Μιλά για το Προσχέδιο του Προϋπολογισμού, για την τρίτη αξιολόγηση, αλλά και για την επιδίωξη της Ν.Δ. να επιτύχει «καλύτερη συμφωνία» με τους εταίρους στη βάση μιας νέας «ρήτρας ανάπτυξης και μεταρρυθμίσεων». Αναφέρεται, εξάλλου, σε «γάμο συμφέροντος ορισμένων αξιωματούχων εκ των πιστωτών μας με την κυβέρνηση Τσίπρα», που θα λήξει «όταν θα έχει κάνει όλα όσα η προηγούμενη κυβέρνηση απέρριπτε, δηλαδή, το αργότερο, 01.01.2019».
Κύριε Πέτσα, ποια είναι η άποψή σας για το Προσχέδιο του Προϋπολογισμού;
Το Προσχέδιο θα αλλάξει ριζικά σε περίπου ένα μήνα όταν θα κατατεθεί το Σχέδιο Κρατικού Προϋπολογισμού 2018. Επομένως, η αξία του περιορίζεται σε δύο σημεία.
Πρώτον, καταδεικνύει την κυβερνητική αποτυχία το 2017, καθώς ο ρυθμός ανάπτυξης ψαλιδίστηκε κατά το 1/3 και τώρα προβλέπεται στο 1,8% για το 2017, αντί για 2,7%. Η ιδιωτική κατανάλωση προβλέπεται στο 1,1%, δηλαδή 39% μικρότερη από την αρχική εκτίμηση για αύξηση κατά 1,8%. Οι επενδύσεις προσγειώθηκαν στο 4,3%, δηλαδή 53% χαμηλότερα της αρχικής πρόβλεψης για 9,1%.
Δεύτερον, η κυβερνητική πολιτική συρρίκνωσε το εισόδημα όλων των Ελλήνων! Με μια απλή σύγκριση των προβλέψεων του ΜΠΔΣ 2015-2018 (Μάιος 2014) με αυτές του Προσχεδίου (Οκτώβριος 2017), το ΑΕΠ το 2018 θα είναι 30 δισ. ευρώ χαμηλότερο απ’ ό,τι όλοι προέβλεπαν το 2014. Δηλαδή, 7.250 ευρώ χαμένα για κάθε νοικοκυριό!
Ακούγοντας τα μηνύματα που εκπέμπει ο πρωθυπουργός, εκτιμάτε ότι μπορεί να ολοκληρωθεί η τρίτη αξιολόγηση έως το τέλος του έτους; Τι θα σημαίνει ενδεχόμενη νέα καθυστέρηση;
Η γ’ αξιολόγηση έπρεπε να κλείσει τον Οκτώβριο. Δυστυχώς, τώρα μετατίθεται για τέλος του έτους. Ομως, δεν έχουμε δει καμία πρόοδο στα περισσότερα από τα «αγκάθια» της γ’ αξιολόγησης (δημοσιονομικό κενό το 2018, «κόκκινα» δάνεια, τήρηση της οροφής των προσλήψεων των συμβασιούχων, περιορισμός των συνδικαλιστικών προνομίων, θέσπιση του κανόνα «50% + 1» για την προκήρυξη απεργίας), αντίθετα έχουμε δει οπισθοδρόμηση σε κάποια από αυτά (αξιολόγηση-κινητικότητα στο Δημόσιο, αποκρατικοποιήσεις). Επομένως, η αξιολόγηση, αντί να προχωρήσει γρήγορα, μπορεί να ακολουθήσει την πεπατημένη των προηγούμενων δύο: ατέρμονες συζητήσεις, κυβερνητικές σπόντες για διαφωνίες μεταξύ των δανειστών, δήθεν κόκκινες κυβερνητικές γραμμές, ρητορικές επιθέσεις στους «κακούς δανειστές» και τελικά άτακτη υποχώρηση, αφού όμως μετά από μήνες καθυστερήσεων και αβεβαιότητας έχει πολλαπλασιαστεί το κόστος στην οικονομία και στους Ελληνες.
Για να υλοποιηθεί στο σύνολό του το σχέδιο της Ν.Δ. για μείωση φόρων πρέπει να υπάρξει νέα συμφωνία με τους δανειστές. Τι είδους μεταρρυθμίσεις είναι αυτές που θα τους προτείνετε για να τους πείσετε να αποδεχτούν μείωση πρωτογενών πλεονασμάτων μετά το 2018;
Οπως προτείνουμε μια νέα συμφωνία αλήθειας με την κοινωνία, έτσι προτείνουμε και μία καλύτερη συμφωνία με τους εταίρους μας. Αυτή βασίζεται σε μια νέα «ρήτρα ανάπτυξης και μεταρρυθμίσεων». Η λογική είναι ότι η ελληνική κυβέρνηση δεσμεύεται σε συγκεκριμένες μεταρρυθμίσεις, τις οποίες προτείνει και εφαρμόζει η ίδια με προσήλωση. Με έμφαση στη μεταρρύθμιση του κράτους. Και όσο αυτές υλοποιούνται τόσο μειώνονται οι στόχοι του πρωτογενούς πλεονάσματος στο 2% του ΑΕΠ. Η πρότασή μας δεν είναι «αλά καρτ». Είναι συνολική. Συνδυάζει την οικονομική αποτελεσματικότητα με την κοινωνική δικαιοσύνη για να μη μείνει κανένας πίσω. Η αλλαγή του μίγματος πολιτικής, με έμφαση στη μείωση των φόρων και των δαπανών, σε συνδυασμό με ένα εθνικό σχέδιο μεταρρυθμίσεων (π.χ. απλούστευση και επιτάχυνση αδειοδοτήσεων, ξεκάθαρο χωροταξικό με τέσσερις χρήσεις γης, σύνορα και όχι γραμμές στο χάρτη, Συμπράξεις Δημόσιου και Ιδιωτικού Τομέα, προώθηση ηλεκτρονικών συναλλαγών, επιτάχυνση στην απονομή δικαιοσύνης, Παιδεία αναπτυγμένου και όχι τριτοκοσμικού κράτους), του οποίου έχουμε την ιδιοκτησία, φέρνει ισχυρότερη ανάπτυξη και μεγαλύτερη απασχόληση. Από την ισχυρότερη ανάπτυξη θα αυτοχρηματοδοτούνται τα περισσότερο ρεαλιστικά πρωτογενή πλεονάσματα, όχι από αέναα μέτρα λιτότητας.
Μητσοτάκης στο υπουργικό: Δεν έχουμε την πολυτέλεια του εφησυχασμού
Ο κ. Μητσοτάκης είπε στη ΔΕΘ ότι στα τρία πρώτα της επόμενης κυβέρνησης θα περιλαμβάνεται και η φορολογική μεταρρύθμιση, ενώ μιλήσατε και για «δραστική απλοποίηση της φορολογικής νομοθεσίας». Τι σκοπεύετε να κάνετε στην κατεύθυνση αυτή;
Η πρότασή μας συμπεριλαμβάνει μειώσεις φόρων, όπως του ΕΝΦΙΑ κατά 30%, του φόρου στα επιχειρηματικά κέρδη από το 29% στο 20% και στα μερίσματα από το 15% στο 5%, την κατάργηση του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης στο κρασί, την αύξηση του ορίου υπαγωγής ΦΠΑ στις 25.000 ευρώ, τη μείωση των φορολογικών συντελεστών στα φυσικά πρόσωπα με εισαγωγικό συντελεστή 9%, τη μείωση του ΦΠΑ, με καθιέρωση δύο συντελεστών 11% και 22%, τη μείωση στο μισό του ειδικού τέλους της ΕΡΤ. Πέρα από τις μειώσεις φόρων, ενισχύουμε με στοχευμένα φορολογικά κίνητρα τις νέες επενδύσεις, με «υπεραποσβέσεις» μέχρι 200% στις νέες επενδύσεις παγίων, διπλασιασμό της περιόδου συμψηφισμού ζημιών με μελλοντικά κέρδη, μείωση του φορολογικού συντελεστή επιπλέον 2%, όταν επιχειρήσεις που απασχολούν τουλάχιστον 50 εργαζομένους αυξάνουν τις θέσεις εργασίας κατά 10% και πάνω, στήριξη στις νεοφυείς και καινοτόμους επιχειρήσεις. Οσον αφορά στην απλοποίηση της φορολογικής νομοθεσίας, ενδεικτικά, ο Κώδικας Φορολογίας Εισοδήματος, μετά τις πολλές τροποποιήσεις που γνώρισε τα τελευταία χρόνια, στη δική μας πρόταση μειώνεται κατά περίπου 1/3 και λύνονται ερμηνευτικά προβλήματα υιοθετώντας τη νομολογία των ανώτατων δικαστηρίων, ώστε να απλουστεύονται υπουργικές αποφάσεις και εγκύκλιοι.
Προσωπικά, βλέπετε εκλογές μέσα στο 2018; Και αν ναι, πιστεύετε ότι η πορεία της οικονομίας θα επηρεάσει καθοριστικά προς μία τέτοια κατεύθυνση;
Δεν βλέπω εκλογές το 2019, γιατί η εφαρμογή των μέτρων μείωσης συντάξεων και αφορολόγητου ορίου ύψους 5,1 δισ. ευρώ, που ψήφισε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝ.ΕΛ., θα εξαερώσει τα εκλογικά ποσοστά της κυβέρνησης. Μόλις θα φανεί ότι προχωράμε σε εκλογές εντός του 2018 η οικονομία θα αρχίσει να ανακάμπτει ταχύτερα. Γιατί όλοι, Ελληνες και αλλοδαποί επενδυτές, προεξοφλούν ότι η επόμενη κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη θα είναι μια προοδευτική, μεταρρυθμιστική κυβέρνηση, φιλικότερη στην επιχειρηματικότητα και με ρεαλιστικό σχέδιο για τη χώρα. Και θα προσπαθήσουν να τοποθετηθούν έγκαιρα στην ελληνική οικονομία ωθώντας την προς τα πάνω. Η δε αποκατάσταση της εμπιστοσύνης και η αλλαγή του μίγματος πολιτικής θα φέρουν ισχυρή, βιώσιμη ανάπτυξη και τα επόμενα χρόνια.
Πώς είδατε όλες αυτές τις εξελίξεις το τελευταίο διάστημα σε σχέση με την επένδυση στο Ελληνικό;
Αν σκοπός της σύνθεσης του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου (ΚΑΣ) είναι να εξασφαλίζει μια επιφυλακτική, για να είμαι ήπιος, στάση έναντι των επενδύσεων, έχουμε τα αποτελέσματα που είδαμε στο Ελληνικό. Καθυστερήσεις, αναβολές και μαραθώνιες συνεδριάσεις που θέτουν σε αμφισβήτηση επενδυτικά σχέδια που έχουν εγκριθεί από τη Βουλή των Ελλήνων. Ετσι, το σήμα που στέλνουμε στους επενδυτές είναι ότι μόνιμα υπάρχουν αβεβαιότητα, αναξιοπιστία, αλλαγή των κανόνων του παιχνιδιού στη διάρκεια του αγώνα, αδύναμοι θεσμοί και μια Πολιτεία ανίκανη να τηρήσει τις δεσμεύσεις της.
Ο κ. Ντάισελμπλουμ τοποθετήθηκε, πάντως, κατά των εκλογών πριν από το 2019. Πώς εξηγείτε τελικά ότι υπάρχουν Ευρωπαίοι αξιωματούχοι που μιλούν θετικά για τις προσπάθειές της κυβέρνησης;
Το πότε γίνονται εκλογές στην πατρίδα μας το προβλέπει το Σύνταγμά μας. Δεν πέφτει λόγος σε κανέναν άλλο. Ο δε «γάμος» ορισμένων αξιωματούχων εκ των πιστωτών μας με την κυβέρνηση Τσίπρα δεν βασίζεται στον έρωτα, αλλά στο προξενιό. Οι δανειστές αντιλαμβάνονται ότι ο κ. Τσίπρας ενδιαφέρεται μόνο για να διατηρήσει την καρέκλα του, επομένως φροντίζουν να μην τρίζει, με αντάλλαγμα την υλοποίηση όλων όσων εκείνοι επιθυμούν αλλά η προηγούμενη κυβέρνηση απέρριπτε (π.χ. κατάργηση ΕΚΑΣ, κατάργηση έκπτωσης ΦΠΑ στα νησιά, αιώνιο Υπερταμείο με υπαγωγή της δημόσιας περιουσίας στον έλεγχο των δανειστών, μονιμοποίηση της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης, πετσόκομμα συντάξεων και αφορολογήτου με δυσθεώρητους φορολογικούς συντελεστές). Και αυτός ο «γάμος συμφέροντος» λήγει όταν ο κ. Τσίπρας θα τα έχει κάνει όλα. Δηλαδή, το αργότερο, 01.01.2019.
Οι γερμανικές εκλογές και η αποχώρηση Σόιμπλε από το υπουργείο Οικονομικών εκτιμάτε ότι μπορεί να επιφέρουν ουσιαστικές αλλαγές στη στάση της Γερμανίας έναντι της Ελλάδας;
Ναι και όχι. Ναι, όσον αφορά στη σκλήρυνση της στάσης της για την εκταμίευση επόμενων δόσεων από το Πρόγραμμα. Οχι, όσον αφορά στη στάση της στην οριστική διευθέτηση του χρέους.
ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΧΟΝΔΡΟΠΟΥΛΟΣ
achondropoulos@e–typos.com
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου της Κυριακής