Επιμέλεια: Ευάγγελος Σκαναβής
Για το ζήτημα των 8 Τούρκων στρατιωτών και την πιθανότητα έκδοσης τους ο Δημήτρης Τζανακόπουλος επισημαίνει πως «υπάρχει μία απόφαση του Αρείου Πάγου, η οποία αποκλείει την έκδοση των 8 Τούρκων αξιωματικών στην Τουρκία, για λόγους που έχουν να κάνουν με τις επιφυλάξεις που εξέφρασε το ανώτατο πολιτικό δικαστήριο της χώρας σε ό,τι αφορά την τήρηση των αρχών της δίκαιης δίκης στην Τουρκία» και υπογραμμίζει: «Εμείς, όπως καταλαβαίνετε, δεσμευόμαστε πλήρως από την απόφαση του Αρείου Πάγου και επομένως το ζήτημα της έκδοσης στην Τουρκία, όπως το είπατε και εσείς στην ερώτησή σας, έχει ολοκληρωθεί. Δεν υπάρχει κανένα τέτοιο ζήτημα, δεν υπάρχει καμία τέτοια ούτε νομική δυνατότητα, ούτε προφανώς βούληση να μην δεσμευτεί η κυβέρνηση πάνω στα όσα όρισε η απόφαση του Αρείου Πάγου».
«Υπήρξε μία συζήτηση τις προηγούμενες ημέρες ότι, εντάξει, έχει αποκλειστεί η έκδοση, τι γίνεται όμως με την πιθανότητα διοικητικής απέλασης, εφόσον οι 8 δεν πάρουν τελικά άσυλο» προσέθεσε ο υπουργός Επικρατείας και σημείωσε ότι «και η διοικητική απόφαση αποκλείεται, καθώς εμμέσως πλην σαφώς μία τέτοια κίνηση εκ μέρους της ελληνικής κυβέρνησης θα παραβίαζε την απόφαση του Αρείου Πάγου, έτσι όπως εκφράστηκε στην υπόθεση περί της έκδοσης των 8 αξιωματικών».
Σε ερώτηση για το άσυλο των Τούρκων αξιωματικών είπε «εφόσον υπαχθούν σε καθεστώς προσφυγικής προστασίας, πράγμα το οποίο θα το αποφασίσει τελικά η ανεξάρτητη ελληνική Δικαιοσύνη στη βάση των αιτήσεων ασύλου τις οποίες έχουν καταθέσει θα έχουν όλα τα δικαιώματα τα οποία έχει ο οποιοσδήποτε χαρακτηρίζεται ακριβώς πρόσφυγας με βάση τη Συνθήκη της Γενεύης το 1951. Στην άλλη περίπτωση, θα βρισκόμαστε σε μία νομικά ιδιότυπη κατάσταση, όπου από τη μία μεριά δεν θα υπάρχει το καθεστώς πολιτικής προστασίας και από την άλλη μεριά όμως θα απαγορεύεται η έκδοση ή η απέλαση τους στη γειτονική χώρα, καθώς κάτι τέτοιο θα ερχόταν σε αντίθεση με τις διεθνείς δεσμεύσεις της χώρας από τις συμβάσεις που προστατεύουν τα ατομικά δικαιώματα».
Για το αίτημα ακύρωσης της απόφασης της δευτεροβάθμιας επιτροπής που κατέθεσε η κυβέρνηση και πυροδότησε πολιτική αντιπαράθεση με τη ΝΔ, ο Δημήτρης Τζανακόπουλος είπε «σε ό,τι αφορά την αντιπολίτευση, για να το κλείσουμε αυτό το θέμα, είναι ότι στο συγκεκριμένο ζήτημα, όπως και σε αρκετά άλλα, δεν ξέρει τι της γίνεται -να το πω έτσι με τον πιο απλό και ευθύ τρόπο. Νομικά αυτό που ισχυρίζεται (πρέπει να χρησιμοποιήσω τώρα μία λέξη η οποία να μην είναι και τόσο προσβλητική αλλά είναι δύσκολο με αυτά τα οποία ακούμε από την πλευρά της Νέας Δημοκρατίας), ακόμη και ένας πρωτοετής φοιτητής γνωρίζει ότι οι δευτεροβάθμιες επιτροπές προσφυγών -αν και έχουν χαρακτηριστεί ότι έχουν οιωνεί δικαιοδοτικό χαρακτήρα- αποτελούν διοικητικές αρχές οι οποίες εκδίδουν πράξεις της διοίκησης, εκτελεστές πράξεις της διοίκησης, οι οποίες προσβάλλονται με αίτηση ακύρωσης». Όσον αφορά τις επικρίσεις περί παρέμβασης της κυβέρνησης στη Δικαιοσύνη ο κυβερνητικός εκπρόσωπος αναρωτιέται «πώς είναι δυνατόν να προσπαθεί η κυβέρνηση να παρέμβει στη Δικαιοσύνη, παραπέμποντας ένα ζήτημα στη Δικαιοσύνη» και σημειώνει: «Διότι ξέρετε, για την υπόθεση αυτή θα αποφασίσει τελικά το Διοικητικό Εφετείο. Δεν θα αποφασίσει ούτε ο κ. Τσίπρας, ούτε εγώ, ούτε κάποιο κυβερνητικό όργανο. Αντιθέτως θα αποφασίσουν Έλληνες δικαστές, οι οποίοι απολαύουν της λειτουργικής και προσωπικής ανεξαρτησίας- και νομίζω ότι αυτό ήταν και το καλύτερο που θα μπορούσαμε να κάνουμε- καθώς η συγκεκριμένη απόφαση ακριβώς επειδή εγείρει ζητήματα διπλωματικά, ζητήματα διμερών σχέσεων, ζητήματα πολιτικά, ζητήματα σεβασμού δικαιωμάτων, θα έπρεπε -και αυτό θα γίνει σε τελευταία ανάλυση- να κριθεί από την ανεξάρτητη ελληνική Δικαιοσύνη».
Τέλος, για τις δηλώσεις Ερντογάν ότι ο Έλληνας πρωθυπουργός είχε δεσμευτεί για την έκδοση των 8 στρατιωτικών, ο υπουργός Επικράτειας είπε: «Ο πρωθυπουργός έχει απαντήσει αρκετές φορές σε σχέση με το συγκεκριμένο ζήτημα. Ας κάνω και εγώ όμως ένα σχόλιο. Η τοποθέτηση του πρωθυπουργού ήταν ότι εφόσον αυτό επιτρέπεται με βάση τις αρχές του κράτους δικαίου και στο βαθμό που θα τηρηθεί ο νόμος, η θέση της ελληνικής κυβέρνησης είναι ότι οι 8, εφόσον υπάρχουν ενδείξεις ότι συμμετείχαν στο πραξικόπημα, θα πρέπει να επιστραφούν. Ωστόσο, όλα αυτά πάντοτε με την επιφύλαξη της τήρησης του νόμου και των διεθνών δεσμεύσεων της χώρας. Αυτή ήταν η τοποθέτηση του πρωθυπουργού και κατά τη συνάντησή του με τον κ. Ερντογάν στην Ελλάδα».
Και με αυτή την έννοια, υπογράμμισε ο κ. Τζανακοπουλος, «νομίζω ότι το να συνεχίζεται αυτή η συζήτηση το μόνο το οποίο κάνει είναι να δημιουργεί σκιές που αφορούν τη ΝΔ, αλλά και διάφορους άλλους εθνικιστικούς κύκλους, οι οποίοι προσπαθούν να επενδύσουν πολιτικά σε ένα ζήτημα διπλωματικό, εξαιρετικά λεπτό και εξαιρετικά ευαίσθητο».
Για τις προκλήσεις της Τουρκίας τόσο στο Αιγαίο όσο και στην κυπριακή ΑΟΖ, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος σημείωσε ότι «η σχέση με την Τουρκία, είναι πάντοτε μία ιδιαίτερη σχέση, καθώς οι τουρκικές ηγεσίες πάρα πολλές φορές για λόγους που αφορούν και τις διεθνείς τους τοποθετήσεις αλλά και την εσωτερική πολιτική σκηνή της Τουρκίας, φέρονται με αλλοπρόσαλλο τρόπο». «Πολλές φορές δεν προσέχουν ιδιαιτέρως όταν μιλάνε, δεν σκέφτονται πριν ανοίξουν το στόμα τους. Θεωρούν ότι όλα επιτρέπονται στο πλαίσιο των δημοσίων δηλώσεων. Ωστόσο αυτό, επιτρέψτε μου να πω ότι δεν συμβάλει ιδιαιτέρως στην οικοδόμηση εμπιστοσύνης, για το οποίο δουλέψαμε και επιτύχαμε πολλά κατά την επίσκεψη του κ. Ερντογάν στην Ελλάδα» υπογράμμισε.
Καταλήγοντας, ο κ. Τζανακόπουλος κάλεσε την Τουρκία «αντί να δημιουργεί συνεχώς εντάσεις, είτε λεκτικές είτε πραγματικές, να βαδίσει σε ένα δρόμο διπλωματικό. Σε ένα δρόμο ακριβώς διεύρυνσης των σχέσεων εμπιστοσύνης. Σε έναν δρόμο που θα μπορούσε να φανεί για τη Τουρκία, εξαιρετικά θετικός και εξαιρετικά επωφελής, καθώς πρέπει να γνωρίζουν οι Τούρκοι φίλοι μας ότι αυτή τη στιγμή η Ελλάδα είναι μία από τις λίγες χώρες που πραγματικά στηρίζει την ευρωπαϊκή πορεία της Τουρκίας στην εμπέδωση των ευρωπαϊκών αρχών και αξιών στο εσωτερικό του τουρκικού κράτους».
Την πεποίθηση ότι έχουν δημιουργηθεί οι προϋποθέσεις εντός του 2018 να υπάρξει λύση στο ζήτημα της ονομασίας της ΠΓΔΜ, εξέφρασε ο υπουργός Επικράτειας και κυβερνητικός εκπρόσωπος.
«Πρόκειται για ένα πρόβλημα το οποίο ταλαιπωρεί την Ελλάδα αλλά και τη γειτονική χώρα εδώ και περίπου 25 χρόνια. Πλέον, νομίζω ότι εντός του 2018 έχουν διαμορφωθεί κάποιες προϋποθέσεις έτσι ώστε να είμαστε αισιόδοξοι ότι θα μπορέσουμε να βρούμε μια κοινά αποδεκτή λύση στο πλαίσιο της σύνθετης ονομασίας, καθώς και η γειτονική χώρα έχει υποχωρήσει από κάποιες ακραίες θέσεις τις οποίες είχε υιοθετήσει στο παρελθόν, και από την ελληνική πλευρά υπάρχει η βούληση, η διάθεση να προχωρήσουμε στην επίλυση του ζητήματος, καθώς δεν υπάρχει κανένας λόγος σε μία περιοχή η οποία είναι ευρύτερα αποσταθεροποιημένη, να μην αφαιρούμε όσο το δυνατόν περισσότερα προβλήματα γίνεται» δήλωσε ο κ. Τζανακόπουλος και σημείωσε: «Η εκτίμηση μου είναι ότι πράγματι υπάρχει ένα παράθυρο ευκαιρίας εντός του 2018 και ο δικός μας σκοπός είναι και στο εσωτερικό της χώρας μας να οικοδομήσουμε την ευρύτερη δυνατή συναίνεση, για να μπορέσουμε να προχωρήσουμε στην επίλυση του συγκεκριμένου προβλήματος».
Σχολιάζοντας τη στάση της ΝΔ απέναντι στο ζήτημα, τόνισε ότι «στόχος της ελληνικής κυβέρνησης είναι να οικοδομηθεί η μεγαλύτερη δυνατή συναίνεση, καθώς ξέρετε πως στα εθνικά ζητήματα δεν υπάρχει λόγος να πορεύεται κανείς με όρους κυβερνητικής αυτάρκειας. Είναι εξαιρετικά σύνθετο, εξαιρετικά λεπτό, εξαιρετικά πολύπλοκο θέμα. Κατά τη γνώμη μου ο βασικότερος όρος για να μπορέσουμε να το επιλύσουμε είναι ακριβώς να οικοδομηθεί η ευρύτερη, δυνατή συναίνεση εντός του πολιτικού συστήματος».
Πάντως, ο υπουργός Επικράτειας κάλεσε την αξιωματική αντιπολίτευση να πάρει σαφή θέση, υπογραμμίζοντας χαρακτηριστικά πως «σε ό,τι αφορά την αξιωματική αντιπολίτευση πρέπει να κάνω δύο σχόλια: Το πρώτο, η μονοκομματική κυβέρνηση της ΝΔ το 1992 προσήλθε στο τότε Συμβούλιο των πολιτικών αρχηγών υπό τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, με δύο εισηγήσεις. Μία εισήγηση του υπουργού Εξωτερικών, τότε, του κ. Σαμαρά, και μία εισήγηση του πρωθυπουργού, του κ. Μητσοτάκη. Έτσι λοιπόν, είναι μάλλον ειρωνικό να κατηγορεί τη σημερινή δικομματική κυβέρνηση, για διγλωσσία σε σχέση με το συγκεκριμένη ζήτημα. Και θα έπρεπε να είναι πιο προσεκτική ακριβώς γιατί το ζήτημα της ονομασίας ήταν ένα θέμα το οποίο τη δίχασε πάρα πολύ βαθιά. Και σήμερα δεν θα πρέπει να εκμεταλλεύεται ή να αξιοποιεί τις διαφορετικές πολιτικές απόψεις -που εύλογα και θεμιτά, κατά τη γνώμη μου, εκφράζονται- έτσι ώστε να υπονομεύσει την πιθανότητα μιας λύσης. Υπεύθυνη, λοιπόν, στάση, όχι υπονόμευση, και σοβαρότητα για ένα εθνικό ζήτημα για το οποίο έχουμε τη δυνατότητα και έχουμε τις πολιτικές προϋποθέσεις να το επιλύσουμε εντός του 2018».
Σε ερώτηση για τη στάση του υπουργού Εθνικής Άμυνας, ο κ. Τζανακόπουλος είπε «η τοποθέτηση του κ. Καμμένου σε καμία περίπτωση δεν αποκλείει την εξεύρεση μίας λύσης, καθώς τήρησε μια πολύ υπεύθυνη στάση, λέγοντας το εξής: ότι παρά το γεγονός ότι έχει τις επιφυλάξεις του σε ό,τι αφορά το συγκεκριμένο, δεν έχει τη διάθεση να πυροδοτήσει μία κυβερνητική πολιτική κρίση, αλλά αντιθέτως θέτει ως όρο, ακριβώς αυτό που σας έλεγα εγώ προηγουμένως, την ευρύτερη δυνατή συναίνεση στο πλαίσιο του πολιτικού συστήματος. Εφόσον αυτή βρεθεί, ο κ. Καμμένος είπε ότι δεν θα φέρει αντίρρηση σε ό,τι αφορά την επίλυση του ζητήματος».
Ερωτηθείς για την πιθανότητα σύγκλησης των πολιτικών αρχηγών, ο υπουργός Επικράτειας σημείωσε πως αυτό το οποίο προέχει είναι όλες οι πολιτικές δυνάμεις να τοποθετηθούν με ευθύτητα σε σχέση με την πολιτική τους θέση επί του συγκεκριμένου.
Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος επανέλαβε το ερώτημα του προς τη ΝΔ, με ποια θέση προσέρχεται σε αυτή την προσπάθεια για την επίλυση του ζητήματος. «Δεν έχει επιβεβαιώσει ο κ. Μητσοτάκης το αν και κατά πόσο αποδέχεται την κυβερνητική γραμμή, έτσι όπως εκείνη είχε διαμορφωθεί το 2007, επί κυβερνήσεως Καραμανλή. Δηλαδή για τη λύση του ζητήματος με σύνθετη ονομασία, η οποία θα ισχύει έναντι όλων. Αυτή είναι αυτή τη στιγμή η εθνική θέση, και νομίζω ότι αυτό το οποίο προέχει αυτή τη στιγμή είναι η τοποθέτηση όλων των πολιτικών δυνάμεων σε σχέση με τη συμφωνία ή τη μη συμφωνία με αυτή την εθνική γραμμή- και από εκεί και πέρα τα τεχνικά και τυπικά βήματα για να μπορέσει να διαμορφωθεί αυτό ακριβώς στο πεδίο της συναίνεσης, θα τα αποφασίσουμε και θα τα ανακοινώσουμε εν ενθέτω χρόνω» υπογράμμισε.
Για τις κόκκινες γραμμές της ελληνικής κυβέρνησης στη διαπραγμάτευση ο κ. Τζανακόπουλος δήλωσε: «Είναι η γνωστή τοποθέτηση του 2007. Η ελληνική κυβέρνηση θα προσέλθει, όπως όλο αυτό το διάστημα, στη διαπραγμάτευση ακριβώς με αυτή την πολιτική θέση, δηλαδή σύνθετη ονομασία με γεωγραφική προέλευση και ισχύς της ονομασίας έναντι όλων. Από εκεί και πέρα υπάρχουν και άλλα ζητήματα τα οποία θα πρέπει να συζητηθούν». Προσέθεσε πάντως πως οι δηλώσεις των δυο πρωθυπουργών, Ελλάδας και ΠΓΔΜ, αναφέρουν με σαφήνεια ότι μπορούν να δημιουργηθούν οι πολιτικές προϋποθέσεις και υπάρχει και η κοινή βούληση για να βρούμε μία κοινά αποδεκτή λύση.