Αναφέρεται στο ζήτημα του επιμερισμού των βαρών που έθεσε ο πρωθυπουργός στις Βρυξέλλες, τονίζει πως η Ε.Ε. έχει αυξημένες υποχρεώσεις και οφείλει να τις αναλάβει, ενώ τονίζει, μεταξύ άλλων, και την ανάγκη βελτίωσης της Κοινής Δήλωσης Ε.Ε.-Τουρκίας, ώστε οι επιστροφές να γίνονται και από την ενδοχώρα. Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος μιλά, επίσης, για τις επενδύσεις, την ανάπτυξη, τα αναδρομικά των συνταξιούχων, την προοπτική ενίσχυσης των ευάλωτων κοινωνικών ομάδων, καθώς και την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης και τις «εξαιρετικά θετικές προσδοκίες για την πορεία της οικονομίας».
Κύριε εκπρόσωπε, πώς αποτιμά η κυβέρνηση τα αποτελέσματα της συνεδρίασης του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου;
Ηταν το πρώτο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο με τον Κυριάκο Μητσοτάκη πρωθυπουργό και την Ελλάδα να συμμετέχει σε όλες τις μεγάλες συζητήσεις που την αφορούν με αυτοπεποίθηση. Το πλαίσιο κυρώσεων προς την Τουρκία για την παραβατική της συμπεριφορά προς την Κυπριακή Δημοκρατία, το κείμενο συμπερασμάτων για την Τουρκία, η συμφωνία για το Brexit και η ξεκάθαρη θέση της χώρας μας για αντιμετώπιση του μεταναστευτικού-προσφυγικού προβλήματος είναι όλα θέματα που ικανοποιούν την Ελλάδα και επιτρέπουν περισσότερα βήματα προς τη σωστή κατεύθυνση στο εγγύς μέλλον.
Είναι η αντίδραση της Ε.Ε. απέναντι στην τουρκική προκλητικότητα στην Ανατολική Μεσόγειο αυτή που ανέμενε η χώρα μας;
Το Συμβούλιο συμφώνησε στη θέσπιση ενός πλαισίου περιοριστικών μέτρων για τα φυσικά και νομικά πρόσωπα που εμπλέκονται στις παράνομες δραστηριότητες της Τουρκίας στην κυπριακή ΑΟΖ. Κινήθηκε στην κατεύθυνση που είχε ζητήσει η Κυπριακή Δημοκρατία και είχε στηρίξει η κυβέρνησή μας. Και αυτό συνιστά συνέχεια, συγκεκριμενοποίηση και αυστηροποίηση της προηγούμενης απόφασης. Η Κύπρος δεν είναι μόνη.
Η Ελλάδα προχωρά σε αλλαγές σε ό,τι αφορά τη δική της μεταναστευτική πολιτική. Από πλευράς Ε.Ε. γίνονται όμως βήματα στην κατεύθυνση μιας ευρωπαϊκής λύσης στο μεταναστευτικό;
Το μεταναστευτικό είναι πρόβλημα ευρωπαϊκό και όχι μόνο ελληνικό. Καμία χώρα δεν μπορεί να το αντιμετωπίσει μόνη. Ο πρωθυπουργός έθεσε στη Σύνοδο Κορυφής στις Βρυξέλλες το ζήτημα του επιμερισμού των βαρών επισημαίνοντας ότι είναι απαράδεκτη η προσέγγιση ορισμένων κρατών-μελών ότι το μεταναστευτικό-προσφυγικό δεν συνιστά πρόβλημα. Θεωρούμε ότι η Ε.Ε. έχει αυξημένες υποχρεώσεις και οφείλει να τις αναλάβει. Κι αυτό ισχύει ακόμη περισσότερο για τις χώρες της Σένγκεν, οι οποίες -όπως πολλές φορές έχει τονίσει ο Κυριάκος Μητσοτάκης- δεν μπορεί να απολαμβάνουν τα προνόμια που τους παρέχει και να αρνούνται τις αντίστοιχες υποχρεώσεις. Εχει, λοιπόν, η Ε.Ε. υποχρέωση για ενεργότερη σύμπραξη στη φύλαξη των ελληνικών συνόρων, που είναι και εξωτερικά σύνορα της Ε.Ε., με ενίσχυση της Frontex. Εχει υποχρέωση για περαιτέρω χρηματοδότηση της χώρας μας ως προς την κάλυψη του κόστους που επωμίζεται. Αναγκαία, όμως, θεωρούμε και τη βελτίωση της Κοινής Δήλωσης Ε.Ε.-Τουρκίας, ώστε οι επιστροφές να γίνονται και από την ενδοχώρα.
Μετά τις συναντήσεις του πρωθυπουργού με τους πολιτικούς αρχηγούς, αλλά έχοντας και μία πρώτη εικόνα από τη διαβούλευση που ακολουθεί, πιστεύετε ότι θα βρεθεί κοινός τόπος για την ψήφο των ομογενών; Και θεωρείτε εφικτό να ψηφιστεί ο νόμος και από τους 300 βουλευτές;
Στις συναντήσεις που είχε με τους πολιτικούς αρχηγούς ο Κυριάκος Μητσοτάκης, οι τέσσερις από τους πέντε συμφώνησαν με την άποψή μας ότι η ψήφος των Ελλήνων είναι ισότιμη, έχει την ίδια πολιτική βαρύτητα και δεν μπορεί να γίνουν διακρίσεις εις βάρος κανενός. Οτι, δηλαδή, η ψήφος όσων ψηφίζουν από το εξωτερικό θα προσμετράται στο τελικό εκλογικό αποτέλεσμα. Συμφωνήσαμε κι εμείς να δεχτούμε ορισμένες από τις προτάσεις τους προκειμένου να συναντηθούμε στο ίδιο σημείο του δρόμου. Από την περασμένη Τετάρτη ύστερα από πρόσκληση του κ. Θεοδωρικάκου, ξεκίνησε στο υπουργείο Εσωτερικών διάλογος με εκπροσώπους των κομμάτων για τη διαμόρφωση κοινής συνισταμένης. Είμαστε, λοιπόν, σε καλό δρόμο. Και εναπόκειται στον κ. Τσίπρα να επιλέξει είτε την αυτοαπομόνωση είτε τη σύμπραξη προκειμένου να ψηφιστεί ο νόμος και από τους 300 της Βουλής.
Μητσοτάκης στο υπουργικό: Δεν έχουμε την πολυτέλεια του εφησυχασμού
Η ανάπτυξη 2,8% είναι αισθητά υψηλότερη από τη σημερινή, αλλά μικρότερη από το 4% για το οποίο μιλούσατε ως αξιωματική αντιπολίτευση. Παραμένει αυτός ο στόχος και πότε πιστεύετε ότι να επιτευχθεί;
Μιλούσαμε πάντα για τον στόχο «2 συν 4». Να συμφωνήσουμε, δηλαδή, με τους εταίρους μας σε μειωμένα πρωτογενή πλεονάσματα στο 2% του ΑΕΠ και να πετύχουμε ανάπτυξη κοντά στο 4% του ΑΕΠ. Λέγαμε, συγκεκριμένα, ότι θα εφαρμόσουμε το μεταρρυθμιστικό πρόγραμμά μας και θα ανακτήσουμε την εμπιστοσύνη εταίρων και αγορών με στόχο να διεκδικήσουμε και να έχουμε από το 2021 χαμηλότερα πλεονάσματα. Υπογραμμίζαμε ότι έτσι θα απελευθερώσουμε πρόσθετο δημοσιονομικό χώρο για τη στήριξη της ανάπτυξης και εκτιμούσαμε ότι θα φτάσουμε κοντά στο 4%. Αυτό ακριβώς κάνουμε. Παραλάβαμε τη χώρα με ρυθμό ανάπτυξης 1,5% το πρώτο εξάμηνο του 2019. Εκτιμούμε ότι το δεύτερο εξάμηνο θα ξεπεράσουμε το 2%, ότι το 2020 θα φτάσουμε κοντά στο 3% και ότι θα συνεχίσουμε με ακόμη μεγαλύτερα εφόδια για τον στόχο μας. Μέσα σε εκατό μέρες η χώρα άλλαξε ταχύτητα και η Ελλάδα μπορεί να αποτελέσει την ευχάριστη έκπληξη της ευρωζώνης τα επόμενα χρόνια.
Εχει καταλήξει η κυβέρνηση στον χρόνο και στον τρόπο που θα δοθούν τα αναδρομικά στους συνταξιούχους; Διακρίνετε δημοσιονομικά περιθώρια για να ξεκινήσει η καταβολή εντός του 2019;
Εξετάζουμε με ιδιαίτερη προσοχή τα αποσπάσματα των αποφάσεων του Συμβουλίου της Επικρατείας, αναμένοντας τη δημοσίευση των τελικών κειμένων. Σε κάθε περίπτωση, όπως έχει κατ’ επανάληψη τονίσει ο πρωθυπουργός, η κυβέρνηση θα σεβαστεί τις αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Τα αναδρομικά που δικαιούνται οι συνταξιούχοι θα επιστραφούν, με γνώμονα το χρέος της Πολιτείας απέναντι σε όσους αδικήθηκαν, αλλά και τη διασφάλιση της δημοσιονομικής ισορροπίας που επιβάλλει το γενικότερο εθνικό συμφέρον.
Θα δοθεί, τελικά, «κοινωνικό μέρισμα» τον Δεκέμβριο; Αν ναι, πόσο εκτιμάτε ότι θα είναι το ύψος του, πότε θα ληφθούν οι οριστικές αποφάσεις και ποιες κοινωνικές ομάδες προσανατολίζεστε να ενισχύσετε;
Απόφασή μας -και το είπε ο Κυριάκος Μητσοτάκης- είναι εάν υπάρξει οποιοδήποτε υπερπλεόνασμα να δοθεί σε ευάλωτες κοινωνικές ομάδες. Είναι, όμως, πρόωρο να πούμε κάτι παραπάνω.
Το γεγονός ότι υπάρχει δυνατότητα όχι μόνο για φοροελαφρύνσεις από το 2019, αλλά και για κοινωνικό μέρισμα, οφείλεται μόνο στην πολιτική της νέας κυβέρνησης ή μήπως και η κατάσταση που παραλάβατε στην οικονομία ήταν τελικά καλύτερη απ’ ό,τι πιστεύατε;
Η τελευταία έκθεση των θεσμών -που δημοσιεύτηκε τον Ιούνιο- προέβλεπε, για τη χρονιά που διανύουμε, δημοσιονομικό κενό περίπου 2 δισ. ευρώ, δηλαδή πάνω από 1% του ΑΕΠ. Σήμερα, οι Ευρωπαίοι εταίροι μας αναγνωρίζουν ότι -σύμφωνα με τα μέχρι τώρα στοιχεία- δεν προκύπτει δημοσιονομικό κενό ούτε για το 2019 ούτε για το 2020. Και αυτό, παρά το γεγονός ότι ήδη μειώσαμε τον ΕΝΦΙΑ για το 2019 μεσοσταθμικά κατά 22%. Τα έσοδα πάνε καλύτερα από τους στόχους το τελευταίο τρίμηνο, ενώ και οι δαπάνες συγκρατούνται. Οι καρποί της αποκατάστασης της εμπιστοσύνης στην ελληνική οικονομία φαίνονται στις εξαιρετικά θετικές προσδοκίες για την πορεία της. Ενδεικτικά, ο δείκτης οικονομικού κλίματος έκλεισε στις 107,2 μονάδες τον Σεπτέμβριο – η υψηλότερη επίδοση από τον Μάρτιο του 2008. Η Ελληνική Δημοκρατία δανείστηκε με επιτόκιο μόλις 1,5%, για δεκαετές ομόλογο, ενώ το επιτόκιο ήταν 3,9% λίγους μήνες πριν. Τέλος, δανειστήκαμε προ δεκαημέρου έντοκα γραμμάτια με αρνητικό επιτόκιο, για πρώτη φορά στην Ιστορία.
Ως αξιωματική αντιπολίτευση τονίζατε την ανάγκη επενδύσεων 100 δισ. σε μία πενταετία. Ως κυβέρνηση πλέον, θεωρείτε εφικτό αυτόν τον στόχο;
Μιλούσαμε για την ανάγκη επενδύσεων που θα φτάνουν κατά μέσο όρο τα 20 δισ. ευρώ τον χρόνο, έχοντας υπόψη ότι θα ξεκινήσουμε από χαμηλή βάση. Υπογραμμίζω ότι με συντονισμένες δράσεις ξεμπλοκάραμε -μέσα στις εκατό πρώτες ημέρες της κυβέρνησης- τις μεγάλες επενδύσεις στο Ελληνικό, στο λιμάνι του Πειραιά και στις Σκουριές Χαλκιδικής. Σημειώνω, ακόμη, ότι με απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου συγκροτήθηκε Διυπουργική Επιτροπή Στρατηγικών Επενδύσεων, η οποία ξεκίνησε με τη δρομολόγηση τεσσάρων έργων ύψους 800 εκατομμυρίων ευρώ. Ο στόχος, λοιπόν, παραμένει υψηλός, αλλά με τις πράξεις της κυβέρνησης έρχεται πιο κοντά.
Καμία σύνταξη Ελληνα πολίτη δεν πρόκειται να μειωθεί
Πότε εκτιμάτε ότι θα είναι έτοιμο το νέο ασφαλιστικό, σε τι θα διαφέρει η φιλοσοφία του από το σημερινό και κατά πόσο μπορεί η κυβέρνηση να εγγυηθεί ότι δεν θα επιφέρει καμία μείωση σε υφιστάμενες συντάξεις;
Καμία σύνταξη Ελληνα πολίτη δεν πρόκειται να μειωθεί. Οι μειώσεις τέλειωσαν με τον ΣΥΡΙΖΑ και τον νόμο Κατρούγκαλου. Το νέο ασφαλιστικό θα χτιστεί με υπευθυνότητα πάνω στις αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας με γνώμονα την κοινωνική δικαιοσύνη και τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητά του και εκτιμούμε ότι αυτό θα γίνει μέχρι το τέλος του χρόνου. Ας μην ξεχνάμε ότι οι δικαστικές αποφάσεις επιβεβαιώνουν την κριτική μας για την έλλειψη ανταποδοτικότητας, τη δυσαναλογία εισφορών-παροχών, την απουσία αναλογιστικής μελέτης για την επικουρική ασφάλιση και τον προβληματικό τρόπο υπολογισμού των εισφορών των ελεύθερων επαγγελματιών και των αυτοαπασχολουμένων.
Το αναπτυξιακό νομοσχέδιο «Επενδύω στην Ελλάδα» αποτελεί τομή υπέρ των εργαζομένων
Η κυβέρνηση δέχεται πολύ σκληρή κριτική από την αντιπολίτευση για διατάξεις που συμπεριέλαβε στο αναπτυξιακό νομοσχέδιο σχετικά με τα εργασιακά. Τι απαντάτε;
Το αναπτυξιακό νομοσχέδιο «Επενδύω στην Ελλάδα» αποτελεί τομή υπέρ των εργαζομένων, καθώς παρέχει κίνητρα για την πλήρη απασχόληση και θεσπίζει δράσεις απέναντι στο φαινόμενο της αδήλωτης, της υποδηλωμένης και της απλήρωτης εργασίας. Αυξάνεται κατά 12% το κόστος των επιπλέον ωρών σε περίπτωση υπέρβασης των συμφωνημένων όρων της απασχόλησης και αυστηροποιεί το πλαίσιο για τον έλεγχο στην αγορά εργασίας. Σε ό,τι αφορά τις συμβάσεις εργασίας, ας ξεκαθαρίσουμε πως οι κλαδικές συμβάσεις, η συρροή και η επεκτασιμότητα συνεχίζουν να υπάρχουν. Αυτό που προβλέπει το νομοσχέδιο είναι η ενσωμάτωση ευρωπαϊκών πρακτικών για εξαιρέσεις μόνο για επιχειρήσεις που βρίσκονται σε πραγματικά «δεινή οικονομική θέση» και μόνο εάν το συναποφασίσουν εργαζόμενοι και εργοδότες. Σε ό,τι αφορά τα συνδικαλιστικά, στόχος είναι να έχουμε σωματεία αντιπροσωπευτικά και να αποφασίζουν οι πλειοψηφίες για τη στάση των εργαζομένων.
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου της Κυριακής