Η δικογραφία που βρίσκεται στη Βουλή περιέχει επτά μαρτυρικές καταθέσεις (μέχρι στιγμής) που καταγγέλλουν τον πρώην υπουργό για τις ενέργειές του, οδηγώντας στην απαγγελία κατηγοριών για τέσσερα ποινικά αδικήματα, άλλα κακουργηματικής και άλλα πλημμεληματικής μορφής. Οι πέντε εκ των καταθέσεων προέρχονται από πολιτικά πρόσωπα, που ενεπλάκησαν στην υπόθεση Novartis (Α. Σαμαράς, Δ. Αβραμόπουλος, Ευ. Βενιζέλος, Α. Λοβέρδος και Γ. Στουρνάρας) και οι δύο από υψηλόβαθμους εν ενεργεία δικαστικούς λειτουργούς (Ι. Αγγελής, Ε. Ράικου) που καταγγέλλουν παρεμβάσεις από τον Δ. Παπαγγελόπουλο, κάτι που, όπως είναι ευνόητο, έχει ακόμη μεγαλύτερη νομική σημασία.
Οπως όλα δείχνουν, η Βουλή θα διερευνήσει τις ενδεχόμενες ποινικές ευθύνες του πρώην αναπληρωτή υπουργού Δικαιοσύνης με τη σύσταση Προανακριτικής Επιτροπής, η οποία έχει τη δυνατότητα (εάν το κρίνει σκόπιμο) να παραπέμψει την υπόθεση κατευθείαν σε Ειδικό Δικαστήριο, χωρίς να επιστραφεί στην τακτική Δικαιοσύνη.
Κι όμως, η σύσταση της επιτροπής κατ’ αυτόν τον τρόπο, με τις πλήρεις δυνατότητες ενός ανακριτικού οργάνου, δεν ήταν, απ’ ό,τι φαίνεται η πρώτη σκέψη της κυβέρνησης. Μετά την πρώτη εβδομάδα καταθέσεων στον Αρειο Πάγο, οι οποίες ήταν οι πρώτες που διαβιβάστηκαν στη Βουλή (περιείχαν τις αναφορές Αγγελή, Σαμαρά, Βενιζέλου, Αβραμόπουλου), πηγές του Μαξίμου έλεγαν πως η υπόθεση θα διερευνηθεί μεν στη Βουλή, αλλά πιθανότατα θα επιστρέψει στη Δικαιοσύνη για περαιτέρω διερεύνηση.
Αυτό που τα άλλαξε όλα ήταν η κατάθεση της Ελένης Ράικου. Τα όσα αναφέρει η αντεισαγγελέας Εφετών ενόρκως και μεταφέρονται αυτούσια στην πρόταση σύστασης Προανακριτικής Επιτροπής της Βουλής έχουν ξεχωριστή σημασία και φαίνεται πως συνέβαλαν στην αναβάθμιση του κατηγορητηρίου για σειρά από λόγους:
- Ηταν επικεφαλής της Εισαγγελίας Διαφθοράς και η πρώτη που χειρίστηκε τη δικογραφία της Novartis.
- Είχε παραιτηθεί από το πόστο της στις αρχές του 2017 καταγγέλλοντας παρεμβάσεις στο έργο της και τον Οκτώβριο του 2018, μέσω κύκλων, είχε αναφερθεί για πρώτη φορά στον περίφημο «Ρασπούτιν».
- Τώρα, κληθείσα ως μάρτυρας στην έρευνα των συναδέλφων της αντεισαγγελέων του Αρείου Πάγου Ευ. Ζαχαρή και Λ. Σοφουλάκη, κατονομάζει ευθέως τον Δ. Παπαγγελόπουλο ως τον άνθρωπο που επιχειρούσε να επέμβει στην έρευνα για τη Novartis, επιδιώκοντας τη δίωξη πολιτικών αντιπάλων. Πέραν αυτού μάλιστα, δίνει συγκεκριμένα στοιχεία περί απειλών και προσπάθειας ηθικής εξόντωσής της, τα οποία αποτελούν σαφείς ενδείξεις τέλεσης αδικημάτων.Εκτός όλων αυτών, η κ. Ράικου δίνει μία εντελώς νέα διάσταση στην υπόθεση, κάνοντας λόγο για δύο επισκέψεις της δημοσιογράφου Γιάννας Παπαδάκου στο γραφείο της, όπου (σύμφωνα πάντα με την εισαγγελέα) ρωτούσε για την εμπλοκή πολιτικών προσώπων και όταν αυτή της είπε πως δεν υπάρχουν στοιχεία, η δημοσιογράφος τής απάντησε με επιθετικό ύφος πως είχε δει βίντεο με τον χρηματισμό του Π. Πικραμμένου και πως μάλιστα το είχε δει και ο Δ. Παπαγγελόπουλος. Μετά τις επισκέψεις της δημοσιογράφου, κατά την εισαγγελέα, ακολούθησαν απειλητικά τηλεφωνήματα από τον πρώην αναπληρωτή υπουργό. Η κ. Ράικου μοιάζει να υπονοεί πως υπήρχε ένα «παραδικαστικό σύστημα» που λειτουργούσε ως βιομηχανία κατασκευής διώξεων χωρίς στοιχεία. Εάν οι καταγγελίες της αποδειχθούν αληθείς, τότε θα μιλάμε αναμφίβολα για ένα τεράστιο σκάνδαλο, ίσως από τα μεγαλύτερα στην ιστορία του ελληνικού κράτους.Η κ. Παπαδάκου πάντως διέψευσε κατηγορηματικά τις καταγγελίες της κ. Ράικου και με παρέμβασή της στο κανάλι ACTION24 τις χαρακτήρισε «αθλιότητες, ψεύδη και συκοφαντίες», αποδίδοντάς τες σε εμπάθεια που έχει η εισαγγελέας προς το πρόσωπό της «επειδή αποκάλυψα πως ο σύζυγός της βρίσκεται στις λίστες της Novartis». Προανήγγειλε προσφυγή στη Δικαιοσύνη, ενώ μάλιστα ανέφερε πως βρήκε σπασμένο το αυτοκίνητό της μετά από ραντεβού με την κ. Ράικου (ευνόητο είναι πως ο «Ε.Τ.» δεν παίρνει θέση επί των εκατέρωθεν καταγγελιών, σεβόμενος το τεκμήριο της αθωότητας όλων των εμπλεκομένων, απλά καταγράφει τα στοιχεία όπως έχουν δημοσιευθεί).
Οποια και αν είναι η αλήθεια, η κ. Ράικου δεν είναι η μόνη που έχει καταγγείλει την ύπαρξη «συγκοινωνούντων δοχείων» πολιτικών, εισαγγελέων και δημοσιογράφων στην υπόθεση, αφού είχε προηγηθεί το υπόμνημα του Αντώνη Σαμαρά, στο οποίο ο πρώην πρωθυπουργός κατονόμασε κυριακάτικη εφημερίδα πως «διέθετε όχι μόνο αποκλειστική και προνομιακή πληροφόρηση για όσα γίνονταν αλλά και για όσα επρόκειτο να γίνουν». Χαρακτηριστική είναι η αναφορά του πρώην πρωθυπουργού για «το δημοσίευμα της 4.2.2018 με το οποίο προδημοσιεύεται κατά παγκόσμια πρωτοτυπία η κατάθεση που θα έδινε 2 ημέρες αργότερα δήθεν αυθορμήτως η προστατευόμενη μάρτυρας Κελέση, τη νύχτα μετά το μεγάλο συλλαλητήριο κατά της κυβέρνησης για το Μακεδονικό». Με άλλα λόγια, κατά τον κ. Σαμαρά, η εφημερίδα γνώριζε τι έλεγε ο προστατευόμενος μάρτυρας πριν καν… αυτός καταθέσει!
Ποιοι άλλοι γνώριζαν για τις παρεμβάσεις «Ρασπούτιν»
Παρά τον κυκεώνα αποκαλύψεων σε βάρος του Δημήτρη Παπαγγελόπουλου, την αλήθεια των οποίων θα ελέγξει η Βουλή, είναι πιθανό αυτή να είναι μόνο η αρχή. Ηδη από τις μέχρι στιγμής καταθέσεις έχουν κατονομαστεί και άλλα πρόσωπα ως γνώστες της προσπάθειας του Δ. Παπαγγελόπουλου να χειραγωγήσει τη δικογραφία για τη Novartis. Μεταξύ αυτών, η τέως εισαγγελέας του Αρείου Πάγου Ξένη Δημητρίου, για την οποία ο κ. Αγγελής έχει αναφέρει πως «γνώριζε τα πάντα», ενώ του είχε αναφέρει πως «ο “Ρασπούτιν” είχε δική του ομάδα στην Εισαγγελία Πρωτοδικών», ενώ έχει καταγγείλει και άλλους δικαστικούς λειτουργούς. Στις παλαιότερες αναφορές του ο αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου είχε καταγγείλει ευθέως και τον αρχαιότερο συνάδελφό του, Δημήτριο Δασούλα, που αρχικά διερευνούσε τις καταγγελίες του, πως δεν είναι αμερόληπτος, αφού «προσδοκά έννομο συμφέρον, με συγγενικό του πρόσωπο να έχει διοριστεί σε δημόσια υπηρεσία».
Σύμφωνα με την κατάθεση Αγγελή, γνώστες της κατάστασης ήταν και η πρώην επιθεωρήτρια Δημόσιας Διοίκησης Μαρία Παπασπύρου και ο πρώην υπουργός Δικαιοσύνης Μιχάλης Καλογήρου, με τον δεύτερο να έχει διαψεύσει τις αναφορές του αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου: «Τα μόνα ζητήματα που μου είχε θέσει ο κ. Αγγελής ήταν η άποψή του σε σχέση με δημοσιεύματα, καθώς και η προσωπική του νομική άποψη σχετικά με τη μελλοντική συγχώνευση των Ειδικών Εισαγγελιών», ανέφερε σε ανακοίνωσή του μετά τη δημοσιοποίηση των αναφορών του εισαγγελέα.
Ολοι οι προαναφερόμενοι πιθανότατα θα κληθούν να καταθέσουν ως μάρτυρες, δεδομένης της τροπής που έχει πάρει η υπόθεση. Σε αυτούς ίσως προστεθεί και ο Σταύρος Κοντονής, αφού, όπως αποκάλυψε ο ΑΝΤ1, σε ομιλία του στη Βουλή τον Μάρτιο του 2017, όταν ήταν υπουργός Δικαιοσύνης, είχε κάνει λόγο για ένα sms που είχε λάβει από την κ. Ράικου λίγες ώρες μετά την παραίτησή της, στοιχείο που ενδεχομένως να έχει μεγάλη σημασία.
Το μόνο σίγουρο είναι ότι οι εμβρόντητοι Ελληνες πολίτες συνεχίζουν να παρακολουθούν τις πολλές πράξεις ενός… δικαστικού δράματος, αφού όποια και αν είναι η αλήθεια, οι καταγγελίες είναι πολύ βαριές. Μοιάζει αδιανόητο εισαγγελικοί λειτουργοί να παίρνουν εντολές από πολιτικούς για να ασκήσουν ποινικές διώξεις (και μάλιστα με την εμπλοκή και δημοσιογράφων) και σίγουρα είναι μία συμπεριφορά που παραπέμπει σε άλλα καθεστώτα. Εάν, από την άλλη, οι καταγγελίες Αγγελή-Ράικου αποδειχθούν ψευδείς, είναι εξίσου αδιανόητο υψηλόβαθμοι εν ενεργεία δικαστικοί λειτουργοί να συκοφαντούν ενόρκως πολιτικούς κατ’ αυτόν τον τρόπο.
Σε κάθε περίπτωση, το κύρος της Δικαιοσύνης πλήττεται ανεπανόρθωτα στα μάτια της κοινωνίας, έχοντας ήδη δεχθεί πολλαπλά χτυπήματα το προηγούμενο χρονικό διάστημα. Η εικόνα της… μάχης χαρακωμάτων μεταξύ εισαγγελέων, με συνεχείς αναφορές του ενός εναντίον του άλλου στα αρμόδια όργανα, αλλά και με δηλώσεις στον Τύπο, σίγουρα δεν τιμά τη Δικαιοσύνη. «Oι δικαστές, που στέλνουν πάρα πολύ εύκολα στις φυλακές τους άσημους και ταπεινούς, οφείλουν να προστατεύσουν το κύρος της Δικαιοσύνης. Να σκύψουν το κεφάλι οι κύριοι εισαγγελείς και να αποκτήσουν συνείδηση του ρόλου τους και του όρκου τους» αναφέρει σχετικά ο πρόεδρος της Ενωσης Ποινικολόγων/Μαχόμενων Δικηγόρων Βασίλης Ταουξής.
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου της Κυριακής