Το λίθινο τρόπαιο είναι εξαιρετικά σημαντικό, καθώς συνδέεται με το ιστορικό γεγονός της τελικής επικράτησης των στρατευμάτων του Ρωμαίου στρατηγού Σύλλα το 86 π.Χ. έναντι του στρατού του βασιλιά του Πόντου Μιθριδάτη ΣΤ’ στην περιοχή της βόρειας Κωπαΐδας.
Σύμφωνα με τους αρχαιολόγους, η πρόταση των μελετητών αντιμετωπίζει με επιτυχία, τόσο την αρχαιολογική τεκμηρίωση, τη στατική επάρκεια και τη δομική αποκατάσταση του μνημείου, όσο και τη διαμόρφωση του περιβάλλοντα χώρου του. Το σημαντικό, εξάλλου, για την αποκατάστασή του είναι ότι έχει αποκαλυφθεί το σύνολο των λίθων που το αποτελούσαν και ως εκ τούτου πιστοποιείται με ασφάλεια η αρχική μορφή του.
Το μνημείο εντοπίστηκε σε αγρό, στο βόρειο τμήμα της αποξηραμένης σήμερα λίμνης Κωπαΐδας. Η επιγραφή που αποκαλύφθηκε επιβεβαίωσε την ασφαλή ταύτιση του μνημείου με το τρόπαιο που στήθηκε για να θυμίζει τη νίκη του Λεύκιου Κορνήλιου Σύλλα στον Ορχομενό κατά των στρατευμάτων του Μιθριδάτη ΣΤ’ του Ευπάτορος.
Σημειώνεται, ότι στον Ορχομενό έλαβε χώρα μία από τις δύο καθοριστικές μάχες, όπου ο Σύλλας επιβλήθηκε επί των στρατευμάτων του Μιθριδάτη, οι επεκτατικές επιδιώξεις του οποίου στη Μικρά Ασία τον είχαν φέρει σε σύγκρουση με τη Ρώμη.
Ο Σύλλας, ο οποίος το 87 π.Χ. ανέλαβε την ευθύνη της αντιμετώπισης του Μιθριδάτη, αποβιβάστηκε με την ιδιότητα του ανθυπάτου στην Ήπειρο και κινήθηκε προς τα νότια. Η αποφασιστική σύγκρουση πραγματοποιήθηκε το 86 π.Χ. στη Βοιωτία, σε δύο μάχες, που πραγματοποιήθηκαν στη Χαιρώνεια και τον Ορχομενό, για τις οποίες αντλούμε πληροφορίες από τον Πλούταρχο.
Στην πρώτη μάχη, δύο Χαιρωνείς, ο Ομολώιχος και ο Αναξίδαμος, οδήγησαν ένα μικρό ρωμαϊκό στρατιωτικό απόσπασμα από μυστικό μονοπάτι, συμβάλλοντας καθοριστικά στον αιφνιδιασμό του εχθρού, που είχε στρατοπεδεύσει στον λόφο του Θουρίου, και στην έκβαση της μάχης.
Τμήμα μνημείου, το οποίο πιθανότατα έστησαν οι δύο Χαιρωνείς, βρέθηκε το 1989 στον παραπάνω λόφο. Σύμφωνα πάντοτε με τον Πλούταρχο, ο Σύλλας, μετά τις επιτυχίες του στη Χαιρώνεια και τον Ορχομενό, ίδρυσε δύο τρόπαια στην περιοχή, ένα από τα οποία ταυτίζεται με βεβαιότητα με αυτό που βρέθηκε στη θέση «Κυδωνιές».
Στην περιοχή έχουν, ήδη, πραγματοποιηθεί εργασίες απομάκρυνσης της βλάστησης γύρω από το παλαιό ανασκαφικό σκάμμα, ενώ τα αρχιτεκτονικά μέλη από τον ερειπιώνα του μνημείου έχουν μεταφερθεί σε προσωρινό χώρο.
Το μνημείο, το οποίο θα αναδειχθεί κατά χώραν (στο σημείο όπου βρέθηκε), συνδεόμενο με τους αρχαιολογικούς χώρους και τα μνημεία της περιοχής του Ορχομενού, μπορεί να αποτελέσει ακόμη έναν σημαντικό πόλο έλξης επισκεπτών. Ήδη, υπάρχουν εγκεκριμένες μελέτες αποκατάστασης του Αρχαίου Θεάτρου Ορχομενού και ενοποίησης της περιοχής των μνημείων του ομώνυμου χώρου (θολωτός τάφος Μινύου, αρχαίο θέατρο και βυζαντινός ναός Παναγίας Σκριπούς).
Η αρχαιολογική έρευνα διεξήχθη από τη δρ. Έλενα Κουντούρη, αρχαιολόγο και προϊσταμένη της Διεύθυνσης Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων του ΥΠΠΟΑ, ενώ στην ομάδα δημοσίευσης, εκτός από την ανασκαφέα, συμμετέχουν ο Νίκος Πετρόχειλος, αρχαιολόγος στην Εφορεία Αρχαιοτήτων Φωκίδας, η Σοφία Ζουμπάκη, ερευνήτρια στο Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών, καθώς και οι δύο αρχιτέκτονες που πραγματοποίησαν τη μελέτη, Θέμης Μπιλής και Μαρία Μαγνήσαλη.
Η πρώτη παρουσίαση του μνημείου έγινε σε συνέδριο για τη ρωμαϊκή Ελλάδα το φθινόπωρο του 2015, ενώ η οριστική δημοσίευση αναμένεται εντός του 2017.