πεταμένα λεφτά, αλλά δυστυχώς δεν έχουμε αυτή την πολυτέλεια. Δεν είμαστε η Σουηδία που έχει την πολυτέλεια να μην έχει ετοιμοπόλεμο στρατό. Αυτό είναι ξεκάθαρο. Οπότε το ζήτημα είναι αν θα δυσκολέψουμε την κατάσταση για τους μελλοντικούς εαυτούς μας ή όχι. Κανονικά πρέπει να προετοιμαστούμε έτσι ώστε να προστατεύσουμε όχι μόνο την τωρινή Ελλάδα, αλλά και την Ελλάδα μετά από πέντε και δέκα χρόνια. Γιατί όταν δούμε ότι πράγματι υπάρχει απτή απειλή δεν θα έχουμε τότε χρόνο να μπορέσουμε να κλείσουμε το κενό και θα βρεθούμε προ τετελεσμένων. Αν τώρα έχουμε προβλήματα με τα μνημόνια τα οποία θα επηρεάσουν τις επόμενες γενιές, αν γίνει κάποιο επεισόδιο με την Τουρκία μπορεί να δώσουμε στην επόμενη γενιά όχι μόνο λιγότερη εθνική περιουσία αλλά και λιγότερη εθνική κυριαρχία.
Πως ερμηνεύετε την κατακόρυφη μείωση των εμπλοκών που είναι ένα διαφορετικό ποιοτικό χαρακτηριστικό που εμφανίστηκε σχετικά πρόσφατα;
Οι εμπλοκές έχουν παίσει κατακόρυφα τα τελευταία χρόνια της κρίσης. Και το πρόβλημα είναι το εξής. «Η νέα πραγματικότητα στο Αιγαίο» είναι ότι έχουμε υποστεί μια εθνική απονεύρωση, δηλαδή έχουμε αποδεχτεί την επιθετικότητα της Τουρκίας στο Αιγαίο. Η Τουρκία πλέον είναι παθητικός εισβολέας, δηλαδή μπαίνει μέσα, αλλά μετά σε ότι έχει να κάνει με την δίκη μας αντίδραση αυτοί είναι παθητικοί, δεν κάνουν εμπλοκή μαζί μας. Ουσιαστικά μας αγνοούν στην αναγνώριση που τους κάνουμε όταν αυτοί κάνουν την παραβίαση. Βάσει, λοιπόν, της αντίδρασης τους έχουν δημιουργήσει γκρίζες ζώνες παντού γιατί δεν δέχονται την δικιά μας δικαιοδοσία στο να ελέγχουμε την περιοχή. Άρα λοιπόν έχουν δημιουργήσει ένα προτετελεσμένο μόνο και μόνο γιατί η δικιά μας αντίδραση για πάρα πολλά χρόνια δεν ήταν όσο δυναμική θα έπρεπε να είναι για να έχει αποτρεπτική ισχύ. Δεν αποτρέπουμε την επιθετικότητα της Τουρκίας, την έχουμε ουσιαστικά αποδεχτεί και την παρατηρούμε. Έχουμε γίνει παρατηρητές.
Πιστεύετε πως η Τουρκία έχει επιτύχει τον βασικό στρατηγικό της στόχο όσον αφορά το Αιγαίο; Είναι πλέον στα μάτια της διεθνής κοινότητας μια αμφισβητούμενη θάλασσα;
Έχουν όντως καταφέρει να δημιουργήσουν την εντύπωση στην παγκόσμια κοινή γνώμη ότι το Αιγαίο είναι μια αμφισβητούμενη περιοχή. Όποιος δεν το έχει καταλάβει εθελοτυφλεί. Και να σας δώσω ένα συγκεκριμένο παράδειγμα με τον Νορβηγό γενικό γραμματέας του ΝΑΤΟ. Όταν έπεσε το ρωσικό αεροσκάφος στην Συρία που το έριξαν οι Τούρκοι για εφτά δευτερόλεπτα υποτιθέμενης παραβίασης, η δημοσιογράφος του CNN του έκανε μια εξαιρετική ερώτηση λέγοντας για ποιο λόγο δεν υπάρχει το ίδιο στάνταρντ στις παραβιάσεις της Τουρκίας στο Αιγαίο. Και αυτός άρχισε να υπερασπίζεται την Τουρκία λέγοντας ότι δεν είναι το ίδιο πράγμα. Βλέπουμε, λοιπόν, ότι και στο ΝΑΤΟ η συζήτηση πολλές φορές είναι ότι το Αιγαίο είναι ένα διμερές ζήτημα μεταξύ των δύο χωρών. Και ουσιαστικά με αυτό τον τρόπο έχουν νομιμοποιηθεί οι τουρκικές διεκδικήσεις.
Ποια θεωρείτε πως πρέπει να είναι η απάντηση της Ελλάδας και πως μπορεί να διαχειριστεί από εδώ και πέρα αυτό το πρόβλημα;
Το ζήτημα είναι ότι εμείς δεν κάνουμε κάτι για να αποτρέψουμε την προκλητικότητα. Δέχομαι την κριτική που ασκούν ορισμένοι λέγοντας δηλαδή τι θα ξεκινήσουμε πόλεμο; Αλλά από την απόλυτη παθητικότητα στο να γίνεις λίγο πιο μαχητικός και ενεργητικός υπάρχει ένα εύρος ενεργειών που μπορείς να κάνεις σε διπλωματικό και σε στρατιωτικό επίπεδο. Το ζήτημα είναι πως χρειαζόμαστε μια νέα στρατηγική, ο σχεδιασμός της οποίας πρέπει να είναι υπερκομματικός. Πρέπει δηλαδή να μαζευτούν οι ειδικοί από διάφορους φορείς και να δημιουργήσουν ένα πλάνο για μια νέα στρατηγική στο Αιγαίο με πρώτη βασική επιδίωξη την αποφυγή του πολέμου αλλά και την αποτελεσματική αποτροπή της τουρκικής προκλητικότητας. Η στρατηγική που έχουμε αυτή τη στιγμή δεν λειτουργεί, δεν αποτρέπει την Τουρκία, και ουσιαστικά διαιωνίζει μια κατάσταση η οποία μόνο προς όφελος της Ελλάδας δεν λειτουργεί.