Η συμφωνία μεταξύ της κυβέρνησης και των επικεφαλής των θεσμών, την περασμένη Τρίτη στην Αθήνα, επιτάχυνε τις διαδικασίες σε επίπεδο ευρωζώνης εν όψει της συνεδρίασης του Εurogroup και ταυτόχρονα έχει εντείνει και τη φημολογία και τις διαρροές σε σχέση με το ζήτημα του χρέους.
Είναι βέβαιο ότι το ελληνικό χρέος δεν είναι βιώσιμο, παρά τα βραχυπρόθεσμα μέτρα που άρχισαν να υλοποιούνται από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (ΕΜΣ). Σε ένα συνολικό χρέος της τάξης των 315 δισ. ευρώ ή 179% του ΑΕΠ, μια ελάφρυνση της τάξης των 30-40 δισ. ευρώ, όπως αυτή των βραχυπρόθεσμων μέτρων του Ιανουαρίου, είναι σταγόνα στον ωκεανό… Συνεπώς, απαιτούνται περαιτέρω μέτρα ελάφρυνσης και αυτό δεν το λέει μόνο το ΔΝΤ, αλλά και τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα, όπως η Ευρωβουλή, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και η Κομισιόν. Το γνωρίζουν και οι εταίροι μας, οι οποίοι έχουν επίγνωση ότι, εάν δεν ελαφρύνουν το χρέος, δεν πρόκειται να πάρουν τα περίπου 250 δισ. ευρώ των τριών προγραμμάτων διάσωσης.
Συνεπώς, οι φήμες έχουν βάση, αυτήν την περίοδο βρίσκονται σε εξέλιξη διεργασίες σε σχέση με το χρέος, μεταξύ των Ευρωπαίων και του ΔΝΤ, το οποίο ζητάει ελάφρυνση του χρέους για να μπει στο πρόγραμμα. Ωστόσο, ενώ μέχρι πριν από λίγους μήνες ο διεθνής οργανισμός ζητούσε να ληφθούν μεσοπρόθεσμα μέτρα για το χρέος, αλλιώς δεν μπαίνει στο πρόγραμμα, το τελευταίο διάστημα έκανε και αυτός την «κωλοτούμπα» του και τώρα δέχεται να του πουν απλώς τι είδους μέτρα θα πάρουν και οι οριστικές αποφάσεις να ληφθούν με τη λήξη του προγράμματος, το καλοκαίρι του 2018.
Αυτό σημαίνει ότι στο Εurogroup, στις 22 Μαΐου, δεν θα υπάρχουν προς συζήτηση ποσοτικοποιημένα μέτρα για συγκεκριμένη μείωση του χρέους. Απλώς θα πρόκειται για ένα περίγραμμα μέτρων, όπως για παράδειγμα επιμηκύνσεις του χρόνου αποπληρωμής των δανείων, μετατροπή των κυμαινόμενων επιτοκίων σε σταθερά ή ακόμη εξαγορά από τους Ευρωπαίους των δανείων που μας έχει δώσει το ΔΝΤ (το επιτόκιο είναι πολύ ψηλό σε σχέση με τα ευρωπαϊκά δάνεια).
Επίσης, συζητείται η επανενεργοποίηση της επιστροφής των κερδών που έχουν η ΕΚΤ και κεντρικές τράπεζες χωρών της ευρωζώνης, οι οποίες μέσα στην ελληνική κρίση είχαν αγοράσει ομόλογα από τη δευτερογενή αγορά στο 30-40% της αξίας τους και με τη λήξη τους εισπράττουν το 100%. Εκτιμάται ότι πρόκειται για κέρδη περίπου 15 δισ. ευρώ, μας είχαν επιστρέψει για πρώτη και τελευταία φορά 2,7 δισ. ευρώ στο τέλος του 2013, ενώ στη συνέχεια στο τέλος του 2014 πάγωσαν τις επιστροφές, ενώπιον των απειλών του ΣΥΡΙΖΑ πως αν κέρδιζε τον Ιανουάριο του 2015 θα… έσκιζε τα Μνημόνια. Τα Μνημόνια όχι μόνο δεν σκίστηκαν, αλλά αυξήθηκαν με τον ΣΥΡΙΖΑ, ωστόσο οι εταίροι δεν μας επιστρέφουν προς τα παρόν τα κέρδη, τα οποία είναι δεσμευμένα σε ειδικό λογαριασμό και φτάνουν μέχρι τώρα τα 4,5 δισ. ευρώ.
Ανδρουλάκης: Αναλαμβάνουμε πρωτοβουλία για τις εξοντωτικές αυξήσεις στα ασφάλιστρα των συμβολαίων υγείας
Είναι προφανές ότι τη λήψη συγκεκριμένης απόφασης για το χρέος στο Εurogoup δεν τη θέλει το Βερολίνο για δύο λόγους. Ο πρώτος είναι η αποφυγή πολιτικής εκμετάλλευσης μιας ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους από τους ακραίους λαϊκιστές, πολεμίους του ευρώ και των διασώσεων χωρών της ευρωζώνης, μόλις 4 μήνες πριν από τις ομοσπονδιακές εκλογές του Σεπτεμβρίου. Ο δεύτερος λόγος, εξίσου -αν όχι περισσότερο- σημαντικός, είναι η έλλειψη εμπιστοσύνης προς τη σημερινή κυβέρνηση, με τον Βόλφγκανγκ Σόιμπλε να φοβάται ότι εάν γίνει τώρα η ελάφρυνση η ελληνική πλευρά δεν θα υλοποιήσει πλήρως το πρόγραμμα.
Οταν η κυβέρνηση ισχυρίζεται ότι έκανε υποχωρήσεις στα δημοσιονομικά μέτρα για να πάρει αντάλλαγμα την ελάφρυνση του χρέος λέει ψέματα, γιατί γνώριζε ότι δεν θα υπάρξει τώρα ουσιαστική απόφαση για το χρέος.
Το πρόβλημα που δημιουργείται δεν έχει να κάνει με αμφισβήτηση της ειλικρίνειας των Ευρωπαίων, δηλαδή αν το καλοκαίρι του 2018 τηρήσουν τη δέσμευση για ελάφρυνση που θα λάβουν τώρα. Αλλωστε, κατά κανόνα όταν αποφασίζουν κάτι το τηρούν. Ωστόσο, σήμερα με Brexit, με προσφυγικό, με τους λαϊκιστές να φλερτάρουν με την εξουσία σε πολλές χώρες η Ε.Ε. και η ευρωζώνη είναι κινούμενη άμμος, κανένας δεν μπορεί να προβλέψει τι θα γίνει σε ένα χρόνο από τώρα. Αρκεί του χρόνου το καλοκαίρι μια κυβέρνηση σε μια χώρα της ευρωζώνης να βρίσκεται υπό την πίεση της κοινής γνώμης και των ακραίων για να εκφράσει αντιρρήσεις και η ελάφρυνση του χρέους πάει περίπατο…
Συνεπώς, ακόμη κι αν η ΕΚΤ εντάξει τη χώρα μας στο Πρόγραμμα Ποσοτικής Χαλάρωσης (αγορά ελληνικών κρατικών και εταιρικών ομολόγων), μια εξέλιξη που θα είναι σίγουρα θετική, πάλι η συμφωνία της κυβέρνησης με τους δανειστές στο πλαίσιο της δεύτερης αξιολόγησης θα είναι ετεροβαρής.
Για να βγούμε οριστικά από τα Μνημόνια το καλοκαίρι του 2018 χρειαζόταν στις 22 Μαΐου ένα συνδυασμένο πακέτο, που θα περιλάμβανε την άμεση ελάφρυνση του χρέους και την ένταξη της χώρας στο Πρόγραμμα Ποσοτικής Χαλάρωσης. Μόνο με τα μέτρα αυτά και φυσικά αλλαγή οικονομικής πολιτικής, η χώρα μας θα είχε βάσιμες ελπίδες να βγει στις αγορές ομολόγων τους επόμενους μήνες με βιώσιμο τρόπο και να πάψει οριστικά να είναι όμηρος των Μνημονίων. Ολα δείχνουν, όμως, ότι και αυτή η ευκαιρία χάνεται…
Nίκος Μπέλλος – Βρυξέλλες
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου της Κυριακής