Ο Πυθαγόρας καθόταν οκλαδόν καταγής, µε το κεφάλι γερµένο και τα µάτια κλειστά. Ήταν βυθισµένος σε κατάσταση απόλυτης συγκέντρωσης. Απέναντί του, έξι άντρες περίµεναν µε αδηµονία.Χωρίς καµία προειδοποίηση, η σθεναρή ψυχή του κλονίστηκε βίαια. Η καρδιά του έπαψε να χτυπά για µερικά δευτερόλεπτα και αναγκάστηκε να καταβάλει τιτάνια προσπάθεια για να µην αλλοιωθεί κανένα από τα χαρακτηριστικά του. Οι πιο προχωρηµένοι µαθητές του ήταν µαζί του και περίµεναν να αναδυθεί από τον διαλογισµό του για να τους µιλήσει.
«Δεν πρέπει να καταλάβουν τίποτα» είπε µέσα του θορυβηµένος. Μοιραζόταν µαζί τους τα περισσότερα προαισθήµατά του, όχι όµως αυτό.
Ο οιωνός ήταν πάρα πολύ ζοφερός. Τον βασάνιζε εδώ και βδοµάδες, και συνέχιζε να µην του αποκαλύπτει καµιά λεπτοµέρεια.
[…] «Μα τι;…»
Προτού ο Πυθαγόρας ολοκληρώσει τη σκέψη του, ο αγαπηµένος του µαθητής έγειρε προς το µέρος του προσπαθώντας να τον πιάσει από το µπράτσο. Το αγκυλωµένο χέρι έµεινε στα µισά του δρόµου. ?οκίµασε να µιλήσει, αλλά το µόνο που κατάφερε να βγάλει ήταν ένα γουργουρητό που γέµισε αφρό το στόµα του. Ο λαιµός του, κόκκινος και φουσκωµένος, αυλακωνόταν αφύσικα από εξογκωµένες φλέβες. Καταµεσής στον ιερό ναό των Μουσών, ο Κλεοµενίδης σωριάστηκε νεκρός. Κρότωνας, 510 π.Χ.
Ο γέροντας φιλόσοφος –και πανίσχυρη πολιτική φυσιογνωµία της εποχής του– Πυθαγόρας ετοιµάζεται να διαλέξει τον διάδοχό του ανάµεσα στους δασκάλους της σχολής, όταν η πρώτη από µια σειρά δολοφονιών θα ρίξει βαριά τη σκιά της στην κοινότητα των πυθαγορείων. Πίσω από τα εγκλήµατα διαφαίνεται ένας σκοτεινός και ισχυρός νους που δείχνει να ξεπερνά τον ίδιο τον Πυθαγόρα. Η αινιγµατική κόρη του Πυθαγόρα, η Αριάδνη, και ο Αιγύπτιος Ακενόν, που έχει αναλάβει την πιο καλοπληρωµένη έρευνα της ζωής του, θα προσπαθήσουν να ανακαλύψουν ποιος είναι ο δολοφόνος, ενώ παράλληλα προσπαθούν να ξεκαθαρίσουν τη φύση της δικής τους σχέσης. Μια πρόκληση στην οποία τα φαντάσµατα του παρελθόντος συναντούν τις σκοτεινές απειλές του παρόντος.
Κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πατάκη.