Απαραίτητη προϋπόθεση σύμφωνα με την κυβέρνηση είναι να παραδοθεί στο τέλος Σεπτεμβρίου το πόρισμα της διεθνούς επιτροπής εμπειρογνωμόνων για τις βέλτιστες ευρωπαϊκές πρακτικές στο πεδίο της εργασίας το οποίο καθυστέρησε εξαιτίας των διαφωνιών των μελών της επιτροπής.
«Οι διαφορές με το ΔΝΤ είναι τόσο ακραίες, που δεν θα μπορούσε να γίνει ουσιώδης συζήτηση αν δεν υπάρχει ένα κείμενο αναφοράς. Στόχος της ελληνικής πλευράς είναι να απομονωθεί το Ταμείο και οι ιδεοληψίες του» τόνισε ο Υπουργός Εργασίας Γιώργος Καντρούγκαλος.
Ο καθηγητής Εργατικού Δικαίου Γιάννης Κουκιάδης, ο μόνος Έλληνας που μετέχει στην επιτροπή, μιλώντας στο «ΘΕΜΑ» επεσήμανε την ανάγκη σύγκλισης των απόψεων. « Γίνεται προσπάθεια σε κάποια θέματα να υπάρχει ομοφωνία και στα θέματα που δεν επιτυγχάνεται η ομοφωνία , τουλάχιστον να υπάρχει σύγκλιση απόψεων».
Η πλευρά των δανειστών πάντως δε φαίνεται διατεθειμένη να λάβει υπόψη της το πόρισμα στα σημεία που έχει αντίθετη άποψη, κάτι που σημαίνει ότι κατ’ ουσίαν η διαπραγμάτευση θα αρχίσει από μηδενική βάση.
Η καυτή ατζέντα του Οκτωβρίου περιλαμβάνει:
Ομαδικές απολύσεις: Στην τελική συμφωνία θα βαρύνει η απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου για την υπόθεση της ΑΓΕΤ η οποία αναμένεται να εκδοθεί τέλος Οκτωβρίου. Το δικαστήριο θα κρίνει εάν θα αρθεί ή θα διατηρηθεί το υπουργικό βέτο για τις ομαδικές απολύσεις. Στην περίπτωση που δικαιωθεί η ΑΓΕΤ, η κυβέρνηση θα πρέπει να συμμορφωθεί με τη δικαστική απόφαση, οπότε και θα απαλλαγεί από το «στίγμα» ότι υποχώρησε στις αξιώσεις των δανειστών. Ωστόσο η ελληνική πλευρά θα υποβάλλει εναλλακτικές προτάσεις που θα προβλέπουν εποπτεία του ΟΜΕΔ ή άλλου φορέα τεχνοκρατών ο οποίος θα εγκρίνει ή θα απορρίπτει τις οικονομοτεχνικές μελέτες που θα συνοδεύουν υποχρεωτικά το αίτημα των επιχειρήσεων για έγκριση ομαδικών απολύσεων.
Η απελευθέρωση των ομαδικών απολύσεων περιλαμβάνεται στην ατζέντα περισσότερο για την διευκόλυνση των αλλαγών σε ΔΕΚΟ και τράπεζες. Οι πιστωτές απαιτούν να υπάρχει διαθέσιμο «εργαλείο» απαλλαγής από το προσωπικό-βαρίδι σε περίπτωση νέων επενδύσεων ή αλλαγής μετοχικής σύνθεσης Για παράδειγμα, η ισχυρή συλλογική σύμβαση εργασίας που έχει υπογράψει η ΓΕΝΟΠ–ΔΕΗ προστατεύει τους εργαζόμενους από απολύσεις για οικονομοτεχνικούς λόγους έως το 2018.
Περιβάλλον Καραμανλή για πρόταση Σαμαρά για την Προεδρία: Δεν υπήρξε καμία προσυνεννόηση
Ωστόσο το ποσοστό των υπαλλήλων που θα μετακινηθεί υποχρεωτικά στα νέα κοινοπρακτικά σχήματα που έχουν εξαγγελθεί δεν διασφαλίζονται από τη σύμβαση. Ειδικά το ΔΝΤ που έχει εμμονή με το θέμα, πρότεινε σε πρόσφατο κείμενό του να αυξηθεί το όριο των απολύσεων στα ποσοστά που ορίζει η κοινοτική οδηγία, δηλαδή από το 5% που είναι σήμερα στο 10% σε επιχειρήσεις άνω των 20 ατόμων κάθε μήνα. Το θέμα δεν αφορά το 97% των ελληνικών επιχειρήσεων που απασχολούν κάτω από 20 άτομα.
Συλλογικές διαπραγματεύσεις: Η ελληνική πλευρά θα ζητήσει την επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων για τον καθορισμό του κατώτατου και των κλαδικών μισθών, την αύξηση της μετενέργειας, την υπερίσχυση των κλαδικών συμβάσεων έναντι των επιχειρησιακών και την επαναφορά την επεκτασιμότητας. Σύμφωνα με πληροφορίες οι δανειστές δε θα δεχθούν καμία από τις ελληνικές προτάσεις. Αντίθετα θα ζητήσουν να υπερισχύσουν ακόμα περισσότερο οι ατομικές συμβάσεις στην αγορά εργασίας. Το ΔΝΤ επισημαίνει μάλιστα την ανάγκη να δοθούν μεγαλύτερα περιθώρια ευελιξίας στις επιχειρήσεις να προσαρμόζουν τους μισθούς (wage flexibility) ανάλογα με τις αντοχές και τις ανάγκες τους, μειώνοντας το μισθολογικό κόστος για να αυξήσουν την παραγωγικότητα και εν τέλει να πέσουν οι τιμές σε προϊόντα και υπηρεσίες. Η ΕΕ μέσω του Ζαν Κλοντ Γιουνκέρ εμφανίζεται πιο διαλλακτική. «Φέρτε μου μια συμφωνία των κοινωνικών εταίρων και της κυβέρνησης και εγώ θα την κάνω αποδεκτή» είχε πει κατά την επίσκεψή του στην Αθήνα, ο πρόεδρος της Κομισιόν. Η συμφωνία ωστόσο που υπέγραψαν οι κοινωνικοί εταίροι για τα εργασιακά είχε γκρίζες ζώνες καθώς ο ΣΕΒ εμφανίστηκε σε κείμενά του να τάσσεται υπέρ των ομαδικών απολύσεων.
Κατώτατος μισθός: Η ελληνική πλευρά θα προτείνει τον καθορισμό του κατώτατου μισθού μέσω της διαπραγμάτευσης των κοινωνικών εταίρων, με τη λήξη του δημοσιονομικού προγράμματος, στο τέλος του 2018.
Στο ίδιο μήκος κύματος βρίσκονται και τα περισσότερα μέλη της διεθνούς επιτροπής εμπειρογνωμόνων. Συμφωνούν δηλαδή με τον καθορισμό του κατώτατου μισθού από τους κοινωνικούς εταίρους φτάνει να υπάρχει η εποπτεία ειδικής επιτροπής η οποία θα ελέγχει τα συνδικάτα όταν δεν λειτουργούν λελογισμένα.
Το ΔΝΤ τηρεί σκληρή στάση επισημαίνοντας ότι ο κατώτατος μισθός πρέπει να αποφασίζεται από το κράτος (όπως ισχύει σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες). Τονίζει μάλιστα, πως παρά τη μείωση του στα 586 ευρώ και στα 510 ευρώ (για τους νέους έως 25 ετών) εξακολουθεί να παραμένει υψηλότερος σε σύγκριση με άλλες χώρες, λόγω της προσαύξησής του έως 30% από την σύνδεσή του με την προϋπηρεσία των υπαλλήλων έως τα 10 έτη.
Αυτό σημαίνει ότι για το Ταμείο δεν έχει βγει από την ατζέντα η κατάργηση των τριετιών καθώς του 13ου και του 14ου μισθού. Όπως αναφέρεται σε πρόσφατο κείμενο του ΔΝΤ από το 2017 η δομή του κατώτατου μισθού θα πρέπει να αλλάξει και να αποτελεί ένα μοναδικό ποσό αναφοράς (single rate) χωρίς κανένα επίδομα, ώστε να είναι συγκρίσιμος με άλλα κράτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οι δανειστές είναι αποφασισμένοι να μην επιτρέψουν αυξήσεις μισθών έως ότου η ανεργία μειωθεί στο 10%.
Υπενθυμίζεται ότι η πραγματικότητα στην αγορά εργασίας είναι ακόμα πιο σκληρή καθώς σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, του ΙΚΑ και του συστήματος ΕΡΓΑΝΗ ο κατώτερος μισθός είναι 412 ευρώ λόγω της επέκτασης των άτυπων μορφών απασχόλησης.
Lock out: Η επιτροπή των εμπειρογνωμόνων αναμένεται να αποφανθεί ότι δεν χρειάζεται να αλλάξει το υπάρχον πλαίσιο.
Συνδικαλιστικός νόμος: Οι δανειστές θα επαναφέρουν το σύνολο των αιτημάτων τους για ριζικές αλλαγές στον συνδικαλιστικό νόμο. Η ελληνική πλευρά φαίνεται ότι θα συμφωνήσει στον περιορισμό των συνδικαλιστικών αδειών και στον τρόπο απόλυσης των συνδικαλιστών. Το υπουργείο Εργασίας θα επιχειρήσει να εξαιρέσει από τη διαπραγμάτευση τη συζήτηση για την αλλαγή στο καθεστώς χρηματοδότησης των συνδικάτων, υποστηρίζοντας ότι θα πρέπει να γίνει σε δεύτερο χρόνο ανάμεσα στην κυβέρνηση και τα συνδικάτα χωρίς την παρουσία των εταίρων. Η επιτροπή εμπειρογνωμόνων δεν έχει καταλήξει λόγω διαφωνιών.