Προς το παρόν όλοι κρατούν κλειστά τα χαρτιά τους. Αρμόδιες πηγές του ΥΠΕΘΟ τόνιζαν ότι οι όποιες επιπτώσεις θα εξαρτηθούν από τη διάρκεια της έντασης και κυρίως από την κλιμάκωση στην περιοχή. Ωστόσο, σε αυτή τη φάση δεν θα γίνουν νέες προβλέψεις αφού η κρίση έχει διάρκεια περίπου 3 εβδομάδων και δεν μπορούν να εξαχθούν από τώρα σαφή συμπεράσματα.
Ωστόσο η αβεβαιότητα που έχει δημιουργήσει η επικείμενη απευθείας σύγκρουση του Ισραήλ με τη Χαμάς έχει ήδη αποτυπωθεί στις τιμές της ενέργειας. Λόγω των εν εξελίξει διαπραγματεύσεων η τιμή του brent, της ποικιλίας πετρελαίου που καταναλώνει και η Ελλάδα, έχει αυξηθεί τις τελευταίες ημέρες πάνω από τα 90 δολάρια από 80 δολάρια που ήταν ένα μήνα νωρίτερα. Το κυριότερο είναι ότι παρότι η τιμή έχει αυξηθεί σε μέσα επίπεδα, παρουσιάζει μεγάλη νευρικότητα ακολουθώντας τις εξελίξεις.
Σε παράλληλη πορεία με το πετρέλαιο βρίσκεται και το φυσικό αέριο η τιμή του οποίου έχει αυξηθεί επίσης τον τελευταίο μήνα σε 50 ευρώ ανά θερμική μεγαβατώρα από 40 δολάρια στις αρχές Σεπτεμβρίου.
Η Ελλάδα πλήρωσε πολύ υψηλό πληθωρισμό καυσίμων το 2022 λόγω της υψηλής εξάρτησης της οικονομίας από τα ορυκτά καύσιμα. Η Ελλάδα συνεχίζει να έχει εξάρτηση πάνω από 40% από το πετρέλαιο ενώ το φυσικό αέριο είναι το βασικό καύσιμο για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας. Για τον λόγο αυτό άλλωστε η τιμή της μεγαβατώρας στη χονδρική είναι συνδεδεμένη άμεσα με την τιμή του φυσικού αερίου.
Οι πρώτες επιπτώσεις
Τρανή απόδειξη αποτελεί το γεγονός ότι με την αύξηση της τιμής του φυσικού αερίου οι παραγωγοί ηλεκτρικού ρεύματος ανακοίνωσαν για τον Νοέμβριο αυξήσεις στη χονδρική τιμή της μεγαβατώρας από 10% έως και 40%, με την τιμή της μεγαβατώρας να ξεπερνά ξανά τα 100 ευρώ για πρώτη φορά μετά τον Νοέμβριο του 2022. Οι εκτιμήσεις από Ε.Ε. και ΥΠΕΘΟ είναι ότι οι τιμές ενέργειας θα είναι αυξημένες από 10 έως 20% όσο διαρκεί η αναταραχή.
Από την άλλη η αύξηση της τιμής του αργού πετρελαίου θα περάσει ξανά στα υγρά καύσιμα, ενώ αν έχει διάρκεια ή περαιτέρω άνοδο, θα δημιουργήσει σπιράλ ανατιμήσεων σε όλα τα προϊόντα και υπηρεσίες, καθώς θα αυξήσει το κόστος παραγωγής αγαθών και το κόστος μεταφοράς τους αναζωπυρώνοντας έντονες πληθωριστικές πιέσεις.
Η δεύτερη πηγή πληθωριστικών πιέσεων θα είναι ο επίσης κρίσιμος τομέας των τροφίμων, οι τιμές των οποίων συνεχίζουν να αυξάνονται με μέσο ρυθμό κοντά στο 10% (9,4% για την Ελλάδα τον Σεπτέμβριο λόγω της κλιματικής αλλαγής που κατάστρεψε μέρος της παραγωγής, τα προβλήματα της εφοδιαστικής αλυσίδας και πλέον τις αυξήσεις των τιμών της ενέργειας).
Πρόσθετη δυσκολία οι απροσδόκητες εξελίξεις οι οποίες απειλούν να βάλουν ξανά φωτιά στις τιμές της ενέργειας και το γεγονός ότι θα εξελιχθούν μετά τις 10 διαδοχικές αυξήσεις επιτοκίων της ΕΚΤ που έφτασαν το βασικό επιτόκιο αποδοχής καταθέσεων από το -0,5 στο 4%.
Τα μέτρα στήριξης
Η ευρωζώνη θα έπρεπε να επανεξετάσει τη θέση της για να μέτρα στήριξης ανεξάρτητα από τη συμφωνία που αναμένεται να υπάρξει έως το τέλος του χρόνου για τους νέους δημοσιονομικούς κανόνες. Σε ακραίες συνθήκες θα πρέπει να εξεταστεί το ενδεχόμενο νέας κατάστασης έκτακτης ανάγκης, όπως έγινε τον Φεβρουάριο του 2022 ή και με τον κορονοϊό, ενεργοποιώντας ξανά τη ρήτρα συνολικής διαφυγής και για το 2024 ώστε τα μέλη να μπορούν να στηρίζουν τις οικονομίες τους.
Στο ενδεχόμενο μιας ενδιάμεσης κατάστασης με μεγάλες αυξήσεις στις τιμές ενέργειας η Ελλάδα θα πρέπει να αξιοποιήσει την υπεραπόδοση της οικονομίας για τη στήριξη και των οικονομικά αδυνάτων. Σε πρώτη φάση ετοιμάζει την παράταση υφιστάμενων μέτρων στήριξης (market pass) και ήδη γνωστών επιδομάτων για τους οικονομικά ασθενέστερους για τη στήριξη της οικονομίας με κόστος περίπου 400-500 εκατ. ευρώ.
Παράλληλα το επίδομα θέρμανσης θα περιλάβει φέτος και αυτούς που θα ζεσταθούν με ηλεκτρικό ρεύμα. Οσους δηλαδή θα θερμάνουν τα σπίτια τους με τη χρήση κλιματιστικών και κάθε μορφής ηλεκτρικών σωμάτων. To μέτρο έχει ως στόχο να δοθεί μια τελευταία ενίσχυση στα τιμολόγια του ηλεκτρικού ρεύματος πριν οι επιδοτήσεις περιοριστούν μόνο στους οικονομικά ασθενέστερους μέσω του κοινωνικού τιμολογίου.
Το 2024 και ανάλογα με την ένταση της κρίσης θα πρέπει να σχεδιάσει ένα νέο πλάνο για μέτρα που θα κληθούν να απορροφήσουν ένα μέρος του σπιράλ των αυξήσεων.
Τα σενάρια του… ενεργειακού τρόμου
Ανεξάρτητα από τις εξελίξεις σε πραγματικό χρόνο στη Μέση Ανατολή τα σενάρια διαδέχονται το ένα το άλλο, ακόμη και αν δεν έχουμε την κλιμάκωση που περιμέναμε από τις πρώτες ημέρες της σύρραξης. Σε κάθε περίπτωση ακόμη και στο πιο ομαλό σενάριο με λήξη του συναγερμού που έχει σημάνει στο Ισραήλ χωρίς γενικότερη ανάφλεξη, οι τιμές της ενέργειας θα ενσωματώσουν τη γενικότερη αβεβαιότητα που θα προκαλεί η ένταση στην περιοχή. Για την Ελλάδα το καλύτερο και το χειρότερο σενάριο θα είναι ανάλογα με αυτά που ζήσαμε το 2022 μετά την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία.
Το πιο ήπιο σενάριο για την Ελλάδα είναι αυτό που θα έχει βάση μια ένταση στην περιοχή της Μέσης Ανατολής μέχρι τα μέσα του 2024 χωρίς περαιτέρω κλιμάκωση αλλά με διαδηλώσεις ή ακόμη και τρομοκρατικά χτυπήματα σε δυτικές πόλεις. Κάτι τέτοιο συντηρούσε την τιμή του πετρελαίου κοντά τα 100 δολάρια το βαρέλι και την τιμή του φυσικού αερίου κοντά στα 80-90 ευρώ τη μεγαβαρώρα με το ευρωπαϊκό πλαφόν ανώτερης τιμής στα 180 ευρώ να έχει πάρει παράταση 1 έτους. Σε αυτήν την περίπτωση η πρόβλεψη για τον πληθωρισμό του 2023 θα ήταν από 2,4% στο 4,8%-5% ενώ το ΑΕΠ θα έχανε περίπου 1% σε ετήσια βάση λόγω της κρίσης.
Το δεύτερο σενάριο προβλέπει μερική κλιμάκωση του πολέμου με πόλεμο δι’ αντιπροσώπων. Δηλαδή η ένταση να κλιμακωθεί όχι με την εμπλοκή χωρών αλλά την εμπλοκή ομάδων φανατικών ισλαμιστών από Λίβανο, Συρία και Ιορδανία. Σε αυτή την περίπτωση εκτιμάται από ειδικούς αναλυτές ότι θα είχαμε πετρέλαιο στα 120 έως 130 δολάρια το βαρέλι και φυσικό αέριο μέχρι και 120 ευρώ τη μεγαβατώρα. Στην περίπτωση αυτή ο πληθωρισμός το 2024 θα ήταν κοντά στο 6% σε ετήσια βάση ενώ το ΑΕΠ θα έχανε περίπου 1,5% αν η κρίση ήταν μόνο στις τιμές της ενέργειας.
Το τρίτο σενάριο προβλέπει την κλιμάκωση της έντασης στην περιοχή με τη συμμετοχή του Ιράν, του Λιβάνου, αλλά της Συρίας και άλλων χωρών του Περσικού Κόλπου, που θα αποτελούσαν αιτία εμπλοκής και δυτικών δυνάμεων, με πρώτες της ΗΠΑ. Επειδή σε μια τέτοια κατάσταση θα εμπλεκόταν και η Ρωσία που διατηρεί συμφέροντα και βάσεις στη Συρία, και η Κίνα, που θα έβλεπε το άνοιγμα προς τη Δύση να απειλείται, και η Τουρκία, που έχει ταχθεί υπέρ των Παλαιστινίων, τα πράγματα θα ήταν ανεξέλεγκτα. Οι αγορές θα αποτιμούσαν τεράστιο κίνδυνο για την ενεργειακή επάρκεια της Δύσης. Σε αυτό το καταστροφικό σενάριο θα είχαμε μια παγκόσμια ύφεση. Στην Ελλάδα θα βλέπαμε το πετρέλαιο να ξεπερνά τα 200 δολάρια το βαρέλι και το φυσικό αέριο τα 200 ευρώ τη μεγαβατώρα, ακόμη και με το ευρωπαϊκό πλαφόν σε ισχύ. Σε αυτή την περίπτωση θα βλέπαμε ξανά τον πληθωρισμό πάνω από 10%, ενώ το ΑΕΠ θα αποκτούσε αρνητικό πρόσημο, με την ύφεση να εξαρτάται από τη διάρκεια της κρίσης αυξήσεων που θα προκαλέσει η δεύτερη φάση της ενεργειακής κρίσης. Σε ακραίες συνθήκες δεν αποκλείεται να έχουμε και νέες κεντρικές ενισχύσεις από την Ε.Ε. ώστε να μην έχουμε κατάρρευση του οικονομικού ιστού και απότομη αύξηση της ανεργίας.
Στο τραπέζι μοιραία θα επανέλθει η επιδότηση των τιμολογίων του ρεύματος με ό,τι αυτό μπορεί να σημαίνει για τις αντοχές του προϋπολογισμού και φυσικά τους δημοσιονομικούς στόχους για τον επόμενο χρόνο αλλά και ειδικές ενισχύσεις για τις επιχειρήσεις και ειδικά τις περισσότερο ενεργοβόρες.