«Αισθάνομαι ευτυχής και τυχερός διότι είχα τη συγκυρία να είμαι πρωθυπουργός σε μια στιγμή κατά την οποία στην γειτονική χώρα υπήρξε μια σημαντική πολιτική αλλαγή, που έδωσε τη δυνατότητα σ’ εμένα και τον πρωθυπουργό (σ.σ. της πΓΔΜ, Ζόραν) Ζάεφ να κάνουμε μια ουσιαστική και επίπονη προσπάθεια προκειμένου να λύσουμε ένα θέμα δεκαετιών», δήλωσε ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας στη συνέντευξή του στην ΕΡΤ1.
Ο πρωθυπουργός είπε ότι η προσπάθεια να λυθεί το θέμα έγινε «με αμοιβαίο σεβασμό στις αξίες, τις βασικές γραμμές και την αξιοπρέπεια» και πρόσθεσε ότι «το κρίσιμο από εδώ και πέρα είναι αν η άλλη πλευρά θα πετύχει όσα προβλέπονται» και «αν θα καταφέρουμε να νικήσουμε τους εμπόρους του πατριωτισμού». Τόνισε ότι «θέλαμε να είναι μια συμφωνία βιώσιμη».
Ο Αλέξης Τσίπρας υπογράμμισε ότι η συμφωνία είναι «ταυτόσημη με την εθνική θέση, με τις θέσεις που έχουν τεθεί για περισσότερα από 20 χρόνια», η οποία «αποκηρύσσει τον αλυτρωτισμό και κατοχυρώνει την πολιτιστική μας κληρονομιά».
«Με αυτή τη συμφωνία αίρουμε οποιαδήποτε προσπάθεια οικειοποίησης της ιστορίας μας. Κατοχυρώνεται η ιστορία του αρχαίου ελληνικού κόσμου», τόνισε.
Ερωτηθείς τι θα γίνει εάν δεν εγκριθεί από την ελληνική Βουλή, ο πρωθυπουργός είπε ότι η συμφωνία θα ισχύσει μόνο εφόσον κυρωθεί και από τις δύο πλευρές και επισήμανε τα βήματα που απαιτούνται από την γείτονα, μέχρι την κύρωσή της από την ελληνική πλευρά και όταν τεθεί σε ισχύ θα υπάρχουν υποχρεώσεις και για την Ελλάδα σε διεθνές επίπεδο.
Στην περίπτωση που δεν εκπληρωθεί ακόμα και μία από τις προϋποθέσεις που προβλέπονται, είπε ότι δυστυχώς η συμφωνία θα ακυρωθεί. Εκτίμησε όμως ότι «θα τα καταφέρουμε», τονίζοντας πως αν η άλλη πλευρά κάνει το μεγάλο βήμα, τότε στην ελληνική Βουλή θα επικυρωθεί από μια μεγάλη προοδευτική πατριωτική δημοκρατική πλειοψηφία.
Σχετικά με την μετάφραση της ονομασίας, ο πρωθυπουργός είπε ότι στην Ελλάδα «έχουμε τη διακριτική ευχέρεια να τους αναφέρουμε είτε ως Βόρεια Μακεδονία είτε ως Severna Makedonija» και έφερε ως παράδειγμα την περίπτωση του Montenegro, το οποίο αναφέρουμε ως Μαυροβούνιο.
Πρόσθεσε ότι αν όλες οι χώρες έλεγαν «Severna Makedonija», λόγω του δύσχρηστου χαρακτήρα της ονομασίας, αργά ή γρήγορα κανείς δεν θα χρησιμοποιούσε ολόκληρο το όνομα, αλλά σκέτο «Maκedonija», ενώ τώρα θα χρησιμοποιείται το «Βόρεια Μακεδονία» στη γλώσσα κάθε χώρας.
Επισήμανε ότι ο διεθνής Τύπος υποδέχτηκε τη συμφωνία με τίτλους όπως: «H Μακεδονία συμφώνησε με την Ελλάδα να μετονομαστεί σε Βόρεια Μακεδονία».
Ο πρωθυπουργός τόνισε ότι η συμφωνία είναι επωφελής για τη χώρα: «μας δίνει πράγματα. Μας κατηγορούν, άλλοι εσκεμμένα, άλλοι από ευαισθησία, ότι πάμε να παραδώσουμε. Εγώ δεν βλέπω να δίνουμε κάτι, βλέπω μόνο να παίρνουμε».
Πρόσθεσε ότι η συμφωνία δεν αναγνωρίζει έθνος Μακεδονικό, «αναγνωρίζει βέβαια το δικαίωμα τους στον αυτοπροσδιορισμό και σέβεται την ταυτότητα που έχουν καλλιεργήσει».
Είπε ότι με τον Ζόραν Ζάεφ έδωσαν μάχη «ο καθένας στη χώρα του, κόντρα σε ιδεοληψίες και οργανωμένη προσπάθεια εμπόρων πατριωτισμού» και χαρακτήρισε πατριωτισμό την προσπάθεια που έκαναν να προχωρήσουν, προς όφελος των λαών.
Χαρακτήρισε θλιβερή τη στάση των αρχηγών της αξιωματικής αντιπολίτευσης στην Ελλάδα και στην πΓΔΜ και είπε ότι ήταν ταυτόσημες οι δηλώσεις του κ. Σαμαρά και του προέδρου της πΓΔΜ. «Αν πιστέψουμε και τους δύο θα πιστέψουμε ότι και οι δύο πλευρές “έχουν συνθηκολογήσει”», είπε και έθεσε το ερώτημα «πώς γίνεται να συνθηκολογήσουν και οι δύο πλευρές», ενώ έκανε λόγο για παράταξη και στην Ελλάδα και στην πΓΔΜ που «αρέσκεται στις φωνασκίες».
Για την στάση των ΑΝΕΛ, ανέφερε πως η προγραμματική συμφωνία των δύο κομμάτων της συγκυβέρνησης δεν προέβλεπε την προοπτική μια τέτοιας συμφωνίας και πρόσθεσε ότι δεν ζητά από τον Πάνο Καμμένο να αλλάξει τα αξιακά χαρακτηριστικά του, αλλά να μη θέσει σε κίνδυνο τη διακυβέρνηση, την πορεία της χώρας, την κρίσιμη αυτή στιγμή.
«Ο Π. Καμμένος έχει τις αρχές και τις αξίες του αλλά δεν είναι έμπορος πατριωτισμού», υπογράμμισε και τόνισε ότι «δεν θα ρίξει την κυβέρνηση για να κάνει καριέρα, όπως έκανε ο κ. Σαμαράς στον κ. Μητσοτάκη».
Αναφερόμενος στον Κυριάκο Μητσοτάκη, έκανε λόγο για πολιτικό τυχοδιωκτισμό και «πολιτική τζογαδόρου, ανεύθυνη στάση απέναντι σε ένα εθνικό θέμα».
Μίλησε για τις αλλαγές στις θέσεις του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης και για το ότι «στο εξωτερικό ξεχνούσε αυτά που έλεγε εδώ και έλεγε άλλα» και «μόλις γύριζε άλλαζε πάλι». Είπε επίσης, ότι αν ο κ. Μητσοτάκης κρατούσε έντιμη στάση ως προς τις ιδέες του, επωφελή για τη χώρα, θα αντιμετώπιζε μεγάλα προβλήματα στο εσωτερικό του κόμματός του.
«Πήρα χτες τον κ. Μητσοτάκη να τον ενημερώσω και μου είπε “δώσε μου τη συμφωνία, δεν θέλω να με ενημερώσεις”», ανέφερε ο Αλ. Τσίπρας και πρόσθεσε ότι το ίδιο έκανε ο Γκ. Ιβανόφ στον Ζ. Ζάεφ.
Ερωτηθείς γιατί δεν συγκάλεσε συμβούλιο πολιτικών αρχηγών, ο Αλ. Τσίπρας είπε ότι αποφάσισε σε αυτή την κρίσιμη διαπραγμάτευση, όχι να κλείσει τις πόρτες της πλήρους ενημέρωσης στους πολιτικούς ενημέρωσης, αλλά να μην προχωρήσει στο συμβούλιο πολιτικών αρχηγών, διότι, όπως είπε, είχε κακή εμπειρία από τις προηγούμενες φορές και έχει καταλάβει από ορισμένους ότι δεν έχουν την σοβαρότητα και την αίσθηση ευθύνης.
Ερωτηθείς αν έχει ενημερώσει για το θέμα τον Κώστα Καραμανλή, είπε ότι «δεν έχουμε μιλήσει» και τόνισε ότι ο πρώην πρωθυπουργός διαχειρίστηκε με ευθύνη το θέμα και η στάση του στο Βουκουρέστι ήταν στάση ευθύνης.
Ερωτηθείς εάν σε περίπτωση πρότασης μομφής, η συζήτηση αυτή θα έχει χαρακτήρα ψήφου εμπιστοσύνης, ο Αλ. Τσίπρας ανέφερε γενικότερα ότι όλες οι σημαντικές συζητήσεις και οι κρίσιμες διαδικασίες έχουν τέτοιον χαρακτήρα.
«Κάποιοι παριστάνουν ότι τάχα δεν υπάρχει κυβερνητική πλειοψηφία. Αν το πιστεύουν ας μου κάνουν πρόταση μομφής», τόνισε ο Αλ. Τσίπρας.
Ο πρωθυπουργός είπε πως δεν νομίζει ότι θα έχουμε κάποιο πολιτικό παράδοξο, γιατί μια πρόταση δυσπιστίας είναι προφανές ότι δεν αφορά μόνο την αφορμή για την οποία γίνεται, αφορά την πορεία της σταθερότητας της χώρας, της οικονομίας της, την κυβερνητική και πολιτική σταθερότητα. «Άρα όποιοι ψηφίσουν –εάν τολμήσει να κάνει πρόταση μομφής ο αρχηγός της ΝΔ– θα ψηφίσουν με γνώμονα αυτό», σημείωσε.
Για το αν θα μετατρέψει την ενδεχομένη πρόταση μομφής σε διαδικασία παροχής ψήφου εμπιστοσύνης, είπε: «Δεν έχω κανέναν λόγο. Δεν αισθάνομαι ότι αυτή η κυβέρνηση έχει χάσει την εμπιστοσύνη του Κοινοβουλίου».
Για το αίτημα περί δημοψηφίσματος είπε ότι εάν έπρεπε να αναθεωρήσουμε εμείς το Σύνταγμά μας, όπως πρέπει να κάνουν οι γείτονες, τότε ενδεχομένως να έπρεπε να γίνει.
Ερωτηθείς για τα συλλαλητήρια, ο Αλ. Τσίπρας είπε ότι υπάρχουν δύο κατηγορίες. Οι πολίτες με αίσθημα υπερηφάνειας και ευαισθησία, για τους οποίους εξέφρασε βαθύ σεβασμό και οι εθνικιστές, ακροδεξιοί και επαγγελματίες πατριώτες, στους οποίους «δεν με ενδιαφέρει να απευθυνθώ».
Πρόσθεσε πως στην εξωτερική πολιτική, «ας έχουμε το μυαλό και την καρδιά μας στραμμένα στα συμφέροντα της χώρας, και σημείωσε ότι «πατριωτικό συμφέρον είναι να κλείσουμε ένα θέμα που μας ταλανίζει χρόνια».
Μιλώντας για την πορεία του στο τιμόνι της χώρας, είπε: «Βρέθηκα στη θέση του πρωθυπουργού και ο ΣΥΡΙΖΑ στη διακυβέρνηση της χώρας σε μια εποχή δύσκολη κι εγώ προσωπικά χωρίς μεγάλη εμπειρία βρέθηκα μπροστά σε κρίσιμες αποφάσεις για τη χώρα και το μέλλον του ελληνικού λαού. Θα με κρίνει η ιστορία και πρώτα ο ελληνικός λαός. Πήρα δύσκολες αποφάσεις. Πολύ πιο δύσκολη απόφαση ήταν η παραμονή της χώρας στην Ευρωζώνη. Όλες οι κρίσιμες αποφάσεις έχουν ρίσκο και πολιτικό κόστος», είπε ο πρωθυπουργός.
Πρόσθεσε πως, όλοι παραδέχονται, αντικειμενικοί αναλυτές, έγκριτοι πολιτικοί και ο διεθνής Τύπος, ότι η Ελλάδα είναι μια άλλη χώρα σήμερα και από παρίας έγινε μέρος της λύσης.
Εξέφρασε την πεποίθηση ότι στον χώρο της Κεντροαριστεράς θα δημιουργηθούν σιγά-σιγά πολιτικές συναινέσεις και επεσήμανε ότι η ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία είναι η πρώτη που αναγνωρίζει τις επιτυχίες αυτής της κυβέρνησης και επικρότησε τη συμφωνία.
Αναφέρθηκε μάλιστα σε τηλεφώνημα με τον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Ντόναλντ Τουσκ, που τον ρώτησε «πώς πάτε;» για το ονοματολογικό. «Είμαστε κοντά, προσπαθούμε» απάντησε ο Αλ. Τσίπρας. «Είναι απίστευτο, αν το καταφέρετε είναι απίστευτο» σχολίασε ο κ. Τουσκ, ενώ ο πρωθυπουργός του είπε: «Θα το καταφέρουμε για ένα λόγο, γιατί ούτε εγώ ούτε ο Ζάεφ ανήκουμε στην δική σου πολιτική οικογένεια» (το ΕΛΚ). Και ο κ. Τουσκ του απάντησε γελώντας: «Έχεις απόλυτο δίκιο».
Ακόμη, ο κ. Τσίπρας εξήρε την «εξαιρετική προσπάθεια» του Νίκου Κοτζιά, ο οποίος «έδωσε μεγάλη μάχη, έχοντας και οικογενειακά ζητήματα», που θα απαιτούσαν να είναι στην Αθήνα, ενώ βρισκόταν στο εξωτερικό και τον χαρακτήρισε «σκληρό διαπραγματευτή» που «πάλεψε γραμμή-γραμμή για να φέρει αυτή τη συμφωνία» ενώ βρισκόταν διαρκώς απέναντι σε απειλές από «εμπόρους πατριωτισμού». Πρόσθεσε δε, ότι δεν πιέστηκαν από κανέναν για να ανοίξουν οι διαπραγματεύσεις.
Εξέφρασε την εκτίμηση πως «όσο περνάει ο χρόνος, τόσο η μεγάλη πλειοψηφία του λαού μας θα καταλαβαίνει τα οφέλη από αυτή τη συμφωνία και οι πραγματικά πατριώτες και ευαίσθητοι κι αυτοί που συμμετείχαν στα συλλαλητήρια, όχι οι εθνικιστές και οι ακραίοι, θα αρχίσουν σιγά-σιγά να συνειδητοποιούν πόσο επωφελής είναι για τα εθνικά συμφέροντα».
Ερωτηθείς για την τελευταία παρέμβαση του Μίκη Θεοδωράκη, είπε «τον Μίκη Θεοδωράκη τον αγαπάμε για το έργο και την πορεία του, αλλά προτιμώ να μείνω στο έργο και την πορεία του και όχι στις κατά καιρούς πολιτικές τοποθετήσεις του». «Τον αγαπάμε ακόμα κι αν διαφωνεί μαζί μας», πρόσθεσε.
Σχετικά με τη συνεργασία με την Κεντροαριστερά τον Σεπτέμβριο του 2015, ο ΑΛ. Τσίπρας είπε ότι δεν υπήρχε διαθεσιμότητα από την κ. Γεννηματά και τον κ. Θεοδωράκη και άλλωστε, όπως είπε, «δεν πιστεύω σε συνεργασίες μίας χρήσης και ο Π. Καμμένος συνεργάστηκε έντιμα. Δεν θα πουλούσα έναν έντιμο εταίρο, επειδή ήταν αίτημα της άλλης πλευράς».
Για τα ελληνοτουρκικά
Σχετικά με την ένταση με την Τουρκία, ο Αλ. Τσίπρας είπε ότι μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα έχουμε μια τελείως διαφορετική κατάσταση και έναν διαφορετικό Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν και όσο πλησιάζουν οι εκλογές, οι εντάσεις και οι ρητορικές επιθέσεις έγιναν καθημερινό φαινόμενο.
«Το πιο κρίσιμο όμως είναι ότι είχαμε το τελευταίο διάστημα μια ποιοτική διαφοροποίηση της στάσης (της Τουρκίας) στο Αιγαίο και στην νοτιοανατολική Μεσόγειο», είπε.
Χαρακτήρισε «απαράδεκτη ενέργεια» τη σύλληψη και κράτηση εδώ και σχεδόν τρεις μήνες, χωρίς απόδοση κατηγοριών, των δύο Ελλήνων στρατιωτικών και ερωτηθείς εάν είχε μιλήσει στον Ερντογάν για άμεση επιστροφή των 8 Τούρκων αξιωματικών, ο Αλ. Τσίπρας τόνισε: «Δεν θα μπορούσα να είχα πει κάτι τέτοιο γιατί έχω πλήρη επίγνωση του διαχωρισμού των εξουσιών, σε ένα ευνομούμενο κράτος όπως είναι η Ελλάδα. Δεν θα μπορούσα να υποσχεθώ σε έναν ηγέτη άλλης χώρας κάτι για τις αποφάσεις που θα πάρει η δικαστική εξουσία».
Όταν ρωτήθηκε αν λέει ψέματα ο Τούρκος ηγέτης, ο πρωθυπουργός, απάντησε: «Ο κ. Ερντογάν δεν ξέρω τι κατάλαβε απ’ αυτό το τηλεφώνημα. Εγώ ξέρω ότι ποτέ δεν του υποσχέθηκα ότι θα γυρίσουν. Του είπα ότι πραξικοπηματίες δεν είναι καλοδεχούμενοι στην Ελλάδα» και πως εκτιμά ότι η δικαστική εξουσία θα λειτουργήσει με γνώμονα το δίκαιο και θα κρίνει με βάση το αν συμμετείχαν ή δεν συμμετείχαν στο πραξικόπημα.
Έθεσε δε το ερώτημα, «γιατί ο κ. Ερντογάν δεν το έθεσε μπροστά μου, την επόμενη μέρα», «στην κατ’ ιδίαν συζήτηση ούτε στις δηλώσεις;» αναφερόμενος στην επίσκεψη του τούρκου προέδρου στην Αθήνα.
«Μήπως είναι πρόσχημα για να δικαιολογεί μια στάση που δεν δικαιολογείται για μια γειτονική, συμμαχική χώρα, για να δικαιολογεί δηλαδή μια έντονη επιθετική ρητορική για εσωτερική κατανάλωση», πρόσθεσε ο Αλ. Τσίπρας.
Ερωτηθείς αν ο Ερντογάν ζήτησε τους 8 Τούρκους ως αντάλλαγμα για τους δύο Έλληνες στρατιωτικούς, τόνισε: «Ευθέως όχι, δεν τους έχει ζητήσει και δεν θα μπορούσε να το κάνει». Σχολίασε ωστόσο ότι με τη δημόσια ρητορική του κάτι τέτοιο αφήνεται να εννοηθεί.
Για την οικονομία
Ερωτηθείς αν το ΔΝΤ θα είναι στο πρόγραμμα, ο πρωθυπουργός είπε ότι καθώς «έχουμε φτάσει στο τέλος και ολοκληρώσει τις μεταρρυθμίσεις, μικρή σημασία έχει αν θα είναι ή δεν θα είναι». Είπε ότι δεν έχουμε ανάγκη τη χρηματοδότηση και πρόσθεσε πως «αν έχει μια αξία είναι στις συζητήσεις, είναι στο να ρίξει το βάρος του προκειμένου να πάρουμε την καλύτερη δυνατή λύση για το χρέος».
Τόνισε ότι η αξιοπιστία της λύσης, που θα δοθεί την 21η Ιουνίου, θα κριθεί από τις αγορές και αυτές θα κάνουν τους υπολογισμούς τους και θα δουν αν αυτή η λύση θα είναι ικανή να κάνει αγοράσιμα τα ελληνικά ομόλογα και κυρίως τα δεκαετή.
Ο πρωθυπουργός σημείωσε ότι η Ιταλία βοηθά και δεν δυσχεραίνει την διαπραγμάτευση.
Ερωτηθείς σχετικά με τις συντάξεις, είπε ότι «δεν είναι της παρούσης» και πρόσθεσε ότι δεν αποτελεί προτεραιότητα για την κυβέρνηση η επαναδιαπραγμάτευση των στόχων «διότι τους πετύχαμε».
«Όποιος θεωρεί ότι μπορεί να πετύχει καλύτερη συμφωνία, να βγει να το πει», επέμεινε ο Αλ. Τσίπρας, υπογράμμισε πως τα δεδομένα μας δίνουν τη δυνατότητα το επόμενο διάστημα να έχουμε σοβαρό περιθώριο να κάνουμε ελαφρύνσεις, ενώ τόνισε ότι έχει πλήρη επίγνωση των δυσκολιών που έχει περάσει ο ελληνικός λαός.
«Αυτό που έζησε η χώρα ήταν μια περίπτωση εξαίρεσης στην οποία πράγματι χάθηκε πολύ σημαντικό μέρος της κυριαρχίας της χώρας, το οποίο θα ανακτήσουμε με την έξοδο από τα μνημόνια σε λίγο καιρό από σήμερα» τόνισε ο πρωθυπουργός και χαρακτήρισε την πιστοληπτική γραμμή στήριξης ως «μνημόνιο καμουφλαρισμένο». «Άλλο να σου κάνουν συστάσεις και άλλο να τους έχεις πάνω από το κεφάλι σου να σου κάνουν πολιτική», εξήγησε.
Όταν ρωτήθηκε αν υπάρχει κάποιος λόγος να τον κρατάει ξύπνιο τα βράδια, είπε ότι κοιμάται γιατί έχει ήσυχη τη συνείδησή του και είναι πολύ κουρασμένος.
«Δεν υπήρξε άλλος πρωθυπουργός που έπεσε τόσα άγαρμπα στα βαθιά» σημείωσε και πρόσθεσε ότι πήρε «δύσκολες αποφάσεις».
«Πολλές στιγμές είσαι μόνος σου απέναντι στις αποφάσεις που θα καθορίσουν όχι μόνο το δικό σου πολιτικό μέλλον, αλλά ολόκληρου λαού» είπε και πρόσθεσε ότι η χώρα χρειάζεται σταθερότητα και όταν βγούμε από τα μνημόνια.
«Έχω πολιτικό σχεδιασμό» είπε ο Αλ. Τσίπρας ολοκληρώνοντας την συνέντευξη, και αναφέρθηκε στις σημαντικές πρωτοβουλίες που χρειάζεται η χώρα και πρωτίστως τη συνταγματική αναθεώρηση, η οποία θα ανοίξει στη Βουλή, με την έναρξη της νέας περιόδου, όπως είπε, ενώ οι εκλογές «θα γίνουν στην ώρα τους».
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ
[dynamic-sidebar id=”post-area-diabaste”]