Οι τρεις αξιολογήσεις που έκαναν από την αρχή του μήνα οι οίκοι SCOPE, DBRS και Moody’s είχαν ένα κοινό χαρακτηριστικό. Και οι τρεις άνοιξαν την πόρτα της αναβάθμισης αναθεωρώντας την αξιολόγηση της οικονομίας από «σταθερή» σε «θετική» αλλά κανείς δεν προχώρησε σε αναβάθμιση. Η Goldman Sachs σε ανάλυσή της στα μέσα της εβδομάδας έκανε την πρόβλεψη ότι η κρίσιμη αναβάθμιση μπορεί να γίνει στις 21 Απριλίου, όταν ο οίκος Standard & Poor’s έχει προγραμματισμένη αξιολόγηση για την ελληνική οικονομία.
Οι οίκοι αξιολόγησης θα περιμένουν να… ψηφίσουν με τον τρόπο τους μετά την ανακήρυξη της νέας κυβέρνησης και αφού έχουν στα χέρια τους τις βασικές κατευθύνσεις της οικονομικής πολιτικής που προτίθεται να εφαρμόσει. Κάθε ένας από αυτούς έχει τα δικά του κριτήρια και τη δική του ανάγνωση για τα βασικά και τα επιμέρους θέματα της ελληνικής οικονομίας. Πρώτο ζητούμενο για όλους είναι η πολιτική σταθερότητα και αμέσως μετά η σταθερότητα της οικονομικής πολιτικής.
Εκπρόσωποι της Moody’s και της Fitch, οι οποίοι άνοιξαν τα χαρτιά τους από το συνέδριο του Οικονομικού Επιμελητηρίου στην Αθήνα, παραδέχθηκαν την πρόοδο της Ελλάδας σε ό,τι αφορά τη δυναμική της οικονομίας, τη μείωση των «κόκκινων» δανείων και τη μείωση χρέους και ελλείμματος. Τόνισαν, όμως, ότι περιμένουν τις πολιτικές εξελίξεις. Τούτο όχι τόσο για το πρώτο κόμμα που θα κερδίσει τις εκλογές ή αν η κυβέρνηση θα είναι αυτοδύναμη ή συνεργασίας όσο στο πόσο σταθερή θα είναι ώστε να εφαρμόσει την οικονομική της πολιτική.
«Παράσημα»
Παρά τη γενική αυτή θεώρηση, οι 13 αναβαθμίσεις της ελληνικής οικονομίας από το 2019 ήρθαν μετά την αύξηση κατά 45 δισ. ευρώ στο ΑΕΠ της χώρας, τη μείωση του χρέους κατά 49% του ΑΕΠ από το 2020 και τη βάσιμη προσδοκία για επίτευξη πρωτογενούς πλεονάσματος στο τέλος του χρόνου.
Σημαντικό ρόλο έπαιξε η έξοδος της Ελλάδας από το καθεστώς ενισχυμένης εποπτείας ύστερα από 12 θετικές αξιολογήσεις, η αποπληρωμή του ΔΝΤ και η απονομή της επενδυτικής βαθμίδας από τις αγορές όταν το καλοκαίρι του 2021 η Ελλάδα δανείστηκε για πρώτη φορά στην ιστορία της με 10ετές ομόλογο με επιτόκιο 0,8%, εξέδωσε 5ετές ομόλογο με μηδενικό κουπόνι ενώ την ίδια περίοδο εξέδωσε ξανά 30ετές ομόλογο με μεγάλη επιτυχία, 9 χρόνια μετά το κούρεμα του PSI.
Τα πεδία βαρύτητας που κάνουν τη διαφορά
Πίσω από τη γενική δήλωση για πολιτική σταθερότητα οι οίκοι αξιολόγησης ψηφίζουν και αυτή τη φορά ένα σχέδιο πέντε σημείων που περιλαμβάνει: Συνεκτικό σχέδιο για τη μείωση του χρέους, περαιτέρω μείωση των «κόκκινων» δανείων, βιώσιμη ανάπτυξη, αξιοποίηση των κοινοτικών πρωτοβουλιών και νέες μεταρρυθμίσεις σε κράτος και οικονομία.
» Βιώσιμο χρέος: Οι οίκοι αξιολόγησης είναι σχετικά πιο ήρεμοι καθώς έχει γίνει καλή προετοιμασία τα προηγμένα χρόνια. Απόδειξη αποτελεί η μείωση κατά 48% του ΑΕΠ, από το 206% το 2020 στο 158% που αναμένεται να φτάσει στο τέλος του χρόνου. Την αίσθηση βιωσιμότητας ενισχύουν οι χαμηλές υποχρεώσεις χρηματοδότησης (κάτω από το 10% του ΑΕΠ για φέτος) και τα πολύ υψηλά ταμειακά διαθέσιμα που ξεπερνούν τα 35 δισ. ευρώ σήμερα. Θετικά αποτιμάται, επίσης, το γεγονός ότι τα 2/3 του συνολικού χρέους, δηλαδή τα 240 από τα συνολικά 357 δισ., βρίσκονται στα χέρια του επίσημου τομέα (κυρίως του EFSF/ESM). Ωστόσο, οι οίκοι περιμένουν να συνεχιστεί η οικονομική υπευθυνότητα των τελευταίων χρόνων που επέτρεψε να δοθούν πάνω από 50 δισ. ευρώ για τη στήριξη της οικονομίας με σημαντική υποχώρηση του δημοσίου χρέους.
» «Κόκκινα» δάνεια: Πηγή ανησυχίας είναι τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια. Ενα από τα βασικά σημεία της κάθε αξιολόγησης είναι η πορεία των «κόκκινων» δανείων, τα οποία η Ελλάδα κατάφερε να μειώσει από το 44% του συνόλου το 2019 στο 9,8% στο τέλος του 2022 και με προοπτική περαιτέρω μείωσης στο 5% μέχρι και το τέλος του 2023.
Οι οίκοι αξιολόγησης περιμένουν να δουν την ανθεκτικότητα τόσο των ελληνικών τραπεζών όσο και των δανειοληπτών στις διαδοχικές αυξήσεις επιτοκίων από την ΕΚΤ, η οποία σύμφωνα με εκτιμήσεις δεν αναμένεται να σταματήσει τις αυξήσεις πριν τα επιτόκια του ευρώ φτάσουν στο 4,75% ή ακόμη και στο 5%. Τούτο, με δεδομένο ότι τόσο οι Βρυξέλλες όσο και η ΤτΕ έχουν προβλέψει ένα νέο κύμα, έστω περιορισμένο, από «κόκκινα» δάνεια. Οι οίκοι ψηφίζουν περαιτέρω μείωση των δανείων στον μέσο όρο της Ε.Ε. που είναι περίπου 1,7% για το σύνολο των δανείων σήμερα, αλλά και εκκαθάριση των «κόκκινων» δανείων ύψους 50 δισ. που έχουν τιτλοποιηθεί μεν, αλλά επιβαρύνουν την οικονομία και εμποδίζουν νέες χρηματοδοτήσεις.
» Κοινοτικές πρωτοβουλίες, ανάπτυξη, μεταρρυθμίσεις: Το σχέδιο για την ανάπτυξη περιλαμβάνει και την αξιοποίηση σημαντικών κοινοτικών πρωτοβουλιών όπως το Ταμείο Ανάπτυξης και το ΕΣΠΑ που θα δώσουν επενδύσεις ύψους περίπου 100 δισ. ευρώ στην οικονομία έως το τέλος της 10ετίας.
Μέσα από τις επενδύσεις αυτές οι οίκοι θέλουν να δουν τη νέα κυβέρνηση να δείχνει τον ίδιο ζήλο για την ψηφιοποίηση του κράτους, την «πράσινη» και την ψηφιακή μετάβαση της οικονομίας αλλά και τον εκσυγχρονισμό, τη μεγέθυνση και την εξωστρέφεια των επιχειρήσεων ώστε να αναστραφεί η τάση της αύξησης των ελλείμματος στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών.
Βασικό θέμα είναι, εκτός από την ψηφιοποίηση, η βελτίωση του χρόνου και του κόστους που ανταποκρίνεται το Δημόσιο (κυρίως ο τομέας της Δικαιοσύνης) στα αιτήματα των πολιτών ώστε η Ελλάδα να γίνει ακόμη πιο ελκυστικός προορισμός επενδύσεων.
» Ανεργία: Οι οίκοι αξιολόγησης θέλουν να δουν την ανεργία να επιστρέφει σε μονοψήφια ποσοστά, με αύξηση του ποσοστού συμμετοχής στην αγορά εργασίας νέων και γυναικών. Η σημασία της μείωσης της ανεργίας και της αύξησης της απασχόλησης συνδέεται με τη βιωσιμότητα του ασφαλιστικού συστήματος αλλά και του συστήματος υγείας, τα οποία με τη σειρά τους συνδέονται και με τη βιωσιμότητα του χρέους.
Ειδήσεις σήμερα
Εκλογές 2023: Πώς αναλύουν στο Μαξίμου τις δημοσκοπήσεις – Ο Κυριάκος Μητσοτάκης το ισχυρό χαρτί