Με ταχύτητα
«Αυτό μου δίνει πολύ μεγαλύτερη αισιοδοξία και αυτοπεποίθηση να συνεχίσουμε με ακόμα μεγαλύτερη ταχύτητα στο δρόμο τον οποίο έχουμε χαράξει και να λογοδοτήσουμε στο τέλος της τετραετίας, γιατί δεν πρόκειται να γίνουν εκλογές νωρίτερα», τόνισε σε συνέντευξη στον ρ/σ ΣΚΑΪ, όπου έβαλε με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο τέλος σε σενάρια για πρόωρες κάλπες λέγοντας πως «θα ήταν πολιτικά ανέντιμη κίνηση να προσφύγω σε εκλογές εκμεταλλευόμενος το πολιτικό κεφάλαιο το οποίο διαθέτω».
Ο κ. Μητσοτάκης κατέστησε σαφές ότι οι κυβερνητικές προτεραιότητες είναι πολύ συγκεκριμένες: «Οικονομία, ανάπτυξη, δουλειές, ενίσχυση των θεσμών, ώστε να μην ξαναζήσουμε ποτέ φαινόμενα όπως αυτά τα οποία ζήσαμε τα τελευταία τέσσερα χρόνια».
«Πάνω στην κρίση του κορονοϊού αναδεικνύεται η ανάγκη να αλλάξουμε με ακόμη μεγαλύτερη ταχύτητα. Αυτή είναι η μεγάλη μου προτεραιότητα για τους επόμενους 12 μήνες», υπογράμμισε, ενώ εκτίμησε ότι σε μεγάλο βαθμό η κυβέρνηση «θα κριθεί από τη δυνατότητά της να αντιμετωπίσει επιτυχημένα και αυτή τη μεγάλη οικονομική κρίση, η οποία είναι παγκόσμια».
Δύσκολος χειμώνας
Αναγνώρισε ότι «ο χειμώνας θα είναι δύσκολος», αλλά σημείωσε ότι «το κράτος έσκυψε πάνω στα προβλήματα των εργαζομένων και έθεσε την προστασία των θέσεων απασχόλησης σε απόλυτη πρώτη προτεραιότητα» και ξεκαθάρισε ότι «όποτε χρειάζεται το πακέτο στήριξης της πραγματικής οικονομίας να ενισχύεται, δεν θα διστάσουμε να το κάνουμε».
Στάθηκε εξάλλου και στη σημασία του ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάκαμψης, σημειώνοντας ότι θα δώσει την ευκαιρία «να έχουμε στη διάθεσή μας σημαντικά αυξημένους πόρους για επενδύσεις και για μεταρρυθμίσεις» ώστε να «υποστηρίξουμε -με ακόμα μεγαλύτερη τόλμη- ένα γενναίο μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα, το οποίο θα αλλάξει τις ίδιες τις δομές της ελληνικής κοινωνίας».
Αναφέρθηκε επίσης στα ποιοτικά χαρακτηριστικά των μετρήσεων και στην αίσθηση ότι «παρά τις μεγάλες δυσκολίες, η χώρα πηγαίνει στη σωστή κατεύθυνση» και σημείωσε: «Επειδή έχουμε δύσκολες ημέρες μπροστά μας, δύσκολες εβδομάδες, δύσκολους μήνες, αυτό το κλίμα της συγκρατημένης αισιοδοξίας, της αυτοπεποίθησης, είναι πάρα πολύ σημαντικό να το κρατήσουμε».
Θεσμικό κεφάλαιο
Ο πρωθυπουργός εξέφρασε απόλυτη βεβαιότητα ότι «η χώρα σήμερα, παρότι η οικονομία της έχει μπει σε ύφεση, είναι πιο ισχυρή από ό,τι ήταν πριν από 5-6 μήνες», εξηγώντας πως έχει «περισσότερο θεσμικό κεφάλαιο, περισσότερη εμπιστοσύνη στις δυνατότητές της και μια αισιοδοξία ότι μπορεί να τα βγάλει πέρα σε δύσκολες καταστάσεις».
«Χτίζεται ένα απόθεμα εμπιστοσύνης μεταξύ πολιτών και κράτους» και «αυτή είναι μια κατάκτηση που πρέπει να τη διαφυλάξουμε ως κόρην οφθαλμού», πρόσθεσε.
Για ανασχηματισμό
Σε ό,τι αφορά τα σενάρια ανασχηματισμού, τόνισε ότι «κάποια στιγμή προφανώς και θα γίνουν αλλαγές στην κυβέρνηση», σημειώνοντας ωστόσο πως «δεν είναι της στιγμής». «Και όταν φτάσει αυτή η στιγμή, θα το μάθετε από εμένα», πρόσθεσε, ενώ πέραν των προσώπων, υπογράμμισε τη σημασία «να δούμε πού μπορεί να υπάρχουν επικαλύψεις αρμοδιοτήτων και πού πρέπει να γίνουν αναδιατάξεις δομών».
Σταϊκούρας: Ο απολογισμός του 2024 και οι προτεραιότητες για το 2025 σε υποδομές και μεταφορές
Ο κ. Μητσοτάκης υπεραμύνθηκε της συνέπειας σε ό,τι αφορά τις δεσμεύσεις προς τον ελληνικό λαό. «Παρά τις δυσκολίες, οι φόροι μειώθηκαν, όπως αποτελούσε κεντρική μου δέσμευση, ενώ ξεκίνησαν σημαντικές επενδύσεις στη χώρα», τόνισε, ενώ υπογράμμισε και την παραγωγή πολύ σημαντικού νομοθετικού έργου, με 85 νομοσχέδια να έχουν ψηφιστεί μέχρι το τέλος της εβδομάδας, ενώ έρχονται άλλα 10 με πολύ σημαντικές μεταρρυθμιστικές πρωτοβουλίες.
Αυτοκριτική
«Αυτούς τους 12 μήνες στην ουσία κάναμε δύο πράγματα: αντιμετώπιση κρίσεων και ταυτόχρονα ήμασταν πιστοί στις δεσμεύσεις που δώσαμε στον ελληνικό λαό, να προτάξουμε την οικονομία και τις μεγάλες αλλαγές», σημείωσε ο κ. Μητσοτάκης, ο οποίος προέβη πάντως και σε αυτοκριτική.
«Δεν τα κάναμε όλα τέλεια και πιστεύω ότι έχουμε αποδείξει ότι μαθαίνουμε από τα λάθη μας, δεν διστάζουμε να τα αναγνωρίσουμε και να τα διορθώσουμε», σημείωσε, φέρνοντας ως ενδεικτικό παράδειγμα την υπόθεση με τους διοικητές των νοσοκομείων. «Οταν κάνει κανείς επιλογές προσώπων δεν έχει το αλάθητο», σχολίασε, εκτιμώντας ωστόσο ότι «στη συντριπτική πλειονότητα υπακούσαμε στον κανόνα της αξιοκρατίας».
Για την καραντίνα
Ως δυσκολότερη απόφαση του 12μήνου προσδιόρισε το κλείσιμο της χώρας «με πολύ δραστικό τρόπο όταν είχαμε πια αρκετά δεδομένα να αντιληφθούμε το πρόβλημα της πανδημίας του κορονοϊού», αλλά ως προς την υλοποίηση, χαρακτήρισε ως πιο δύσκολο το σταδιακό άνοιγμα της οικονομίας. Ειδικά για το άνοιγμα του τουρισμού, τόνισε ότι είναι άσκηση «εξαιρετικά σύνθετη και περίπλοκη ως προς την υλοποίησή της», σημείωσε ωστόσο ότι «αποδείξαμε στους εαυτούς μας αυτούς τους 12 μήνες ότι έχουμε τη δυνατότητα να φέρουμε εις πέρας τέτοιες δύσκολες ασκήσεις», ενώ «έχουμε αποκτήσει πια μία “τεχνογνωσία” την οποία πολλές άλλες χώρες θα ήθελαν να την έχουν», όπως είπε.
Αναγνώρισε πάντως ότι «προφανώς ο Ιούλιος εξακολουθεί να είναι ένας πολύ δύσκολος μήνας για τον ελληνικό τουρισμό», αλλά εκτίμησε πως «όσο οι άνθρωποι βλέπουν ότι η Ελλάδα είναι ένας ασφαλής προορισμός που αντιμετωπίζει με επαγγελματισμό αυτήν την πρωτοφανή κρίση τόσο περισσότεροι από τους πολύ λίγους που θα θέλουν να ταξιδέψουν φέτος θα θέλουν να έρθουν στην Ελλάδα».
Διαβεβαίωσε επίσης ότι είμαστε πιο έτοιμοι να αντιμετωπίσουμε ενδεχόμενο δεύτερο κύμα κορονοϊού, ενώ εκτίμησε ότι δεν θα χρειαστεί να πάμε ξανά σε γενική καραντίνα.
Σε ό,τι αφορά τις τελευταίες αποκαλύψεις για την περίοδο της προηγούμενης διακυβέρνησης, έριξε το γάντι στον Αλέξη Τσίπρα σχολιάζοντας ότι «υπάρχει ένα ζήτημα όταν ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης και τέως πρωθυπουργός δεν δίνει επαρκείς εξηγήσεις για τον στενότερο συνεργάτη του».
«Αυτό είναι κάτι το οποίο δυσκολεύομαι να το αντιληφθώ και νομίζω ότι είναι μία εξήγηση την οποία ο κ. Τσίπρας οφείλει και στους δικούς του υποστηρικτές. Πιστεύω ότι η αποπομπή του κ. Παππά είναι μονόδρομος», πρόσθεσε.
Υπογράμμισε ότι «πολλά από αυτά που μαθαίνουμε τώρα έρχονται και υποστηρίζουν την άποψή μας ότι το 2016 επιχειρήθηκε από τον ΣΥΡΙΖΑ χειραγώγηση του μιντιακού τοπίου» και σημείωσε: «Τώρα μαθαίνουμε τις λεπτομέρειες για ύποπτες διαδρομές χρήματος, οι οποίες σαφέστατα και πρέπει να διερευνηθούν από τη Δικαιοσύνη, αλλά και από τις αρμόδιες φορολογικές Αρχές».
Δήλωσε εξάλλου δικαιωμένος για την εκτίμηση που πολλές φορές είχε διατυπώσει προεκλογικά, ότι οι εκλογές της 7ης Ιουλίου του 2019 δεν αφορούσαν μόνο την πορεία της οικονομίας, αλλά την ίδια την ποιότητα της Δημοκρατίας.
«Η καλύτερη απάντηση σε αυτές τις ζοφερές ιστορίες οι οποίες αποκαλύπτονται είναι η ίδια η ενίσχυση των θεσμών και της Κοινοβουλευτικής Δημοκρατίας, της ανεξαρτησίας της Δικαιοσύνης, της απόλυτης προσήλωσης στη διάκριση των εξουσιών», τόνισε, ενώ ερωτηθείς εάν υπάρχει σκέψη για Εξεταστική εάν η υπόθεση πάει στη Βουλή, σχολίασε: «Δεν είμαι σε θέση να σας απαντήσω αυτή τη στιγμή, διότι δεν γνωρίζω ακόμα αν και με ποιο τρόπο η υπόθεση θα φτάσει στη Βουλή. Θα σας απαντήσω εφόσον και όταν γίνει αυτό».
Απάντηση…
«Ενα θέμα το οποίο σίγουρα προκύπτει αυτή τη στιγμή είναι η εκκωφαντική απάντηση-εκδίκηση της ίδιας της πραγματικότητας σε όλους αυτούς οι οποίοι μας κουνούσαν το δάκτυλο, κρατώντας μία ζυγαριά στην οποία έβαζαν από τη μία μεριά το δικό τους δήθεν ηθικό πλεονέκτημα», συμπλήρωσε.
Για την ενημερωτική εκστρατεία για την πανδημία τόνισε ότι «η λίστα δόθηκε στη δημοσιότητα μόνο όταν ήμασταν βέβαιοι ότι πληρώθηκαν τα ποσά για καταχωρίσεις οι οποίες πραγματικά έγιναν» και σημείωσε πως «δεν θεωρεί ότι έγινε κάτι λάθος».
Αναφερόμενος στις ελληνοτουρκικές σχέσεις και την πρόσφατη τηλεφωνική επικοινωνία με τον Ταγίπ Ερντογάν, υπογράμμισε ότι «έχουμε σημαντικές διαφορές, αυτό δεν σημαίνει όμως ότι δεν πρέπει να μιλάμε», ενώ σημείωσε πως οι δίαυλοι επικοινωνίας σε επίπεδο Ελληνα πρωθυπουργού και Τούρκου προέδρου «είχαν διακοπεί όχι με δική μου υπαιτιότητα μετά την επιτυχημένη διαχείριση της κρίσης του Εβρου, όταν ο κ. Ερντογάν είπε ότι δεν θέλει να συνομιλεί μαζί μου».
Εκτίμησε ότι είναι σημαντικό ότι έχουν αποκατασταθεί οι επίσημοι και οι θεσμικοί δίαυλοι επικοινωνίας και το να μπορούμε να μιλάμε για πρακτικά ζητήματα, όπως ο τουρισμός, σημειώνοντας μάλιστα ότι η Ελλάδα «δεν ήταν αυτή η οποία επέμενε στην Ευρωπαϊκή Ενωση να μπει η Τουρκία στη λίστα των χωρών που απαγορεύεται η είσοδος των υπηκόων τους στην Ε.Ε.
Τόνισε εξάλλου ότι δεν είναι απολύτως ακριβές ότι το τηλεφώνημα με τον κ. Ερντογάν ήταν προϊόν μιας διαμεσολαβητικής προσπάθειας που ανέλαβε η κ. Μέρκελ, με την οποία, όπως είπε, έχει μιλήσει εκτεταμένα για το ζήτημα αυτό.
«Η Γερμανία αναλαμβάνει την προεδρία. Η Γερμανίδα καγκελάριος έχει και αυτή μια τακτική επικοινωνία με τον Τούρκο πρόεδρο, αλλά δεν χρειαζόμαστε, ως προς την επικοινωνία μας, διαμεσολαβητές, ούτε διαιτητές», σημείωσε.
Επιπτώσεις
Ο Ελληνας πρωθυπουργός επανέλαβε ότι έχουμε καταστήσει σαφές στην Τουρκία πως η συνέχιση της τουρκικής προκλητικότητας όσον αφορά την Ελλάδα, αλλά και την Κύπρο, αναπόφευκτα δεν μπορεί να μην έχει επιπτώσεις στις ευρωτουρκικές σχέσεις, ενώ επανέλαβε ότι η χώρα μας έχει καταστήσει απολύτως σαφές ότι θα υπερασπιστεί τα κυριαρχικά της δικαιώματα τα οποία είναι αναμφισβήτητα με όποιο τρόπο κρίνει ότι είναι ο πιο πρόσφορος και πιο κατάλληλος.
Από την έντυπη έκδοση