Όπως αναφέρεται σε ανακοίνωση του υπουργείου Πολιτισμού, ο οικισμός είναι εγκατάσταση που ιδρύθηκε σε μια φυσικά οχυρή θέση, καταλαμβάνει τμήμα του ομώνυμου βραχώδους λόφου που βρίσκεται στα όρια της πεδιάδας του Κατσαρωνίου.
Με βάση τα έως τώρα ανασκαφικά τεκμήρια και την προκαταρκτική τους μελέτη, χρονολογείται κυρίως στην Τελική Νεολιθική εποχή, ενώ παρουσιάζει αποσπασματικές ενδείξεις κατοίκησης και χρήσης τόσο κατά την Ύστερη Νεολιθική όσο και κατά τις πρώιμες φάσεις της Πρώιμης Εποχής του Χαλκού.
Ο οικισμός προσφέρει αξιόλογα νέα δεδομένα για τις παραπάνω περιόδους τόσο για την περιοχή της Καρυστίας, όσο και για τον ευρύτερο αιγαιακό χώρο. Εκτιμάται ότι η συνέχιση της ανασκαφής θα συνεισφέρει στη διασάφηση της προβληματικής έως τώρα μετάβασης από τη Νεολιθική στην Πρώιμη Εποχή του Χαλκού.
Οι εργασίες, που έως τώρα επικεντρώνονται στο πλάτωμα της κορυφής του λόφου και στο νότιο κομμάτι της, έχουν αποδώσει ενδιαφέροντα αρχιτεκτονικά και άλλα ακίνητα κατάλοιπα, καθώς επίσης και πλήθος κινητών ευρημάτων.
ΤΙ ΔΙΑΒΑΣΑ
Η ανασκαφή αποκάλυψε 130 βέλη
Πρέπει να τονιστεί ιδιαιτέρως, η παρουσία 130 και πλέον αιχμών βελών από το ίδιο υλικό, που αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα αντίστοιχα σύνολα που έχουν βρεθεί οπουδήποτε στον ελλαδικό χώρο. Η κατά χώραν παρουσία του συνόλου της παραγωγικής αλυσίδας της συγκεκριμένης λιθοτεχνίας υποδηλώνει την σημαντική θέση του οικισμού σε περιφερειακά δίκτυα διακίνησης και παραγωγής εργαλείων από οψιανό Μήλου, και επιβεβαιώνει την σημαντικότητα της συγκεκριμένης δραστηριότητας στην οικονομία του οικισμού.
Ενας σημαντικός προϊστορικός οικισμός
Συνοψίζοντας, τα αποτελέσματα του ερευνητικού προγράμματος περιγράφουν έναν σημαντικό προϊστορικό οικισμό με μακρόχρονη κατοίκηση και διαδοχικές αρχιτεκτονικές φάσεις. Αυτές διατρέχουν τρεις διαφορετικές χρονολογικές περιόδους, με ενδιαφέρουσες λεπτομέρειες σχετικά με την οικονομία του οικισμού και την θέση του σε δίκτυα ανταλλαγών, παραγωγής, και διακίνησης οψιανού.
Η ανασκαφική έρευνα πραγματοποιείται υπό την αιγίδα και την χρηματοδότηση του Νορβηγικού Ινστιτούτου Αθηνών, με την υποστήριξη του Ινστιτούτου Αιγαιακής Προϊστορίας (INSTAP). Η έρευνα διεξάγεται υπό την διεύθυνση του Δρος. Zarko Tankosic, και την συνδιεύθυνση των Δρ. Φάνη Μαυρίδη και Δρ. Πασχάλη Ζαφειριάδη και υπό την εποπτεία της ΕΦΑ Ευβοίας με την επίβλεψη της Προϊσταμένης Δρ. Αγγελικής Γ. Σίμωσι και των αρχαιολόγων Κωνσταντίνου Μπουκάρα και Φανής Σταυρουλάκη. Η πολυμελής διεπιστημονική ομάδα του προγράμματος απαρτίζεται από αρχαιολόγους διαφόρων ειδικοτήτων.