Ο κ. Τζανακόπουλος άσκησε δριμεία κριτική στην αξιωματική αντιπολίτευση για τη στάση της στη διαπραγμάτευση και κατηγόρησε τον πρόεδρο της Νέας Δημοκρατίας ότι, «την πιο κρίσιμη ώρα της διαπραγμάτευσης βρίσκεται στο Βερολίνο και αντί να υποστηρίξει τις ελληνικές θέσεις, όπως θα όφειλε, επιδιώκει να κάνει αντιπολίτευση στην κυβέρνηση και επιχειρεί να εμπλέξει ένα ξένο κράτος στην εσωτερική πολιτική αντιπαράθεση».
«Κύριος σύμμαχος στη διαπραγματευτική προσπάθεια αποτελεί η υπεραπόδοση της ελληνικής οικονομίας», τόνισε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος και πρόσθεσε:
«Η αναθεώρηση των αποτελεσμάτων για το 2016, την οποία εχθές ανακοίνωσε η Κομισιόν και σήμερα επιβεβαίωσε η ΕΛΣΤΑΤ, δικαιώνει τις προβλέψεις μας και αποδεικνύει ότι η ελληνική οικονομία επέστρεψε οριστικά σε φάση ανάπτυξης. Την ίδια στιγμή το πρωτογενές πλεόνασμα για το 2016 αναμένεται να φθάσει ακόμη και στο 2% του ΑΕΠ, όταν ο στόχος ήταν 0,5% του ΑΕΠ.
Με βάση τα παραπάνω, οι νέες προβλέψεις μηδενίζουν το μικρό δημοσιονομικό κενό για το 2018, και συνεπώς δεν έχουν καμία βάση πιθανά μέτρα για την κάλυψή του, στο πλαίσιο του τρέχοντος προγράμματος.
Με βάση τις προβλέψεις για υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, τουλάχιστον για τα επόμενα δυο χρόνια, δεν έχουν καμία βάση οι παράλογες απαιτήσεις για νέα μέτρα, μετά τη λήξη του προγράμματος, δηλαδή από το 2019 και μετά».
«Η σταθερή θέση της κυβέρνησης και του πρωθυπουργού, ότι η Ελλάδα δεν χρειάζεται και δεν θα λάβει, ούτε ένα ευρώ πρόσθετα μέτρα λιτότητας, επιβεβαιώνεται πλήρως» σημείωσε με έμφαση ο κ. Τζανακόπουλος και τόνισε:
«Οι απαιτήσεις του ΔΝΤ, βεβαίως, συνεχίζουν να είναι παράλογες και εμμονικές, όμως και από την δική του πλευρά το Ταμείο, είναι υποχρεωμένο να λάβει υπόψη του τη νέα δημοσιονομική πραγματικότητα. Και πράγματι τη λαμβάνει υπόψη του, καθώς από τις δηλώσεις αξιωματούχων του, προκύπτει ότι αναγνωρίζει έστω και δειλά, ότι η Ελλάδα δεν χρειάζεται περισσότερη λιτότητα. Επιμένει ωστόσο με εμμονή στη θέση του για συγκεκριμένο μείγμα διαρθωτικών μεταρρυθμίσεων.
Αναμένουμε όμως ότι το ΔΝΤ, αναγνωρίζοντας τη νέα πραγματικότητα, θα προχωρήσει σε ρεαλιστικότερες και περισσότερο εποικοδομητικές προσεγγίσεις στο εγγύς μέλλον. Το ίδιο όμως αναμένουμε και από το υπουργείο Οικονομικών της Γερμανίας. Οι απόψεις για πρωτογενή πλεονάσματα ύψους 3,5% για μια δεκαετία, είναι απλά μη ρεαλιστικές και ως εκ τούτου μη εποικοδομητικές. Και αυτό δεν είναι μόνο θέση της ελληνικής κυβέρνησης, αλλά και κάθε σοβαρού οικονομολόγου, ανεξάρτητα από την πολιτική του τοποθέτηση. Προκειμένου να ολοκληρωθεί άμεσα η δεύτερη αξιολόγηση, πρέπει και το γερμανικό υπουργείο Οικονομικών να υιοθετήσει ρεαλιστική και συμβιβαστική στάση, με ρεαλιστικές και υλοποιήσιμες θέσεις» τόνισε ο κ. Τζανακόπουλος.
Σημείωσε επίσης, ότι: «Η ελληνική κυβέρνηση διαπραγματεύεται με ισχυρά επιχειρήματα, αλλά και με ισχυρούς συμμάχους στο πλευρό της. Στόχος παραμένει η ολοκλήρωσης της δεύτερης αξιολόγησης το συντομότερο δυνατόν, αλλά και καταφανώς η ένταξη στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, που θα επαναφέρει την Ελλάδα στην πλήρη κανονικότητα. Ενδιαφερόμαστε όμως και για μια συμφωνία η οποία θα προστατεύει την κοινωνική πλειοψηφία. Επομένως, το πώς θα κλείσει η αξιολόγηση, είναι το ίδιο σημαντικό με το πότε θα κλείσει», είπε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος και τόνισε: «Εκείνοι που το τελευταίο διάστημα, με δηλώσεις τους, δημιουργούν μια εικόνα θρίλερ και τροφοδοτούν την κινδυνολογία, απαιτώντας το άρον- άρον κλείσιμο της συμφωνίας, δεν προσφέρουν καλές υπηρεσίες στην ελληνική πλευρά. Αντίθετα, εξυπηρετούν τις παράλογες θέσεις κάποιων εκ των δανειστών.
Η ελληνική κυβέρνηση, ο πρωθυπουργός και η διαπραγματευτική ομάδα υπό τον κ. Τσακαλώτο, έχουν πλήρη επίγνωση της σημασίας της έγκαιρης ολοκλήρωσης της δεύτερης αξιολόγησης, αλλά και πλήρη εικόνα των ισορροπιών και των κινήσεων που απαιτούνται, ώστε να επιτευχθεί το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα για την ελληνική πλευρά».
Συνεχίζοντας, ο κ. Τζανακόπουλος άσκησε έντονη κριτική στη ΝΔ, και προσωπικά στον κ. Μητσοτάκη, τον οποίο κατηγόρησε ότι «δυστυχώς όμως, για άλλη μια φορά, αρνητικός παράγοντας στην προσπάθεια της ελληνικής κυβέρνησης να επιτύχει μία συμφωνία θετική για την ελληνική οικονομία και κοινωνία, είναι ο αρχηγός της Νέας Δημοκρατίας».
«Ο κ. Μητσοτάκης, την πιο κρίσιμη ώρα της διαπραγμάτευσης βρίσκεται στο Βερολίνο και αντί να υποστηρίξει τις ελληνικές θέσεις όπως θα όφειλε, επιδιώκει να κάνει αντιπολίτευση στην κυβέρνηση.
Χθες έχασε μια πρώτης τάξεως ευκαιρία να δείξει υπευθυνότητα και για άλλη μια φορά υιοθέτησε το σύνολο των θέσεων των πιο ακραίων από τους δανειστές.
Την στιγμή που το σύνολο σχεδόν της Ευρώπης αναγνωρίζει τη θετική πορεία της ελληνικής οικονομίας και την θετικότερη των προσδοκιών δημοσιονομική πραγματικότητα, ο κ. Μητσοτάκης, επέλεξε να επιρρίψει ευθύνες για τις καθυστερήσεις στην ελληνική κυβέρνηση.
Σχεδόν ζήτησε από το Βερολίνο, να μην κλείσει η αξιολόγηση και προσπάθησε να πυροδοτήσει πολιτική κρίση. Η στάση του αυτή δείχνει ότι, πολιτευόμενος με αποκλειστικό γνώμονα την ιδιοτελή του φιλοδοξία να έλθει στην εξουσία, επιχειρεί να εμπλέξει ένα ξένο κράτος στην εσωτερική πολιτική αντιπαράθεση».
«Το μόνο που έχουμε να κάνουμε για την αποδοκιμαστέα επί της αρχής στάση του, είναι να του θυμίζουμε διαρκώς, ότι οι κυβερνήσεις στις δυτικές δημοκρατίες και στην Ελλάδα, δεν διορίζονται από τους δανειστές, αλλά εκλέγονται από τον ελληνικό λαό. Το γνωρίζουν και οι ίδιοι οι δανειστές τους οποίους με ακατανόητη επιμονή προσπαθεί να εξευμενίσει ο κ. Μητσοτάκης και στους οποίους προσπαθεί να φανεί χρήσιμος» κατέληξε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος.