Oλες αυτές οι οφειλές μπορούν να ρυθμιστούν είτε καθεμία ξεχωριστά είτε ενιαία από τους υπόχρεους φορολογουμένους με την πάγια ρύθμιση του Ν. 4152/2013. Σε κάθε περίπτωση, οι μηνιαίες δόσεις της πάγιας ρύθμισης δεν θα είναι άτοκες, αλλά θα επιβαρύνονται με τόκους υπολογιζόμενους με ετήσια επιτόκια 4,34% εάν επιλεγούν μέχρι 12 μηνιαίες δόσεις και 5,84% εάν επιλεγούν 13 έως 24 μηνιαίες δόσεις.
Η ένταξη στην πάγια ρύθμιση του Ν. 4152/2013 μπορεί να γίνει είτε μόνο για το ληξιπρόθεσμο ανεξόφλητο υπόλοιπο των οφειλών ή για ολόκληρο το ανεξόφλητο ποσό των οφειλών είτε είναι ληξιπρόθεσμο είτε όχι είτε είναι εν μέρει ληξιπρόθεσμο και εν μέρει μη ληξιπρόθεσμο.
Υποβολή
Η αίτηση για την υπαγωγή στη ρύθμιση πρέπει να συμπληρωθεί και να υποβληθεί ηλεκτρονικά μαζί με σχετική υπεύθυνη δήλωση. Η ηλεκτρονική υποβολή της αίτησης και της απαιτούμενης υπεύθυνης δήλωσης γίνεται μέσω ειδικής εφαρμογής του συστήματος ΤΑΧΙSnet, που είναι διαθέσιμη στην ιστοσελίδα της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ), στην ηλεκτρονική διεύθυνση www.aade.gr.
Από την ιστοσελίδα αυτή, ο φορολογούμενος πρέπει να επιλέξει κατά σειρά «Πολίτες», «Αίτηση ρύθμισης οφειλών» και «Είσοδος στην εφαρμογή». Στη συνέχεια πρέπει να πληκτρολογήσει το όνομα χρήστη και τον κωδικό πρόσβασης TAXISnet προκειμένου να εισέλθει στο κυρίως μενού της εφαρμογής για την ηλεκτρονική υποβολή αιτήσεων ρύθμισης οφειλών προς την εφορία.
Από το κεντρικό μενού της εφαρμογής ο φορολογούμενος πρέπει να επιλέξει «Συνέχεια» δίπλα από την ένδειξη «Ρ7 Αίτηση πάγιας ρύθμισης οφειλών Ν. 4152/2013, όπως τροποποιήθηκε με τον Ν. 4646/2019» και, κατόπιν, «Υποβολή νέας» αίτησης. Ακολούθως, πρέπει να επιλέξει «Ρύθμιση έως 24 δόσεις», οπότε θα εμφανιστούν στην οθόνη του υπολογιστή του όλες οι οφειλές του, οι οποίες μπορούν να ρυθμιστούν έως και σε 24 μηνιαίες δόσεις. Από τις οφειλές που εμφανίζονται μπορεί να επιλέξει να κάνει ξεχωριστή ρύθμιση για καθεμία ή ενιαία ρύθμιση για όλες. Στη συνέχεια, σε κάθε αίτηση ρύθμισης, θα πρέπει να αναγράψει τα καθαρά μηνιαία έσοδά του και τα μηνιαία έξοδά του.
Η διαφορά μεταξύ των δύο ποσών θα κρίνει το ύψος της κάθε μηνιαίας δόσης που θα κληθεί να πληρώνει με τη ρύθμιση της οφειλής του και, συνακόλουθα, θα καθορίσει και τον αριθμό των μηνιαίων δόσεων, οι οποίες μπορεί να φθάσουν μέχρι και τις 24. Οσο πιο μικρή είναι η διαφορά μεταξύ μηνιαίων εσόδων και μηνιαίων εξόδων τόσο μεγαλύτερος θα είναι ο αριθμός των μηνιαίων δόσεων που θα του εγκρίνει το σύστημα.
Επιλέγοντας, στη συνέχεια, «Επόμενη σελίδα», θα εμφανιστεί στην οθόνη του υπολογιστή του η φόρμα υποβολής της αίτησης-υπεύθυνης δήλωσης με προσυμπληρωμένα τα προσωπικά στοιχεία της ταυτότητάς του στην οποία θα πρέπει να συμπληρώσει στοιχεία που αποτυπώνουν την πραγματική εισοδηματική και περιουσιακή του κατάσταση. Στο πλαίσιο αυτό, θα μπορεί να επιλέξει την άντληση των στοιχείων αυτών από τις ήδη υποβληθείσες δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων και τις ήδη υποβληθείσες δηλώσεις Ε9.
Εφόσον διαθέτει εισοδήματα ή και ακίνητα τα οποία δεν έχουν περιληφθεί στις σχετικές δηλώσεις, οφείλει να τα δηλώσει επιπροσθέτως. Πρέπει, επίσης, να δηλώσει υπεύθυνα ότι δεν εκκρεμεί εναντίον του κατηγορία για ποινικού χαρακτήρα αδίκημα φοροδιαφυγής.
Ο φορολογούμενος πρέπει, επιπλέον, να δηλώσει τον IBAΝ ενός τουλάχιστον τραπεζικού του λογαριασμού, μέσω του οποίου θα πραγματοποιεί τις πληρωμές των μηνιαίων δόσεων της ρύθμισης.
Προσοχή στα 9 σημεία-SOS
Σε κάθε περίπτωση, ο φορολογούμενος που θα υπαχθεί στην πάγια ρύθμιση του Ν. 4152/2013 θα πρέπει να γνωρίζει ότι:
1 Το συνολικό ποσό της οφειλής που υπάγεται στη ρύθμιση επιβαρύνεται με ετήσιο ποσοστό τόκων 4,34% αν η αποπληρωμή καθοριστεί έως και σε 12 μηνιαίες δόσεις και με ετήσιο ποσοστό τόκων 5,84% εφόσον καθοριστεί αριθμός μηνιαίων δόσεων από 13 έως 24.
2 Το ποσό κάθε μηνιαίας δόσης δεν μπορεί να είναι μικρότερο από 30 ευρώ. Ως εκ τούτου, σε περίπτωση που το οφειλόμενο ποσό αφορά μόνο ΕΝΦΙΑ και είναι μικρότερο από ή ίσο με 330 ευρώ ή λίγο υψηλότερο από 330 ευρώ δεν συμφέρει η υπαγωγή στην πάγια ρύθμιση, δεδομένου ότι στην περίπτωση αυτή το ποσό δεν θα μπορεί να ρυθμιστεί σε περισσότερες από 11 μηνιαίες δόσεις που ήδη προβλέπονται από την ισχύουσα νομοθεσία για κάθε οφειλή ΕΝΦΙΑ, ενώ ταυτόχρονα οι δόσεις θα είναι έντοκες. Αν το οφειλόμενο ποσό αφορά μόνο φόρο εισοδήματος και είναι μικρότερο από ή ίσο με 240 ευρώ ή λίγο υψηλότερο από 240 ευρώ, πάλι δεν συμφέρει η υπαγωγή στην πάγια ρύθμιση, διότι στην περίπτωση αυτή το ποσό δεν θα μπορεί να ρυθμιστεί σε περισσότερες από 8 μηνιαίες δόσεις που ήδη προβλέπονται από την ισχύουσα νομοθεσία για κάθε οφειλή φόρου εισοδήματος, ενώ ταυτόχρονα οι δόσεις θα είναι έντοκες.
3 Σε περίπτωση που, μετά την ημερομηνία υπαγωγής στη ρύθμιση, δημιουργηθούν νέες οφειλές ο οφειλέτης μπορεί να τις υπαγάγει και αυτές σε νέα πάγια ρύθμιση με τους ίδιους όρους.
4 Προϋπόθεση για την ένταξη στην πάγια ρύθμιση είναι ο οφειλέτης να έχει υποβάλει, είτε εμπρόθεσμα είτε εκπρόθεσμα, όλες τις δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος της τελευταίας πενταετίας, καθώς και τυχόν περιοδικές και εκκαθαριστικές δηλώσεις ΦΠΑ για τις οποίες ήταν υπόχρεος την τελευταία πενταετία.
5 Φορολογούμενος εναντίον του οποίου εκκρεμεί ποινική δίωξη για φοροδιαφυγή δεν μπορεί να υπαχθεί στην πάγια ρύθμιση.
6 Ο οφειλέτης θα αποβάλλεται από τη ρύθμιση -και θα είναι υποχρεωμένος να καταβάλει άμεσα ολόκληρο το ανεξόφλητο υπόλοιπο της οφειλής του, σύμφωνα με τα στοιχεία βεβαίωσης, με συνέπεια την ενεργοποίηση του δικαιώματος του Δημοσίου να επιβάλει κατασχέσεις σε εισοδήματα, καταθέσεις και περιουσιακά στοιχεία του- εφόσον:
α) Δεν έχει καταβάλει εμπρόθεσμα μία δόση της ρύθμισης πέραν της μίας φοράς.
β) Εχει καθυστερήσει την καταβολή της τελευταίας δόσης της ρύθμισης για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο του ενός μηνός.
γ) Δεν έχει υποβάλει τις δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος και του φόρου προστιθέμενης αξίας, καθ’ όλο το διάστημα της ρύθμισης καταβολής των οφειλών του και μέχρι την εξόφλησή τους, εντός τριών (3) μηνών το αργότερο από την παρέλευση της προθεσμίας υποβολής τους ή, εφόσον η προθεσμία υποβολής έχει παρέλθει μέχρι τη 19η Απριλίου 2024, εντός τριών (3) μηνών από την ημερομηνία αυτή.
δ) Δεν έχει εξοφλήσει ή τακτοποιήσει κατά νόμιμο τρόπο τυχόν νέες οφειλές του, καθ’ όλη τη διάρκεια της ρύθμισης, εντός τριμήνου από τη λήξη της προθεσμίας καταβολής τους.
ε) Εχει υποβάλει ελλιπή ή αναληθή στοιχεία προκειμένου να του χορηγηθεί η ρύθμιση.
7 Σε περίπτωση απώλειας της ρύθμισης, δίνεται δεύτερη ευκαιρία στον οφειλέτη να ξαναρυθμίσει το ανεξόφλητο υπόλοιπο της οφειλής σε αριθμό μηνιαίων δόσεων που δεν μπορεί να υπερβαίνει τον αριθμό των δόσεων που υπολείπονταν κατά την απώλεια της αρχικής ρύθμισης. Ομως, στην περίπτωση αυτή, για να γίνει δεκτή η αίτηση αυτής της δεύτερης ευκαιρίας ο οφειλέτης θα πρέπει να πληρώσει ως προκαταβολή δύο δόσεις της νέας ρύθμισης μαζί. Επιπλέον, σ’ αυτήν τη ρύθμιση της δεύτερης ευκαιρίας θα επιβαρύνεται με υψηλότερα ποσά ετήσιων επιτοκίων, τα οποία ανέρχονται σε 5,84% για οφειλές που θα ρυθμιστούν σε έως 12 μηνιαίες δόσεις και σε 7,34% για οφειλές που θα ρυθμιστούν σε περισσότερες από 12 μηνιαίες δόσεις.
8 Σε περίπτωση μη εμπρόθεσμης πληρωμής μίας μηνιαίας δόσης της πάγιας ρύθμισης, το ποσό της δόσης αυτής επιβαρύνεται με προσαύξηση 15%. Η δόση αυτή με την αναλογούσα προσαύξηση πρέπει να καταβληθεί το αργότερο μέχρι την ημερομηνία λήξης της προθεσμίας καταβολής της επόμενης δόσης.
9 Oπως ήδη προαναφέραμε, για να είναι έγκυρη η ρύθμιση και να μην ακυρωθεί, ο φορολογούμενος θα πρέπει να εξοφλήσει μέσω ATM οποιουδήποτε υποκαταστήματος τράπεζας στην οποία έχει κάποιον καταθετικό λογαριασμό ή μέσω e-banking την 1η δόση της ρύθμισης μέσα σε χρονικό διάστημα τριών εργάσιμων ημερών από την ημέρα υποβολής της αίτησης.
Ειδήσεις σήμερα
Μπανγκλαντές: Οι ΗΠΑ αναβαθμίζουν την ταξιδιωτική τους οδηγία για τη χώρα
ΠΑΣΟΚ: Η Διαμαντοπούλου αλλάζει τις ισορροπίες…
Τροχαίο στα Χανιά: Nεκρή μια 62χρονη – Μηχανή συγκρούστηκε με Ι.Χ