Παρότι σήμερα αναμένεται η εξειδίκευση των μέτρων, πηγές σημείωναν χθες ότι οι επιδοτήσεις εξετάζεται να μπουν κατά κύριο λόγο σε όσους καταναλωτές έχουν επιλέξει το «πράσινο» τιμολόγιο, καθώς οι εκτιμήσεις δείχνουν ότι θα υπάρξουν μεγάλες αυξήσεις για τον Αύγουστο. Σημειώνεται ότι η χρέωση της κιλοβατώρας στα «πράσινα» τιμολόγια διαμορφώνεται με βάση σταθερές και μεταβλητές τιμές και επηρεάζεται από τις χρηματιστηριακές διακυμάνσεις αγοράς του ρεύματος, αντίθετα δηλαδή από το «μπλε» τιμολόγιο, που έχει σταθερή χρέωση της κιλοβατώρας για όλο το χρόνο της σύμβασης και δεν επηρεάζεται από τις χρηματιστηριακές διακυμάνσεις αγοράς του ρεύματος.
Ετσι, η σταθερά ανοδική πορεία της ενέργειας στη χονδρεμπορική αγορά δημιουργεί την ανησυχία ότι η τιμή του «πράσινου» τιμολογίου που θα ανακοινωθεί την 1η Αυγούστου θα είναι υψηλότερη και θα απαιτηθεί η στήριξη μέσω επιδοτήσεων. Για να μπορέσει να χρηματοδοτήσει επιδοτήσεις το ΥΠΕΝ, όμως, χρειάζεται ένα «μέσο» για να αντλήσει χρήματα, το οποίο πιθανά να γίνει από τη φορολόγηση υπερ-εσόδων που εξετάζει.
Η σκέψη είναι η φορολόγηση υπερ-εσόδων να βασιστεί σε μια μεθοδολογία που θα καθορίζει το κόστος μαζί με ένα εύλογο κέρδος 10%, όπως συνέβαινε με το μηχανισμό πλαφόν που λειτουργούσε το 2022. Ετσι, θα μπορεί να περιορίζει τη δυνατότητα υπερκερδών των παραγωγών ενέργειας από τις υψηλές προσφορές, αλλά και παράλληλα να εξασφαλίζει έσοδα για να μπορεί να δώσει επιδοτήσεις αν οι τιμές ενέργειας αποτυπωθούν, τελικά, και στα τιμολόγια ρεύματος. Διευκρινίζεται ότι μια τέτοια παρέμβαση απαιτεί το «πράσινο φως» από την Κομισιόν, ωστόσο πηγές αναφέρουν ότι θα μπορούσε να προχωρήσει άμεσα και σε δεύτερο χρόνο να ληφθεί η έγκριση της Κομισιόν.
Υπενθυμίζεται ότι την τελευταία φορά που είχαν φορολογηθεί τα υπερκέρδη των ηλεκτροπαραγωγών ήταν το 2022, αφορούσαν το πρώτο 6μηνο του 2022 (Οκτώβριος 2021 – Ιούνιος του 2022), με τον έκτακτο φόρο να διαμορφώνεται τελικά στα 373,55 εκατ. ευρώ.
Στόχος του ΥΠΕΝ είναι η φορολόγηση υπερ-εσόδων να γίνει για διάστημα από την 1η Ιουλίου μέχρι και τις 30 Σεπτεμβρίου, δηλαδή την περίοδο της αυξημένης ζήτησης ενέργειας. Λόγω των υψηλών θερμοκρασιών παρουσιάζεται μεγάλη ζήτηση και εμφανίζονται αιχμές με ανώτατες τιμές στο χρηματιστήριο ενέργειας, ακόμη και στα 500-700 ευρώ/ MW.
Πάντως, οι ίδιες πηγές διευκρινίζουν ότι τα όποια μέτρα στήριξης αναλάβει τελικά η κυβέρνηση για να εξομαλυνθούν οι επιπτώσεις από την άνοδο των τιμών του ρεύματος δεν θα είναι οριζόντια και θα δοθούν με συγκεκριμένα κριτήρια και με έμφαση στα ευάλωτα νοικοκυριά.
Πού οφείλεται το νέο ράλι των τιμών
Πέρα από τις συνθήκες που κάθε καλοκαίρι δημιουργούν αυξημένη ζήτηση, ιδιαίτερα επιβαρυντικός παράγοντας στη δεδομένη συγκυρία είναι η μειωμένη μεταφορική ικανότητα σε μία σειρά ηλεκτρικών διασυνδέσεων στην κεντρική και νότια Ευρώπη (Σερβία-Ουγγαρία και Βουλγαρία-Ρουμανία), σε συνδυασμό με την αυξημένη ζήτηση των αντίστοιχων αγορών, λόγω των υψηλών θερμοκρασιών.
Ειδικότερα, το πρόβλημα των αυξημένων τιμών ενέργειας που αντιμετωπίζει η Ελλάδα προέρχεται κατά κύριο λόγο από την ευρύτερη περιοχή των Βαλκανίων. Και αυτό επειδή τη στιγμή που κορυφώνεται η ζήτηση ενέργειας στην περιοχή των Βαλκανίων λόγω του καύσωνα, προβλήματα στις διασυνδέσεις μειώνουν τη διαθέσιμη ενέργεια. Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι η αύξηση στην τιμή ενέργειας οφείλεται τόσο στη συγκυρία όσο και στις υψηλές προσφορές στην ελληνική αγορά. Την ίδια ώρα, η ΡΑΕΕΥ διενεργεί ήδη έρευνα για τις αυξήσεις των τιμών στο ηλεκτρικό ρεύμα, προκειμένου να διαπιστώσει σε τι οφείλονται οι ακραίες διακυμάνσεις των τιμών χονδρικής.