Αν τότε τα πράγματα δεν πάνε καλά για τον ΣΥΡΙΖΑ και σχηματίσει κυβέρνηση η Νέα Δημοκρατία, όπως προκύπτει από τις δημοσκοπήσεις, τότε θα υπάρξει μια ευκαιρία δεξιάς παρένθεσης, αφού η εκλογή του επόμενου Προέδρου της Δημοκρατίας θα γίνει την άνοιξη του 2020 και τότε ο Αλ. Τσίπρας θα μπορεί να επιχειρήσει να επαναλάβει τον εαυτό του, του 2015, όταν προκάλεσε εκλογές εμποδίζοντας την προεδρική εκλογή.
Αλλά για να συμβεί αυτό θα πρέπει να είναι ισχυρός αρχηγός ισχυρής αξιωματικής αντιπολίτευσης, κάτι καθόλου βέβαιο με τα σημερινά δεδομένα. Αλλωστε, για να φτάσει έως εκεί, σε κάλπες στο τέλος της τετραετίας, θα πρέπει νωρίτερα, το καλοκαίρι του 2018, να έχει απαντηθεί το δύσκολο ερώτημα τι θα γίνει μετά το τέλος του ελληνικού προγράμματος και εφόσον δεν είναι εφικτή η σταθερή έξοδος της χώρας στις αγορές. Αλλά και ως προς αυτό, η ελπίδα στο Μέγαρο Μαξίμου πεθαίνει τελευταία και πλέον οι προσδοκίες επενδύονται στο πρόσωπο του Μάρτιν Σουλτς, του Γερμανού επικεφαλής των Σοσιαλδημοκρατών που δυσκολεύει την καγκελάριο Μέρκελ. Πιστεύουν, λοιπόν, ότι, αν ο Σουλτς κερδίσει τις γερμανικές εκλογές τον προσεχή Σεπτέμβριο ή αν το κόμμα του συμμετάσχει στην επόμενη γερμανική κυβέρνηση ή έστω αν ως ισχυρή αξιωματική αντιπολίτευση έχει μεγάλη επιρροή στη διαμόρφωση της πολιτικής, τότε το ευρωπαϊκό πλαίσιο θα γίνει πολύ ευνοϊκό για τη χώρα μας. Οχι μόνο επειδή στη θέση του Β. Σόιμπλε στο υπουργείο Οικονομικών μπορεί να κάθεται ο Σοσιαλδημοκράτης Σ. Γκάμπριελ αλλά επίσης επειδή μια καλή επίδοση του Σουλτς θα θεωρηθεί ως νίκη της αντιλιτότητας.
Φαίνεται πολύ καλό για να είναι αληθινό. Διπλωματικές πηγές που γνωρίζουν σε βάθος το ευρωπαϊκό πολιτικό γίγνεσθαι εκτιμούν ότι όποια κι αν είναι η επόμενη γερμανική κυβέρνηση τα πράγματα για τη χώρα μας θα είναι εξαιρετικά δύσκολα, γιατί δεν θα υπάρξει consensus στο εσωτερικό της ευρωζώνης για να μας δοθεί νέο πακέτο (δάνειο+Μνημόνιο), ενώ χώρες όπως η Ολλανδία και η Σλοβακία μπορεί να πρωταγωνιστήσουν στην προσπάθεια να μη δοθεί συνέχεια στο ελληνικό πρόγραμμα μετά το τέλος του. Είναι αυτό που έχει αντιληφθεί από τις επαφές του στις Βρυξέλλες ο ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, Κώστας Χρυσόγονος, ο οποίος σταθερά φωνάζει για την ανάγκη να κλείσει γρήγορα η αξιολόγηση και να προετοιμαστεί η απεξάρτηση της χώρας από τη χρηματοδότηση των θεσμικών πιστωτών.
Αλλά, ανεξάρτητα από το πώς θα μπλέξουν οι γερμανικές με τις ελληνικές πολιτικές εξελίξεις, η προσπάθεια του Αλέξη Τσίπρα να εξαντλήσει τη θεσμικά κατοχυρωμένη διάρκεια της πρωθυπουργίας του μπορεί να προσκρούσει σε άλλες παραμέτρους που έχουν να κάνουν με την εσωτερική δυναμική.
Αυτή τη στιγμή το βασικό σενάριο στο οποίο συμφωνούν Αθήνα και Βρυξέλλες είναι να ολοκληρωθεί η τεχνική συμφωνία για τη δεύτερη αξιολόγηση ως το Eurogroup της 20ής Μαρτίου, νωρίτερα να προνομοθετηθούν κάποια από τα απαιτούμενα μέτρα και στη συνέχεια να οριστικοποιηθούν τα μεσοπρόθεσμα μέτρα για το χρέος που θα επιτρέψουν την ένταξη στο Πρόγραμμα Ποσοτικής Χαλάρωσης της ΕΚΤ, αφού ο Μ. Ντράγκι έχει διαμηνύσει ότι μπορεί να περιμένει ακόμη και έως το τέλος Απριλίου.
Νίκος Δένδιας: Κάλαντα «εν πλω» από το πλήρωμα της φρεγάτας «Ψαρά» [βίντεο]
Αλλοι αναφέρονται στο Πάσχα (γύρω στις 15 Απριλίου) ως ορόσημο, άλλοι προβλέπουν ότι όλα θα κλείσουν τις πρώτες μέρες του Ιουνίου και πριν έρθει η ώρα για την κάλυψη εξωτερικών δανειακών υποχρεώσεων ύψους περίπου 7 δισ. ευρώ.
Πέρα, όμως, από το γενικό χρονοδιάγραμμα τίποτα δεν δείχνει ότι όλα θα κυλήσουν σε μια γραμμική κανονικότητα.
Οι πρώτες επαφές που είχαν εδώ οι επικεφαλής του κουαρτέτου χαρακτηρίστηκαν από σοβαρές διαφωνίες τόσο ως προς το ύψος των μέτρων (3,6 δισ. ζητούν οι πιστωτές, 2,5 η ελληνική πλευρά) όσο και ως προς το χρόνο εφαρμογής τους (μείωση συντάξεων από το 2018 ζητά το ΔΝΤ, αργότερα θέλει η κυβέρνηση). Οχι μόνο αυτό αλλά δεν υπάρχει σύγκλιση ούτε ως προς τα αντίμετρα που θα ισχύσουν εάν επιτευχθούν οι στόχοι για τα υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα. Οι δανειστές θέλουν μείωση των φόρων στις επιχειρήσεις, το οικονομικό επιτελείο επεξεργάζεται σενάρια μείωσης του ΕΝΦΙΑ. Διαφορές υπάρχουν και ως προς τον εξωδικαστικό συμβιβασμό, ενώ δεν έχει γεφυρωθεί το χάσμα για τις ιδιωτικοποιήσεις στην αγορά ενέργειας.
Η κυβέρνηση, λόγω της σφοδρής επιθυμίας να υπάρξει συμφωνία για να αποφευχθούν οι εκλογές, έκανε ήδη ένα βήμα πίσω, εγκαταλείποντας τη θέση «τίποτα δεν έχει συμφωνηθεί αν δεν συμφωνηθούν όλα» και πλέον προωθείται το ενδεχόμενο προνομοθέτησης μέτρων για την περίοδο μετά το 2018 πριν παρθούν αποφάσεις για το χρέος και την Ποσοτική Χαλάρωση.
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου της Κυριακής
ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΣΠΑΝΟΥ