Για τη Ν.Δ. δεν υπάρχει κανένα περιθώριο συναίνεσης σε αυτή την πολιτική. «Η ίδια η κυβέρνηση που οδήγησε τα πράγματα στο “μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα” είναι εκείνη που θα αναλάβει την ευθύνη των επιλογών της», τονίζουν συνεργάτες του κ. Μητσοτάκη.
Θεωρούν μάλιστα πως η κυβέρνηση αναζητεί σε τέτοιου είδους σενάρια τον «επιμερισμό του κόστους των δικών της επιλογών» και προειδοποιούν: «Αυτή η προσπάθεια θα αποτύχει». Την εκλαμβάνουν άλλωστε ως «δείγμα πανικού και στρατηγικού αδιεξόδου» και σχολιάζουν: «Τη μία μέρα υποτίθεται ότι συγκρούονται με τους δανειστές και την άλλη εύχονται εκείνοι να πιέσουν τη Ν.Δ. Αδικος ο κόπος. Η Ν.Δ. λογοδοτεί μόνο στον ελληνικό λαό. Και η Ν.Δ. δεν είναι ΣΥΡΙΖΑ. Αυτά που λέει, τα εννοεί».
Το μήνυμα του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης ενάντια σε κάθε σενάριο συναίνεσης δεν είναι μόνο ξεκάθαρο, αλλά και διαρκές. Δεν κρύβει πως για τον ίδιο οποιαδήποτε προοπτική συναίνεσης τορπιλίστηκε από τον ίδιο τον κ. Τσίπρα και τις επιλογές που έκανε, όταν το καλοκαίρι του 2015 προσφέρθηκε από την αντιπολίτευση στήριξη στην ευρωπαϊκή πορεία της χώρας. Η απόφασή του να πορευθεί με τους ΑΝ.ΕΛ. είχε τα γνωστά καταστροφικά αποτελέσματα.
Η οριοθέτηση της στάσης της Ν.Δ. έχει καταστεί σαφής και στο εξωτερικό, ήδη από τον Φεβρουάριο του 2016, όταν η πρώτη συνάντηση γνωριμίας με την Ανγκελα Μέρκελ γινόταν εν μέσω σεναρίων για στήριξη μνημονιακών υποχρεώσεων της κυβέρνησης, με επίκεντρο, εκείνη την περίοδο, το ασφαλιστικό. «Δεν μπορεί να υπάρχουν δύο κοινοβουλευτικές πλειοψηφίες στη χώρα, μία για τα δύσκολα και μία για τα εύκολα», εξηγούσε τότε ο νεοεκλεγείς αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης και έκτοτε το μήνυμα αυτό εκπέμπεται σταθερά από την Πειραιώς.
Το γεγονός ότι η ηγεσία της αξιωματικής αντιπολίτευσης διαβεβαιώνει ταυτόχρονα ότι θα αναγνωρίσει τη συμφωνία, εφόσον αυτή υπερψηφιστεί από την κυβερνητική πλειοψηφία και μόνο, συνδέεται αποκλειστικά και μόνο με την εικόνα υπεύθυνης πολιτικής δύναμης που αναγνωρίζει και σέβεται τη συνέχεια του κράτους. Σε καμία περίπτωση δεν αναιρεί όμως τη διαφωνία της με το περιεχόμενο των μέτρων ούτε επηρεάζει την πρόθεσή της να επιδιώξει, ως κυβέρνηση, να πείσει τους εταίρους για αλλαγές στο μίγμα της ασκούμενης πολιτικής.
Η θέση αυτή άλλωστε δεν διαμορφώθηκε τα τελευταία 24ωρα στον απόηχο των πληροφοριών από το εξωτερικό, καθώς ο ίδιος ο Κυριάκος Μητσοτάκης την είχε ξεκαθαρίσει πολύ νωρίτερα. Μεταξύ άλλων και στο πλαίσιο της συζήτησης που είχε προ εικοσαημέρου με χρήστες του Διαδικτύου.
Ερωτηθείς τότε για το εάν θα είναι υποχρεωμένος να εφαρμόσει τα νέα μέτρα που δεν ψηφίζει σήμερα η Ν.Δ., είχε απαντήσει: «Εμείς δεν θα πούμε ποτέ αυτά που έλεγε ο κ. Τσίπρας ως αντιπολίτευση. Οι συμφωνίες της χώρας δεσμεύουν και τις επόμενες κυβερνήσεις. Θα συζητήσω όμως με τους εταίρους τη βελτίωση του πλαισίου της συνεργασίας μας».
«Οι διεθνείς συμφωνίες δεσμεύουν τη χώρα. Ωστόσο, οι συμφωνίες αυτές δεν είναι “οι πλάκες του Μωυσή”. Αλλάζουν», λένε χαρακτηριστικά στην Πειραιώς, όπου θεωρούν ως «κλειδί» για την επίτευξη αλλαγών την αξιοπιστία μίας κυβέρνησης με ισχυρή μεταρρυθμιστική βούληση στην πράξη.
«Θα θελήσουν να δουν απτά δείγματα αξιοπιστίας. Γι’ αυτό και επιμένω πάρα πολύ στην εμπροσθοβαρή και “επιθετική” εφαρμογή, τους πρώτους μήνες, μιας νέας διακυβέρνησης σημαντικών διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, που θα δείξουν ότι πραγματικά εννοούμε αυτά τα οποία λέμε. Εάν έχουν απέναντί τους μια κυβέρνηση σοβαρή και αποφασισμένη, θα ακούσουν με πολλή προσοχή αυτά που έχουμε να τους πούμε», τονίζει συχνά ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Στην Πειραιώς υπενθυμίζουν και το προηγούμενο συμφωνιών που άλλαξαν, είτε προς το καλύτερο όταν υπήρχε αξιοπιστία είτε προς το χειρότερο όπως συνέβη την τελευταία διετία. «Το 2012 υπήρχε συγκεκριμένη συμφωνία, ωστόσο η τότε κυβέρνηση κατάφερε οι δημοσιονομικοί στόχοι να μετατεθούν κατά δύο χρόνια. Το 2014 κατάφερε να αρχίσει να μειώνει συγκεκριμένους φορολογικούς συντελεστές (ΦΠΑ στην εστίαση, φόρο κατανάλωσης στο πετρέλαιο θέρμανσης, έκτακτη εισφορά αλληλεγγύης κ.ά.)», σημειώνουν γαλάζιες πηγές. Και αντιπαραβάλλουν τα αποτελέσματα της αναξιοπιστίας της σημερινής κυβέρνησης, λέγοντας: «Τα μέτρα έφτασαν τα 9 δισ. ευρώ και πάμε για νέα μέτρα μετά το 2018. Μπήκε το Υπερταμείο αποκρατικοποιήσεων. Μπήκε ο κόφτης. Ολα αυτά δεν υπήρχαν στο τρίτο Μνημόνιο».
Kριτική
Η αντίθεση της Ν.Δ. στο μίγμα της ασκούμενης κυβερνητικής πολιτικής είναι γνωστή και στους ίδιους τους πιστωτές. Ο κ. Μητσοτάκης έχει παρουσιάσει άλλωστε από πέρυσι το καλοκαίρι, σε σειρά συναντήσεων με ηγέτες και Ευρωπαίους αξιωματούχους, το σχέδιο της Ν.Δ., εξηγώντας ότι μπορεί να οδηγήσει σε ανάπτυξη 4%, σε προσέλκυση ιδιωτικών επενδύσεων 100 δισ. την επόμενη πενταετία και σε 100.000 νέες θέσεις εργασίας ετησίως. Ο δρόμος για την επίτευξη αυτών των στόχων περνά μέσα από διαρθρωτικές αλλαγές που θα είναι εμπροσθοβαρείς και οι περισσότερες θα υλοποιηθούν μέσα στο πρώτο εξάμηνο. Αφορούν δε, σε μειώσεις φόρων με παράλληλη μείωση δαπανών, σε αποκρατικοποιήσεις, στη ρύθμιση των «κόκκινων» δανείων, στην επιτάχυνση της διαδικασίας απονομής της Δικαιοσύνης, αλλά και σε αλλαγές στο κράτος.
Η ηγεσία της αξιωματικής αντιπολίτευσης εδώ και καιρό επισημαίνει ότι μερίδιο ευθύνης για την αρνητική πορεία της χώρας έχουν και οι πιστωτές. «Επιτρέψατε μια πραγματικά ακατανόητη αύξηση των φόρων αντί μιας λελογισμένης περικοπής δαπανών για την επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων. Και για να καλύψετε τα νώτα σας συμφωνήσατε στο λεγόμενο “κόφτη δαπανών”. Προεξοφλώντας εκ των προτέρων την αποτυχία του δημοσιονομικού μίγματος που εφαρμόζεται», τόνιζε ο Κυριάκος Μητσοτάκης, απευθυνόμενος σε αυτούς, από τον Ιούνιο του 2016.
Εκτοτε ασκεί κριτική που δεν αφορά μόνο στο μίγμα δημοσιονομικής πολιτικής, αλλά και στις απαιτήσεις για υψηλά πλεονάσματα. «Ρισκάρουμε την επιτυχία των μεταρρυθμίσεων εάν συνεχίσουμε να ακολουθούμε μια αυστηρή δημοσιονομική πολιτική… Το να προσδέσουμε τη χώρα σε πρωτογενή πλεονάσματα της τάξης του 3,5% για την επόμενη δεκαετία είναι αντιπαραγωγικό», προειδοποίησε πριν από λίγο καιρό ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Διαφορετικό μίγμα δημοσιονομικής πολιτικής, με μείωση φόρων και εισφορών και μείωση του στόχου για τα πρωτογενή πλεονάσματα μετά το 2018 είναι τα δύο βασικά σημεία της νέας συμφωνίας που η ηγεσία της Ν.Δ. θα επιδιώξει με τους πιστωτές.
«Η επόμενη κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας θα επενδύσει στην αξιοπιστία της και στην ικανότητά της να υλοποιήσει διαρθρωτικές αλλαγές ώστε να επιδιώξει σε μεταβολή προς το καλύτερο μιας πιθανής συμφωνίας. Και εκτιμά ότι κανένας δεν θα μπορέσει να αρνηθεί να συζητήσει με μία αξιόπιστη και ικανή κυβέρνηση το ενδεχόμενο να δοθεί στη χώρα μεγαλύτερο δημοσιονομικό περιθώριο», υπογραμμίζουν γαλάζιες πηγές.
ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΧΟΝΔΡΟΠΟΥΛΟΣ
[email protected]
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου της Κυριακής