Η πρώτη εφαρμογή έρχεται με το μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό και διαρθρωτικό σχέδιο 2025-2028 που έχει ολοκληρώσει και πρόκειται να στείλει τις επόμενες μέρες στις Βρυξέλλες το υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών. Στις εξηγήσεις που δίνουν αρμόδια στελέχη του ΥΠΕΘΟ σχετικά με τη λειτουργία του Μεσοπρόθεσμου προκύπτουν τα εξής.
Πλέον η Ελλάδα δεν θα έχει στόχο να πετυχαίνει υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα, τα οποία είχαν αναχθεί σε βασικό κριτήριο αξιολόγησης της κάθε χώρας και άρα και της Ελλάδας. Η ανάγκη για πρωτογενή πλεονάσματα υπάρχει μόνο για τις υπερχρεωμένες χώρες, όπως η Ελλάδα, η Ιταλία, η Ισπανία, η Πορτογαλία και -τελευταία- και η Γαλλία, ώστε να τεκμηριώνεται η σταθερά πτωτική τροχιά του χρέους.
Βασικό κριτήριο θα είναι μια οροφή αύξησης δαπανών, ένας «κόφτης», ο οποίος θα συμφωνείται εκ των προτέρων για τα τέσσερα χρόνια και δεν θα αναθεωρείται. Για παράδειγμα, για το 2025 το όριο αύξησης των δαπανών από το 3% που είχε προτείνει η Επιτροπή (χωρίς, όμως, να έχει οριστικοποιηθεί στο Μεσοπρόθεσμο) αυξήθηκε, μετά από διαπραγματεύσεις, στο 3,7%. Το 2026 το όριο θα είναι 3,6%, το 2027 θα είναι 3% και το 2028 θα είναι 3%.
Το καλό του νέου συστήματος είναι ότι το όριο των δαπανών θα είναι το ίδιο, είτε βρίσκεται σε ανάπτυξη είτε βρίσκεται σε στασιμότητα ή σε ύφεση. Επίσης το κριτήριο της οροφής δαπανών δεν θα είναι αυστηρά προσηλωμένο στον στόχο του έτους, αλλά στον στόχο της περιόδου, και εν προκειμένω της τετραετίας. Στην περίπτωση του Μεσοπρόθεσμου, που είναι ήδη έτοιμο, θα συμφωνήσουμε με τις Βρυξέλλες ότι για το 2025-2028 θα αυξήσουμε σωρευτικά τις καθαρές πρωτογενείς δαπάνες κατά 14,8 δισ. ευρώ. Ανεξάρτητα από το αν μία χρονιά ξοδέψουμε λιγότερα και την άλλη περισσότερα, ο λογαριασμός των επιπλέον δαπανών στο τέλος της περιόδου θα πρέπει να είναι μέχρι 14,8 δισ. ευρώ.
Οι δαπάνες
Ως γνωστόν, οι δαπάνες κάθε Προϋπολογισμού είναι στην ουσία η αναδιανομή των φόρων που μπαίνουν στα δημόσια ταμεία. Οι δαπάνες για μισθούς στο Δημόσιο, συντάξεις, επιδόματα, δημόσιες επενδύσεις και φυσικά οι αμυντικές δαπάνες είναι αυτές που αφορούν κυρίως τα όρια δαπανών που έχουμε συμφωνήσει με τις Βρυξέλλες.
Tέλη κυκλοφορίας 2025: Μέχρι 31 Δεκεμβρίου η πληρωμή και η ψηφιακή ακινησία των οχημάτων – Δεν θα δοθεί παράταση
Οι αμυντικές δαπάνες είναι ανελαστικές, με δεδομένο ότι αφορούν ένα εξοπλιστικό πρόγραμμα στο οποίο βασίζεται η τωρινή και μελλοντική άμυνα της χώρας από τον γνωστό επεκτατικό εξ Ανατολών «γείτονα». Ωστόσο θα ξεπεράσουν κατά πολύ το 2% του ΑΕΠ τα επόμενα χρόνια. Μάλιστα η αύξηση των αμυντικών δαπανών από τις φρεγάτες Belharra, τα Rafale και αργότερα τα F-35 θα είναι 850 εκατ. ευρώ για το 2025 και 1,3 δισ. ευρώ για τα χρόνια από το 2026 μέχρι και το 2028.
Πονοκέφαλος θα είναι η δαπάνη για τις συντάξεις. Oχι τόσο από τις θεσμοθετημένες ετήσιες αυξήσεις όσο από τη ροή των νέων συντάξεων, οι οποίες θα απορροφούν περίπου 1 δισ. ευρώ τον χρόνο από τους Κρατικούς Προϋπολογισμούς.
Ωστόσο τα περιθώρια για περισσότερη κοινωνική πολιτική και βελτίωση των εισοδημάτων των δημοσίων υπαλλήλων και των συνταξιούχων και των δικαιούχων κάθε είδους επιδομάτων θα καθορίζονται και από τη λεγόμενη επισκόπηση των δαπανών. Κάθε χρόνο το ΥΠΕΘΟ θα επανεξετάζει τις δαπάνες και θα κόβει ό,τι είναι περιττό ή παρωχημένο. Ετσι θα δημιουργείται περιθώριο (ο λεγόμενος δημοσιονομικός χώρος) για να μπορούν να υιοθετούνται μεγαλύτερες αυξήσεις σε κοινωνικά επιδόματα, μισθούς στο Δημόσιο και τις συντάξεις.
Προϋπόθεση η καλή πορεία των εσόδων
Οσο και αν ακούγεται περίεργο, με τους νέους κανόνες θα μπορούμε να συνεχίσουμε να μειώνουμε φόρους χωρίς να επηρεάζεται το όριο των δαπανών. Βασική προϋπόθεση είναι η καλή πορεία των εσόδων. Παράδειγμα αποτελεί ο διακανονισμός που έγινε για το 2025 με επιχείρημα τα επιπλέον έσοδα που είχαμε από την αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής. Μέσω της υπέρβασης των εσόδων, που έφτασε για το 8μηνο τα 1,9 δισ. ευρώ, δρομολογήθηκαν μέτρα μείωσης φόρων και εισφορών ύψους περίπου 1 δισ.
Το μυστικό με τους φόρους είναι ότι το Δημόσιο δεν βάζει το χέρι στην τσέπη για να πληρώσει κάτι, αλλά δέχεται να μην πάρει κάποιον φόρο, αφού έχει αντικαταστήσει το συγκεκριμένο έσοδο από άλλη πηγή, εν προκειμένω τα έσοδα από φοροδιαφυγή. Τα έσοδα αυτής της κατηγορίας αναμένεται να φτάσουν τα 2,5 δισ. ευρώ μέχρι και το 2028, κατά δήλωση του υπουργού Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Κωστή Χατζηδάκη.