Ο κ. Μητσοτάκης δηλώνει ότι η αλλαγή του χαρακτήρα της Μονής της Χώρας «μας πληγώνει όλους και προσβάλλει έναν από τους πιο εμβληματικούς βυζαντινούς ναούς αλλά και την ιστορία της Κωνσταντινούπολης» για αυτό και θα τεθεί στη συνάντηση με τον κ. Ερντογάν.
Παράλληλα, τάσσεται υπέρ της συνέχισης των συζητήσεων με την τουρκική πλευρά καθώς και της προσέγγισης με αμοιβαία οφέλη σε θέματα όπως: το μεταναστευτικό, όπου οι ροές έχουν μειωθεί σημαντικά, η μείωση της έντασης στο Αιγαίο, ο τουρισμός, μέσω της έκδοσης βίζας σε 10 ελληνικά νησιά, και η αύξηση των εμπορικών συναλλαγών.
«Είμαστε προσηνείς, όχι όμως αφελείς, οι θέσεις της Τουρκίας, αν και διατυπώνονται σε πιο χαμηλούς τόνους, δεν έχουν αλλάξει», τονίζει χαρακτηριστικά ο κ. Μητσοτάκης, προσθέτοντας ότι παραμένουν σταθερές και οι εθνικές μας θέσεις, με μοναδική εκκρεμότητα τη χάραξη θαλασσίων ζωνών βάσει του Διεθνούς Δικαίου και του Δικαίου της Θάλασσας.
Σε ό,τι αφορά τις ευρωεκλογές, ο πρωθυπουργός αναφέρει ότι ο στόχος της σύγκλισης με την Ευρώπη προϋποθέτει ότι η Ελλάδα θα μείνει σε τροχιά προόδου, χωρίς να ρισκάρει περιπέτειες και πειραματισμούς, και θα ενισχυθεί η πολιτική δύναμη της Νέας Δημοκρατίας για περισσότερους πόρους για τους αγρότες, κοινή ευρωπαϊκή άμυνα και δυναμική αντιμετώπιση του μεταναστευτικού.
«Για να φτάσουμε το 2027 να έχουμε μέσο μισθό 1.500 ευρώ και κατώτατο στα 950, πρέπει να υπάρχουν σταθερότητα και συνέχεια στην προσπάθεια που καταβάλλουν οι πολίτες από το 2019», επισήμανε, ενώ για τον εκλογικό «πήχη» του 33% σημείωσε ότι θα επιτευχθεί εξηγώντας στους πολίτες με ειλικρίνεια τη σημασία των ευρωεκλογών.
Ο ίδιος θεωρεί ως αντιπάλους την αποχή και την αδιαφορία, που μπορούν να ξαναζωντανέψουν τον λαϊκισμό, για αυτό και τονίζει ότι οι ευρωεκλογές δεν προσφέρονται ούτε για αδράνεια ούτε για δήθεν «ψήφο διαμαρτυρίας».
Ο κ. Μητσοτάκης αναγνωρίζει ότι η ακρίβεια εξακολουθεί να πολιορκεί τα νοικοκυριά, σημειώνει ότι τα στοχευμένα μέτρα στήριξης θα συνεχισθούν, ενώ επιμένει στην «ασπίδα» των μόνιμων αυξήσεων στις αποδοχές που αποτελούν βασικό άξονα της κυβερνητικής πολιτικής.
Σε ό,τι αφορά την ιδεολογική θέση της Νέας Δημοκρατίας, τονίζει τον πολυσυλλεκτικό χαρακτήρα της, ενώ δηλώνει καθαρά πως «είμαστε η φιλελεύθερη κεντροδεξιά παράταξη που πιστεύει στην ανοιχτή Δημοκρατία, την παραγωγική οικονομία και το κοινωνικό κράτος. Που στο διχαστικό δίδυμο “Αριστερά-Δεξιά” αντιτάσσει το δίπολο “πίσω ή μπροστά”».
Για την υποψηφιότητα Μπελέρη ο πρωθυπουργός τονίζει ότι, όταν ο δήμαρχος Χειμάρρας συνελήφθη, τα κόμματα της αντιπολίτευσης κατηγορούσαν την κυβέρνηση ότι δεν στηρίζει την ελληνική μειονότητα, ενώ τώρα, που βρίσκεται στη λίστα της Ν.Δ., κατηγορείται ξανά για τάχα ακροδεξιά στροφή. «Ρωτήστε τον κ. Κασσελάκη γιατί δεν τόλμησε να πάει στη Χειμάρρα κατά την επίσκεψή του στην Αλβανία», είπε χαρακτηριστικά.
Θεοδώρα Τζάκρη: Θα φύγω από τον ΣΥΡΙΖΑ και θα πάρω και άλλους μαζί
Αναφερόμενος στην πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ για φόρο 90% στις τράπεζες τόνισε ότι αυτό θα σημάνει ότι θα κλείσουν οι τράπεζες και ο Κασσελάκης θα γίνει νέος Βαρουφάκης.
«Πρόκειται για αναβίωση του ψέματος και των άδειων υποσχέσεων για τις οποίες προειδοποιώ ότι είναι το άλλο όνομα μίας ακόμη χρεοκοπίας», ανέφερε ο κ. Μητσοτάκης.
Κύριε πρόεδρε, η επίσκεψή σας στην Αγκυρα γίνεται σε μία περίοδο κατά την οποία η τουρκική πλευρά προχωρεί σε σειρά προκλητικών ενεργειών, όπως η μετατροπή της Μονής της Χώρας σε τζαμί, η ένταξη της αποκαλούμενης «Γαλάζιας Πατρίδας» στα σχολικά βιβλία και οι δηλώσεις μελών της κυβέρνησης Ερντογάν για τη Θράκη. Θα τεθούν αυτά τα ζητήματα στη συνάντηση που θα έχετε με τον πρόεδρο Ερντογάν;
Προφανώς και θα θέσω στον πρόεδρο Ερντογάν κάθε ζήτημα για το οποίο η Ελλάδα έχει διαφορετική θέση από εκείνη της Τουρκίας. Να διευκρινίσω, πάντως, ότι όσα είπατε για τα σχολικά βιβλία δεν αποτελούν παρά μία πρόταση η οποία δεν έχει, καν, εξεταστεί από τη γειτονική κυβέρνηση και με την οποία διαφωνούν και πολλά κόμματα στην Τουρκία. Οπως και ότι η αλλαγή χαρακτήρα της Μονής της Χώρας ήταν μία παλαιά διακήρυξη του κ. Ερντογάν. Η οποία, ωστόσο, δυστυχώς, γίνεται πράξη τώρα.
Η πρωτοβουλία αυτή, πράγματι, προσβάλλει έναν από τους πιο εμβληματικούς βυζαντινούς ναούς και, φυσικά, μας πληγώνει όλους. Προσβάλλει, επίσης, την ιστορία της Κωνσταντινούπολης. Κυρίως, όμως, προσβάλλει ένα οικουμενικό μνημείο που ανήκει στην ανθρωπότητα και στον πολιτισμό της. Ασφαλώς, λοιπόν, και θα συζητήσω αυτό το θέμα με τον Τούρκο πρόεδρο.
Για την εκπαίδευση δεν έχω να σχολιάσω κάτι, με βάση όσα ήδη σας είπα. Να τονίσω μόνο ότι η προσέγγιση της Ιστορίας δεν μπορεί να υποτάσσεται σε σκοπιμότητες του παρόντος. Πρέπει, ακόμη, να περιλαμβάνει όλες τις οπτικές για τα γεγονότα του παρελθόντος, όπως και τις ευαισθησίες που έχουν οικοδομηθεί μέσα στον χρόνο. Και, βέβαια, να μην αιχμαλωτίζει τις νέες γενιές στο χθες. Αλλά να βοηθά την κριτική τους σκέψη για το αύριο.
Τέλος, για τη μειονότητα της Θράκης απαντά ρητά και απόλυτα η Συνθήκη της Λωζάννης: εκεί αναφέρεται θρησκευτική και μόνο μειονότητα. Και αυτό δεν είναι προς συζήτηση, όποιον ισχυρισμό και να προβάλλει η άλλη πλευρά. Μία ελληνική μουσουλμανική μειονότητα που ζει σε καθεστώς ισονομίας και ισοπολιτείας δίπλα στους Χριστιανούς συμπολίτες της. Κάτι που εγγυάται όχι μόνο η κυβέρνηση, αλλά και το ευρωπαϊκό κεκτημένο της χώρας μας.
Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, ότι στο ευρωψηφοδέλτιο της Ν.Δ. υπάρχει και μουσουλμανική εκπροσώπηση και, μάλιστα, από γυναίκα. Κάτι που δεν συμβαίνει με τα άλλα κόμματα. Και να προσθέσω, βέβαια, ότι θα ήταν ευχής έργο αν την ίδια άνθηση με αυτήν της θρησκευτικής μειονότητας στη Θράκη γνώριζε και η ελληνική κοινότητα στην Τουρκία, που με διάφορους τρόπους έχει μειωθεί δραματικά.
Ποιος, λοιπόν, είναι ο βασικός σκοπός της επίσκεψής σας στην Αγκυρα;
Πρώτα απ’ όλα, να εδραιωθεί η πεποίθηση ότι οι συναντήσεις μεταξύ των ηγετών δύο γειτονικών χωρών δεν θα πρέπει να θεωρούνται εξαίρεση. Αλλά ένα γεγονός θα έλεγα «κανονικό» και, μάλιστα, αναγκαίο. Οταν με κάποιον διαφωνούμε, δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει και να συζητούμε. Θα θυμάστε ότι ήδη από το 2020 προσωπικά είχα διακηρύξει «σταματούν οι προκλήσεις, ξεκινούν οι συζητήσεις». Και, πράγματι, σε αυτόν τον δρόμο προσήλθε και η Τουρκία, διαμορφώνοντας από κοινού και ένα θετικό κεκτημένο.
Θυμίζω ότι εδώ και πολλούς μήνες δεν έχουμε παραβιάσεις και ένταση στο Αιγαίο. Στο μεταναστευτικό η συνεργασία των δύο πλευρών έχει μειώσει τις μεταναστευτικές ροές. Με τη μεσολάβηση της Αθήνας η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επέτρεψε την ταχύτατη έκδοση βίζας, ώστε Τούρκοι επισκέπτες να κάνουν διακοπές για μία εβδομάδα σε 10 ελληνικά ακριτικά νησιά. Κάτι που χαροποίησε τους πολίτες εκεί, αλλά ενθουσίασε και τους νησιώτες μας εδώ.
Στόχος, συνεπώς, είναι να δώσουμε συνέχεια σε αυτήν την προσέγγιση, που έχει αμοιβαία οφέλη. Να διπλασιάσουμε, για παράδειγμα, τις διμερείς εμπορικές μας συναλλαγές μέσα στην επόμενη πενταετία. Και να συνεργαστούμε στενότερα στους τομείς της Υγείας και της αμοιβαίας συνδρομής σε περιπτώσεις φυσικών καταστροφών.
«Υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ οι μόνες εκκρεμότητες»
Θεωρείτε ότι μπορεί μέσα από τον διάλογο οι δύο αντιπροσωπείες να περάσουν από τα θέματα «χαμηλής πολιτικής» στη δύσκολη ατζέντα του πυρήνα των διαφορών μας; Ποια είναι η θέση της Ελλάδας όταν η τουρκική πλευρά θέτει σειρά διεκδικήσεων, που χαρακτηρίζονται παράνομες από τη χώρα μας;
Αυτή η συνάντηση με τον πρόεδρο της Τουρκίας θα είναι η τέταρτη κατά σειρά. Γίνεται σε ανταπόδοση της δικής του επίσκεψης στην Αθήνα. Και με δεδομένα τα τότε συμπεράσματα του Ανώτατου Συμβουλίου Συνεργασίας και τη Διακήρυξη των Αθηνών. Μιλάμε, άρα, για μία διαδικασία προσέγγισης σε τρία επίπεδα: πολιτικός διάλογος, θετική ατζέντα, μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης.
Είναι φυσικό, λοιπόν, οι ταχύτητες στα τρία παραπάνω πεδία να είναι διαφορετικές. Αν και θα σημείωνα ότι αυτή που αποκαλούμε «χαμηλή πολιτική» έχει υψηλή σημασία για την καθημερινότητα των λαών. Είναι χαρακτηριστικά, νομίζω, τα όσα προανέφερα για τις παραβιάσεις. Για το μεταναστευτικό. Για τις διευκολύνσεις στον τουρισμό, όπως και για την οικονομική συνεργασία.
Σε ό,τι αφορά, τώρα, τη ρητορική της άλλης πλευράς, έχω τονίσει ότι «είμαστε προσηνείς, όχι όμως αφελείς». Που σημαίνει ότι -αν και διατυπώνονται σε πιο χαμηλούς τόνους- οι θέσεις της Τουρκίας δεν έχουν αλλάξει. Οπως και οι δικές μας ήταν και παραμένουν σταθερές. Για εμάς η μόνη εκκρεμότητα με τους γείτονες είναι η χάραξη των θαλασσίων ζωνών στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο. Δηλαδή, υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ, με βάση το Δίκαιο της Θάλασσας και το Διεθνές Δίκαιο.
«Η Ελλάδα να παραμείνει σε τροχιά προόδου χωρίς να ρισκάρουμε περιπέτειες»
Εχετε επισημάνει ότι οι ευρωεκλογές είναι σημαντικές για να διατηρηθεί η πολιτική σταθερότητα και να συνεχισθούν οι μεταρρυθμίσεις. Γιατί θεωρείτε ότι οι κάλπες της 9ης Ιουνίου έχουν τέτοια βαρύτητα όταν η κυβέρνηση έχει λάβει εντολή τετραετίας και όπως δείχνουν οι δημοσκοπήσεις δεν απειλείται από τα κόμματα της αντιπολίτευσης;
Το σύνθημά μας για τις ευρωεκλογές είναι «Σταθερά, πιο κοντά στην Ευρώπη». Πέντε λέξεις που συνοψίζουν τον στόχο μας να πλησιάσουμε τις αναπτυγμένες χώρες της ηπείρου μας με σίγουρα βήματα και χωρίς πειράματα που θα μας πήγαιναν πίσω. Δύο είναι οι προϋποθέσεις γι’ αυτό: Πρώτον, ο τόπος μας να παραμείνει στην τροχιά προόδου την οποία έχει χαράξει. Χωρίς να ρισκάρει περιπέτειες και πειραματισμούς. Για να το πω διαφορετικά, για να φτάσουμε το 2027 να έχουμε μέσο μισθό 1.500 ευρώ και κατώτατο στα 950, πρέπει να υπάρχουν σταθερότητα και συνέχεια στην προσπάθεια που οι πολίτες καταβάλλουν από το 2019 έως τώρα.
Εξίσου σημαντική, όμως, είναι και η δεύτερη προϋπόθεση. Στην Ευρωβουλή, δηλαδή, να ενισχυθεί εκείνη η πολιτική δύναμη που θα δυναμώσει την εθνική φωνή στις Βρυξέλλες και θα διεκδικήσει τα νέα ευρωπαϊκά στοιχήματα: Περισσότερους πόρους για τους αγρότες μας. Κοινή ευρωπαϊκή άμυνα. Δυναμική αντιμετώπιση του μεταναστευτικού από όλα τα κράτη-μέλη. Και μία ανταγωνιστική οικονομία στην ήπειρο προς όφελος των πολιτών της.
Από την πλευρά μας θεωρώ ότι έχουμε αποδείξει τόσο τον ευρωπαϊκό μας προσανατολισμό όσο και τη δύναμή μας να προωθούμε τις εθνικές θέσεις. Θυμίζω ότι τα ελληνικά σύνορα έχουν καθιερωθεί, πλέον, ως ευρωπαϊκά. Η χώρα κέρδισε πάνω από 60 δισ. από το Ταμείο Ανάκαμψης και το νέο ΕΣΠΑ. Ενώ στις Βρυξέλλες έχουν κατατεθεί 11 ελληνικές προτάσεις για μία πιο ευέλικτη και αποτελεσματική Κοινή Αγροτική Πολιτική.
Ολα αυτά απέναντι σε ποιους; Σε κόμματα που, δυστυχώς, δεν έκαναν τίποτε άλλο παρά να δυσφημούν τη χώρα μας. Πότε καταγγέλλοντάς τη γιατί προστατεύει τα σύνορά της από τους διακινητές. Και πότε γιατί οι Ελληνες ζουν, τάχα, σε μία χούντα και σε ένα καθεστώς πείνας και δυστυχίας. Σε έναν κόσμο, δηλαδή, που μόνο στο κεφάλι των μίζερων εισηγητών του υπάρχει.
Εχετε θέσει ως «πήχη» το 33% που είχε λάβει η Ν.Δ. στις ευρωεκλογές του 2019. Πώς πιστεύετε ότι θα πετύχετε τον εκλογικό σας στόχο και τι θα γίνει εάν το ποσοστό του κυβερνώντος κόμματος θα είναι χαμηλότερο;
Νομίζω ότι εξήγησα πριν, γιατί η πορεία της χώρας προς την ευημερία περνά μέσα από την πολιτική σταθερότητα και από τη συνέχεια της κυβερνητικής προσπάθειας. Οπως εξήγησα, πιστεύω, και τον τρόπο με τον οποίο οι εκλογές του Ιουνίου συνδέονται με την καθημερινότητά μας. Αλλωστε, το 75% των εθνικών επιλογών στην Ευρωπαϊκή Ενωση σχετίζεται με τις κοινές κατευθύνσεις της. Γι’ αυτό και λέω ότι οι κάλπες αυτές έχουν ευρωπαϊκό πρόσημο, αλλά ελληνικό βάρος και περιεχόμενο.
Οσο για τα ποσοστά, δεν έκανα τίποτε άλλο παρά να συγκρίνω ομοειδείς εκλογές, γνωρίζοντας τις ιδιαιτερότητες που έχουν πάντα οι αναμετρήσεις για το Ευρωκοινοβούλιο. Επιδίωξή μας, συνεπώς, είναι να κινηθούμε στα ποσοστά που είχαμε το 2019. Και αυτά θα τα φτάσουμε αν εξηγήσουμε στους πολίτες με ειλικρίνεια και πειθώ τη σημασία που έχουν γι’ αυτούς οι συγκεκριμένες ευρωεκλογές.
Γιατί μπορούν, πράγματι, να γίνουν αφετηρία, ώστε με καινούργια ορμή και διορθώνοντας λάθη να κινηθούμε πιο γρήγορα μπροστά. Υπάρχει, όμως, και ο κίνδυνος να αποδειχθούν παγίδα που θα μας ξαναφέρει αντιμέτωπους με κινδύνους. Είναι ο λόγος που θεωρώ αντιπάλους μας την αποχή και την αδιαφορία. Στοιχεία που μπορεί να ξαναζωντανέψουν τον λαϊκισμό που τόσο μας έχει κοστίσει.
Προφανώς και κανένα ποσοστό στις ευρωεκλογές δεν θα ταράξει τον εκλογικό κύκλο της τετραετίας. Αν, ωστόσο, δεν είναι μήνυμα συνέπειας και συνέχειας, τότε ίσως δώσει το δικαίωμα σε μία αλλοπρόσαλλη αντιπολίτευση να αμφισβητήσει τους συσχετισμούς που οι ίδιοι οι πολίτες αποφάσισαν πριν από δέκα μήνες. Και το χειρότερο: Θα ενισχύσει εκείνες τις ακραίες φωνές που ζητούν να γκρεμιστούν όσα με κόπο έχουμε χτίσει, εδώ και μία πενταετία.
Να γιατί αυτές οι εκλογές δεν προσφέρονται ούτε για αδράνεια ούτε για δήθεν «ψήφους διαμαρτυρίας». Γιατί οι τελευταίες θα είναι αψήφιστες ψήφοι: Αλλο θα θέλουν να δηλώσουν όποιοι τις ρίξουν επιπόλαια στην κάλπη και άλλες συνέπειες θα προκύψουν, τελικά, για τη ζωή τους από το αποτέλεσμα. Χρειάζεται, συνεπώς, ευθύνη και ωριμότητα. Ρεαλισμός, σκέψη και αποφασιστικότητα.
Αντιλαμβάνομαι, βέβαια, ότι υπάρχουν ακόμη προβλήματα. Ιδίως η ακρίβεια εξακολουθεί να πολιορκεί τα νοικοκυριά, ροκανίζοντας τις μόνιμες αυξήσεις στο Δημόσιο, σε μισθούς και συντάξεις, όπως και στον κατώτατο μισθό. Ξέρω ότι τα αναχώματα που υψώνουμε στον πληθωρισμό αναχαιτίζουν, αλλά δεν τον αντιμετωπίζουν ριζικά. Οπως ξέρω ότι μένουν πολλά ακόμη να γίνουν στην Υγεία, στην Παιδεία και τη λειτουργία του κράτους.
Εχουν δίκιο οι πολίτες να ζητούν από την κυβέρνηση όλο και περισσότερα, όλο και καλύτερα, όλο και γρηγορότερα. Κι εμείς έχουμε χρέος να ακούμε, να νιώθουμε και να προσπαθούμε. Χωρίς να πανηγυρίζουμε. Χωρίς, ωστόσο, και να μηδενίζουμε, καθώς, κάθε μέρα, η χώρα πετυχαίνει πολλές μικρές νίκες που οδηγούν, τελικά, σε μεγάλες ποιοτικές κατακτήσεις. Να ξέρετε ότι πρώτος εγώ γνωρίζω τις αδυναμίες της κυβέρνησης και το έργο που πρέπει να γίνει. Και δεσμεύομαι ότι θα γίνει!
Ομως, είναι καλό να αναλογιζόμαστε όχι μόνο πού θέλουμε να φτάσουμε. Αλλά και από πού ξεκινήσαμε πριν από μόλις πέντε χρόνια. Εχοντας πίσω μία χρεοκοπία που στοίχισε το 25% του ΑΕΠ. Με υψηλή ανεργία και μηδενικές επενδύσεις. Και τη χώρα στο διεθνές περιθώριο. Ενώ, σήμερα, η εικόνα είναι εντελώς διαφορετική και η προβολή στο αύριο ακόμη καλύτερη. Αυτή και μόνο η σύγκριση νομίζω ότι δείχνει και τη σωστή επιλογή στις 9 Ιουνίου.
«Τα στοχευμένα μέτρα στήριξης θα συνεχιστούν»
Η ακρίβεια παραμένει το κορυφαίο πρόβλημα των νοικοκυριών. Προτίθεστε να λάβετε νέα μέτρα για τη στήριξη των οικογενειακών προϋπολογισμών και την αντιμετώπιση της αισχροκέρδειας; Ο ΣΥΡΙΖΑ προτείνει φόρο 90% στα κέρδη τραπεζών, διυλιστηρίων και εταιριών ενέργειας. Τι απαντάτε;
Οπως είπα, η ακρίβεια όντως παραμένει το κορυφαίο πρόβλημα των νοικοκυριών και κορυφαίο στις προτεραιότητές μας. Ομως, να θυμίσω ότι μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία πρώτη απειλή δεν ήταν τα τρόφιμα, αλλά το κόστος της ενέργειας. Και στο ρεύμα οι ελληνικές παρεμβάσεις συγκράτησαν τις τιμές και έγιναν μέρος της ευρωπαϊκής πολιτικής. Ετσι, σήμερα, κανείς δεν αμφισβητεί ότι το πρόβλημα των τιμολογίων αποτελεί παρελθόν.
Τώρα ο κίνδυνος επιμένει στο ράφι, όπου ο διεθνής πληθωρισμός συναντήθηκε με τα διαχρονικά προβλήματα που έχει η ελληνική αγορά. Υπήρξαν, λοιπόν, πρωτοβουλίες που τιθάσευσαν τις τιμές στο βρεφικό γάλα. Παρεμβάσεις με έκτακτα «καλάθια» στους πιο ευάλωτους. Και, τελευταία, η προσπάθεια για μειωμένες τιμές κατά 5% σε χιλιάδες κωδικούς προϊόντων καθημερινής χρήσης.
Ομως, ας μη γελιόμαστε. Μία παγκόσμια τάση σε μία οικονομία διεθνοποιημένη δεν είναι δυνατόν να περιοριστεί τοπικά. Γι’ αυτό και τα στοχευμένα μέτρα στήριξης θα συνεχιστούν. Αλλά θα το πω και πάλι: Για εμάς η οριστική απάντηση είναι οι μόνιμες αυξήσεις των αποδοχών. Αυτές που ήδη γίνονται και που θα συνεχίσουν να ενισχύουν το εισόδημα και μετά το κύμα των ανατιμήσεων.
Οσο για το θέμα της πρόσθετης φορολόγησης των διυλιστηρίων και των εταιριών ενέργειας, στον ΣΥΡΙΖΑ έχουν μείνει τρία χρόνια πίσω. Τα κάναμε όλα αυτά και έτσι στηρίξαμε τα νοικοκυριά. Ενώ για τις τράπεζες, ο κ. Κασσελάκης θα έπρεπε να ξέρει πως ό,τι ισχύει στις μέρες μας είναι «κλειδωμένο» από τον κ. Τσίπρα για τη ρύθμιση του χρέους από το 2018. Το να μπει 90% νέος φόρος στις τράπεζες θα σημάνει ότι θα κλείσουν οι τράπεζες. Και, βέβαια, ότι ο κ. Κασσελάκης θα γίνει νέος κ. Βαρουφάκης.
Πρόκειται, ακριβώς, για την αναβίωση του ψέματος και των άδειων υποσχέσεων για τις οποίες προειδοποιώ ότι είναι το άλλο όνομα μίας ακόμη χρεοκοπίας, που θα είναι, φοβάμαι, και οριστική. Κάθε εμφάνιση, άλλωστε, της αντιπολίτευσης συνεπάγεται ένα κόστος 15-20 δισ., το οποίο κανείς δεν λέει από πού θα βρεθεί. Ποιος θα το πληρώσει. Και, προφανώς, σε τι νέους φόρους οδηγεί.
Είναι ώρα, συνεπώς, οι ακοστολόγητες δημαγωγίες και ο λαϊκισμός που φόρεσε τη μάσκα του λάιφ-στάιλ να πάρουν τη θέση που τους αξίζει. Η Ελλάδα δεν μπορεί να γυρίσει πίσω ούτε να ζήσει νέες τρικυμίες. Θέλει να συνεχίσει την πορεία της με αλήθεια, σιγουριά και ελπίδα. Για να φτάσουμε «σταθερά, πιο κοντά στην Ευρώπη».
«Στο πρόσωπο του Μπελέρη στηρίζουμε τη Δημοκρατία»
Ορισμένοι υποστηρίζουν ότι η Ν.Δ. έχει στραφεί κυρίως προς το κέντρο. Αλλοι θεωρούν ότι τελευταία έχει γίνει μία δεξιά στροφή, με την ένταξη του Φρ. Μπελέρη στο ευρωψηφοδέλτιο. Τελικά, ποιος είναι ο ιδεολογικός χώρος της Ν.Δ. και ποια πιστεύετε ότι είναι η θέση του κόμματος σε μία εποχή γεμάτη προκλήσεις και αλλαγές;
Οι πολλές και διαφορετικές εκτιμήσεις για την ταυτότητα της Νέας Δημοκρατίας είναι, νομίζω, και αυτές οι οποίες αποδεικνύουν τον πολυσυλλεκτικό της χαρακτήρα. Μία παράταξη που, όπως λέει και η Ιδρυτική μας Διακήρυξη, κινείται «πάνω από τις παραπλανητικές ετικέτες της Δεξιάς, της Αριστεράς και του Κέντρου». Κι ένα κόμμα το οποίο, μετά τη λαίλαπα του λαϊκισμού και της καθήλωσης που βίωσε η Ελλάδα, αποτελεί, πλέον, ένα ευρύ ρεύμα προόδου. Αυτό που συνηθίζω να αποκαλώ ρεύμα του υπεύθυνου πατριωτισμού και του δημιουργικού εκσυγχρονισμού.
Με άλλα λόγια, είμαστε η φιλελεύθερη κεντροδεξιά παράταξη που πιστεύει στην ανοιχτή Δημοκρατία, την παραγωγική οικονομία και το κοινωνικό κράτος. Που στο διχαστικό δίδυμο «Αριστερά-Δεξιά» αντιτάσσει το δίπολο «πίσω ή μπροστά». Γι’ αυτό και έχει ανοιχτή τη σκέψη της σε κάθε προωθητική ιδέα, ανεξάρτητα απ’ την αρχική ιδεολογική αφετηρία της. Γιατί πιστεύει όχι σε δόγματα, αλλά στο σχέδιο και το αποτέλεσμα. Και γιατί θεωρεί την παράδοση στοιχείο της εξέλιξης, όπου και θέλει να την ενσωματώνει.
Οσο για τα επιμέρους σχόλια, θα πω μόνο ότι στο πρόσωπο του Φρέντη Μπελέρη δηλώνουμε τη στήριξή μας στη Δημοκρατία και τη Δικαιοσύνη, καθώς είναι ένας εκλεγμένος δήμαρχος, ο οποίος έχει φυλακιστεί άδικα στην Αλβανία. Οταν μάλιστα είχε συλληφθεί, τα κόμματα της αντιπολίτευσης κατηγορούσαν την κυβέρνηση ότι δεν στηρίζει την εκεί ελληνική μειονότητα. Και, τώρα, που η Ν.Δ. τον έχει υποψήφιο, κατηγορείται… ξανά, αλλά για τάχα ακροδεξιά στροφή. Φαντάζομαι ότι δεν θα κατηγορηθούμε, ταυτόχρονα, και για σοσιαλδημοκρατική στροφή. Γιατί, επίσης από τους Ελληνες της Αλβανίας, υποψήφιός μας είναι και ο Πύρρος Δήμας. Ενας Ολυμπιονίκης, αλλά και πρώην βουλευτής του ΠΑΣΟΚ…
Καιρός, λοιπόν, να σοβαρευτούμε. Και, με την ευκαιρία, όταν βρεθείτε με τον κ. Κασσελάκη, ρωτήστε τον γιατί, ενώ πήγε στην Αλβανία, δεν τόλμησε να εμφανιστεί στη Χειμάρρα. Και γιατί περιορίστηκε να πει αμήχανα στους Βορειοηπειρώτες το αμίμητο «είμαι και εγώ ομογενής»;
Ενα μέρος ψηφοφόρων της Ν.Δ. των εθνικών εκλογών του 2023 φαίνεται ότι έχει μετακινηθεί προς την «γκρίζα ζώνη» των αναποφάσιστων ή σε κόμματα δεξιότερα. Απευθυνόμενος σε αυτούς τους πολίτες, τι θα λέγατε, προκειμένου να τους πείσετε να ψηφίσουν ξανά Ν.Δ.;
Αρκετά από τα επιχειρήματα που μου ζητάτε έχω την εντύπωση πως ήδη τα ανέφερα. Είτε απαντώντας για τη διπλή σημασία που έχουν αυτές οι ευρωεκλογές είτε σχολιάζοντας τους κινδύνους που εγκυμονούν η αποχή και οι επιπόλαιες «ψήφοι διαμαρτυρίας». Θα επέμενα, πάντως, στην ανάγκη της εσωτερικής σιγουριάς και των ευρωπαϊκών διεκδικήσεων. Γιατί η πρώτη μεταφράζεται σε σταθερότητα στην Ελλάδα μέσα σε έναν ασταθή κόσμο και σε μία ταραγμένη περιοχή. Ενώ οι δεύτερες αναδεικνύουν πόσο σοβαρά είναι όσα περιμένουμε από τις Βρυξέλλες την επόμενη 5ετία. Αρα και πόσο κρίσιμο είναι να έχουμε εκεί κατάλληλους εκπροσώπους.
Θα έχουμε ή όχι ένα νέο Ταμείο Ανάκαμψης που θα χρηματοδοτεί την κοινή ευρωπαϊκή οικονομία και άμυνα; Θα πετύχουμε, άραγε, μία αγροτική πολιτική που θα ευνοεί τις ελληνικές ιδιαιτερότητες στον πρωτογενή τομέα; Μία ενιαία στάση στο μεταναστευτικό, στο δημογραφικό και στην πράσινη μετάβαση; Ολα αυτά απαιτούν ένα μελετημένο ευρωπαϊκό πρόγραμμα και άξιους ευρωβουλευτές. Στοιχεία που μόνο η Νέα Δημοκρατία διαθέτει.
Θα πρόσθετα, όμως, και μία τρίτη παρατήρηση, η οποία αφορά τη συγκυρία. Νιώθω, πράγματι, ότι σήμερα η κυβέρνηση είναι η μόνη δύναμη που δρα. Είναι φυσικό, λοιπόν, να γίνεται αυτή και στόχος όποιου, για οποιονδήποτε λόγο, αντιδρά. Να μετατρέπεται δηλαδή σε ένα «πολιτικό αλεξικέραυνο» για κάθε ανεκπλήρωτο αίτημα. Για κάθε αστοχία. Ή για κάθε ατυχία που συμβαίνει στη δημόσια ζωή.
Αυτό το δεδομένο, ωστόσο, δεν μπορεί να γίνεται αφορμή άδικης κριτικής για το έργο που παράγεται. Ούτε και άλλοθι για τις άλλες δυνάμεις, οι οποίες δεν έχουν κάτι να πουν και, πολύ περισσότερο, να κάνουν. Θα επαναλάβω, συνεπώς, ότι εκείνο που χρειάζεται η πατρίδα μας είναι μία προωθητική ώθηση ώστε η κυβέρνηση να διορθώσει αδυναμίες και να αυξήσει ταχύτητα στην παραγωγή αποτελέσματος. Κάτι που μόνο μία θετική ψήφος θα της δώσει.