Οι αντιθέσεις είναι ακραίες: Τη μια μέρα ο Μπαράκ Ομπάμα εγκωμιάζει τον ελληνικό πολιτισμό απευθυνόμενος σε ολόκληρο τον κόσμο, την ίδια νύχτα ο καταυλισμός προσφύγων στη Χίο γίνεται εστία εντάσεων και την επομένη το Πολυτεχνείο μετατρέπεται σε πεδίο μάχης με τις συναρμόδιες Αρχές να μετακυλίουν την ευθύνη για την εφαρμογή του νόμου η μία στην άλλη. Από τη μια ο Παρθενώνας, από την άλλη τα συντρίμμια και τα αποκαΐδια.
Τα εκατομμύρια πολιτών που είδαν το βίντεο το οποίο ανέβασε ο Αμερικανός απερχόμενος πρόεδρος στα social media του Λευκού Οίκου από την ξενάγησή του στην Ακρόπολη βλέπουν μια άλλη χώρα από αυτή που δεν μπορεί να γιορτάσει χωρίς βία την επέτειο από την εξέγερση του Πολυτεχνείου και να διασφαλίσει συνθήκες αξιοπρεπούς διαμονής για περίπου 60.000 πρόσφυγες και μετανάστες που βρίσκονται εδώ ούτε να εξετάσει έγκαιρα τις αιτήσεις ασύλου τους, παρά το 1 δισ. που οι Βρυξέλλες ισχυρίζονται ότι μας δίνεται γι’ αυτόν το σκοπό.
Αποχαιρετώντας τον Ομπάμα η κυβέρνηση επέστρεψε στη σκληρή πραγματικότητα. Ταμίας είναι ο Σόιμπλε και αυτός έκοψε κάθε συζήτηση για τη ρύθμιση του χρέους πριν φτάσει στο Βερολίνο ο πρόεδρος των ΗΠΑ. Εκεί παρέδωσε τη σκυτάλη της ηγεσίας της φιλελεύθερης Δύσης στην καγκελάριο Ανγκελα Μέρκελ, όπως είχαν προβλέψει οι «New York Times», αλλά στην κοινή συνέντευξη Τύπου που έδωσε μαζί της μας λησμόνησε, αφού είχαν μεγαλύτερα θέματα να σχολιάσουν, όπως είναι οι σχέσεις των ΗΠΑ και της Ε.Ε. με τη Ρωσία και όλα όσα μπορεί να τεθούν σε αναθεώρηση όταν ξεκινήσει επίσημα η εποχή του Ντόναλντ Τραμπ.
Αντίστροφη μέτρηση
Αυτό το Σαββατοκύριακο είναι ένα διήμερο εντατικών διαβουλεύσεων μεταξύ κυβέρνησης και εκπροσώπων των πιστωτών προκειμένου να υπάρξει πολιτική συμφωνία για το κλείσιμο της δεύτερης αξιολόγησης στο EuroWorkingGroup της 28ης Νοεμβρίου και να αποφασιστούν στο Eurogroup της 5ης Δεκεμβρίου τα βραχυπρόθεσμα μέτρα για την απομείωση του χρέους. Ακόμη κι αν τηρηθεί αυτό το χρονοδιάγραμμα, θα καθοριστεί μια σειρά από προαπαιτούμενα, τα οποία θα πρέπει να υλοποιηθούν τους επόμενους δύο μήνες, ενώ το προσεχές δεκαήμερο θα πρέπει να υπάρξει εντατική νομοθετική παραγωγή στη Βουλή.
Εντός της εβδομάδας αναμένεται να κατατεθεί ο προϋπολογισμός του 2017 με σκοπό να ψηφιστεί στις 10 Δεκεμβρίου και με πρόβλεψη για πρωτογενές πλεόνασμα 1,8% την επόμενη χρονιά, ενώ ακόμη δεν είναι γνωστό τι θα περιλαμβάνει το Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα μέχρι το 2020. Μέχρι τα Χριστούγεννα θα πρέπει να έχουν ψηφιστεί δύο πολυνομοσχέδια και ένα νομοσχέδιο για την κινητικότητα στο Δημόσιο και αυτό σημαίνει ότι η πολιτική ένταση θα μεταφερθεί στη Βουλή, όπου μάλλον θα ακολουθηθεί η καθιερωμένη σε τέτοιες περιπτώσεις διαδικασία του κατεπείγοντος.
Στην πραγματικότητα η διαπραγμάτευση με τους πιστωτές εξελίσσεται σε συνθήκες εχεμύθειας χωρίς επίσημες και οριστικές διαρροές για βασικά θέματα, όπως είναι η ρύθμιση των «κόκκινων» δανείων ή ο λεγόμενος εξορθολογισμός των ειδικών μισθολογίων.
Η γενική αίσθηση είναι ότι η κυβέρνηση κάνει τα πάντα για να κλείσει η αξιολόγηση, χωρίς να είναι ξεκάθαρο ποια ακριβώς είναι τα πάντα. Είναι προφανές ότι ο σχεδιασμός προβλέπει πλήρη συμμόρφωση στις μνημονιακές υποχρεώσεις μήπως στη συνέχεια αρχίσει ένας αντίστροφος κύκλος θετικών ειδήσεων για την ελληνική οικονομία.
Τα βραχυπρόθεσμα μέτρα για το χρέος τα έχει ήδη επεξεργαστεί ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας (ΕSΜ) αλλά αυτό δεν αρκεί στην κυβέρνηση, που ζητά, το λιγότερο, ένα σαφή οδικό χάρτη για τα μεσοπρόθεσμα και τα μακροπρόθεσμα μέτρα, ώστε να μπορεί να γίνει λόγος για ουσιαστική αναδιάρθρωση στο ορατό μέλλον. Στο Μέγαρο Μαξίμου θεωρούν πολύ σημαντική την ένταξη στο Πρόγραμμα Ποσοτικής Χαλάρωσης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας την οποία αντιμετωπίζουν ως προϋπόθεση για τη σταθεροποίηση του τραπεζικού συστήματος και την τόνωση της ρευστότητας στην αγορά που ασφυκτιά.
Είναι ενδεικτικός ο δραματικός τόνος του υπουργού Οικονομικών, Ευκλείδη Τσακαλώτου, σε συνέντευξή του στη «Wall Street Journal», όπου λίγο-πολύ άφησε να εννοηθεί ότι, αν δεν γίνει κάποια γενναία κίνηση από την πλευρά των πιστωτών για να στηριχθεί η χώρα μας, θα τεθεί σε κίνδυνο η προσπάθεια ανάκαμψης το 2017. «Εάν καθυστερήσουμε αυτή την απόφαση ακόμη περισσότερο και πούμε “θα αποφασίσουμε σε δύο χρόνια” για το πώς θα καταστήσουμε βιώσιμο το χρέος της Ελλάδας, τότε και οι επενδυτές επίσης θα αναβάλουν τις αποφάσεις τους για επενδύσεις στην Ελλάδα», είπε χαρακτηριστικά ο υπουργός Οικονομικών.
Στο τέλος μιλάει ο Σόιμπλε
Τι φοβούνται στην Αθήνα; Τον Βόλφγκανγκ Σόιμπλε. Ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών κρατάει τα κλειδιά των εξελίξεων και μέχρι στιγμής δείχνει διάθεση… βεντέτας παρά το γεγονός ότι η κατάσταση στην ευρωζώνη είναι εξαιρετικά εύθραυστη. Κανείς δεν μπορεί να κάνει ασφαλείς προβλέψεις για το πόσο θα τραβήξει το σχοινί στο κρίσιμο Eurogroup κόντρα στην Κομισιόν, που κάνει ό,τι μπορεί να ολοκληρωθεί αναίμακτα η δεύτερη αξιολόγηση.
Οι υπουργοί Οικονομικών της ευρωζώνης θα συναντηθούν για να πάρουν αποφάσεις για το ελληνικό ζήτημα μία μέρα μετά το δημοψήφισμα στην Ιταλία και τις αυστριακές προεδρικές εκλογές (4 Δεκεμβρίου). Ο κίνδυνος να χάσει ο Ιταλός πρωθυπουργός Ματέο Ρέντσι είναι μεγάλος και σε μια τέτοια περίπτωση η χώρα του θα περάσει σε περίοδο πολιτικής αστάθειας με το τραπεζικό της σύστημα να κλυδωνίζεται ήδη και το χρέος της να είναι το δεύτερο σε μέγεθος μετά το ελληνικό. Και αν στην Αυστρία κερδίσει ο ακροδεξιός υποψήφιος Νόρμπερτ Χόφερ, είναι προφανές ότι θα ενισχυθεί στην Ε.Ε. ο ακροδεξιός άνεμος της ξενοφοβίας και των εθνικισμών που καθόλου δεν ευνοεί την ελληνική υπόθεση. Για όλους αυτούς τους λόγους ο Μπαράκ Ομπάμα, σύμφωνα με πληροφορίες, επέμεινε έντονα στις συνομιλίες του με τον πρωθυπουργό να μη χαθεί η ευκαιρία του κλεισίματος της αξιολόγησης πριν από το δημοψήφισμα της Ιταλίας, λέγοντας ότι μετά μπορεί να είναι εντελώς διαφορετικό το ευρωπαϊκό σκηνικό.
Στο οικονομικό επιτελείο φοβούνται επίσης την τελική στάση του ΔΝΤ που επιμένει στην ανάγκη μείωσης των συντάξεων, σε πρώτη φάση μέσω της κατάργησης της προσωπικής διαφοράς. Αν αυτή η θέση υιοθετηθεί και από τους άλλους θεσμικούς πιστωτές, η πίεση θα γίνει αφόρητη για την ελληνική πλευρά που δεν μπορεί να αντέξει άλλα τέτοιου είδους μέτρα. Αυτή τη στιγμή το επικρατέστερο σενάριο είναι ότι το ΔΝΤ θα συμμετάσχει στο ελληνικό πρόγραμμα για δύο χρόνια, αντί τριών που συνήθως είναι η περίοδος που επελέγη ακριβώς για να συμπέσει με τη διάρκεια του τρίτου Μνημονίου που, κανονικά, τελειώνει το 2018. Κι αν αυτό συμβεί, κυβερνητικές πηγές ελπίζουν ότι δεν θα απαιτηθούν πρόσθετα μέτρα, αλλά θα αρκέσουν αυτά που έχουν ήδη δρομολογηθεί, πριν μπει στο πρόγραμμα το ΔΝΤ.
Και ενώ η κυβέρνηση αισιοδοξεί ότι σύντομα θα έρθουν τα καλά νέα για την ελληνική οικονομία, κανείς δεν ξέρει αν και πώς αυτά, ακόμη κι αν πράγματι έρθουν, θα αποτυπωθούν στην καθημερινότητα των πολιτών που γίνεται όλο και πιο δύσκολη.
Η κοινωνική δυσθυμία μεγαλώνει και είναι προγραμματισμένο ότι από τον Ιανουάριο του 2017 έρχονται ακόμη μεγαλύτερες φορολογικές και ασφαλιστικές επιβαρύνσεις (άμεσες και έμμεσες) στον κόσμο της εργασίας που έχει ήδη δοκιμαστεί σκληρά.
ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΣΠΑΝΟΥ
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου της Κυριακής