Το επόμενο ερώτημα είναι τι σημαίνει αυτή η αύξηση για τους δανειολήπτες. Με «δύο λόγια», θα αυξηθούν τα επιτόκια σε όλα τα νέα δάνεια, ενώ στα παλαιά αυτό εξαρτάται από το εάν είναι κυμαινόμενο ή σταθερό, ενώ η αύξηση του συνολικού κόστους για το δανειολήπτη έχει να κάνει και με τη διάρκεια αποπληρωμής που απομένει. Οσο περισσότεροι οι μήνες ή τα χρόνια μέχρι την αποπληρωμή τόσο θα ανέβει και το κόστος για το δανειολήπτη. Δεδομένου ότι υπάρχουν πολλοί αστερίσκοι και εξαιρέσεις, θα χρειαστούν περισσότερα από «δύο λόγια»…
Τι αλλάζει
Οι σημαντικότερες επιπτώσεις που καταγράφουν οι σχετικές αναλύσεις των τραπεζών προβλέπουν ότι το πρώτο κύμα από τις αποφάσεις της ΕΚΤ θα φέρει αύξηση των επιτοκίων στα δάνεια ακόμα και αυτών με κυμαινόμενο επιτόκιο που είχαν ως όρο να μη λαμβάνεται υπόψη η αρνητική τιμή του Euribor γιατί για διάρκειες 3 μηνών είναι ήδη θετικό. Οι επιπτώσεις αφορούν κυρίως στα δάνεια με κυμαινόμενο επιτόκιο. Μικρότερη επιβάρυνση θα έχουν τα παλαιότερα στεγαστικά δάνεια που εκταμιεύτηκαν προ του 2010 και καθώς βρίσκονται κοντά στην αποπληρωμή τους οι περισσότεροι τόκοι έχουν ήδη πληρωθεί και απομένει σχεδόν καθαρό κεφάλαιο. Εδώ δεν πρόκειται να υπάρξουν αυξήσεις στις μηνιαίες δόσεις.
Η αύξηση των επιτοκίων επηρεάζει και νέα δάνεια άσχετα με το αν είναι σταθερού ή κυμαινόμενου επιτοκίου, καθώς τα προσφερόμενα επιτόκια θα αυξηθούν, με αποτέλεσμα ο δανεισμός να γίνει ακριβότερος. Ειδικότερα, στα δάνεια με σταθερό επιτόκιο, αυτό διαμορφώνεται με βάση τις αποδόσεις των ομολόγων, επειδή οι τράπεζες χρησιμοποιούν swap για να εξασφαλίσουν το κόστος, όταν τα δάνεια έχουν αποπληρωμή σε μεγάλη διάρκεια. Για αυτό, όταν αυξάνονται τα επιτόκια, δεν αυξάνεται το κόστος ούτε για τις τράπεζες ούτε για τους δανειολήπτες. Η διαφορά στο επιτόκιο με τα κυμαινόμενου θα φτάσει σύντομα προς το 2,5%. Οι τράπεζες εκτιμούν ότι ακόμα και μέσα στο 2023 το επιτόκιο των στεγαστικών θα φτάσει έως 4,5% για τα κυμαινόμενου και έως 7% για τα σταθερού.
Η ΕΚΤ στις ανακοινώσεις της άφησε ανοιχτό παράθυρο για νέο γύρο αυξήσεων στα επιτόκια, με τους αναλυτές να εκτιμούν ότι δεν αποκλείεται το 2022 να κλείσει με συνολική άνοδο στα βασικά επιτόκια κοντά στο 1%.
Τράπεζες
Τα νέα δεδομένα εκτιμάται ότι θα φέρουν αύξηση των εσόδων από επιτόκια για τις τράπεζες κατά περίπου 300 εκατ. ευρώ το χρόνο. Παράλληλα αναμένεται σχεδόν μηδενική αύξηση των επιτοκίων καταθέσεων, καθώς αυτή έρχεται με άνοδο των επιτοκίων της ΕΚΤ πάνω από το 0,5%. Αυτό σημαίνει περισσότερα έσοδα για τις τράπεζες από τα χρήματα που δανείζουν, χωρίς παράλληλα να αυξάνεται το κόστος τους σημαντικά από τα επιτόκια που πληρώνουν στους καταθέτες.
Κίνδυνοι
Μία από τις χειρότερες επιπτώσεις της πολιτικής του «ακριβού χρήματος» είναι η αναμενόμενη επιβράδυνση στην πιστωτική επέκταση των τραπεζών, δηλαδή μείωση των νέων δανείων που θα δίνονται λόγω αύξησης του κόστους. Ηδη έχουν μειωθεί τα αιτήματα για νέα στεγαστικά.
Εμμεσες επιπτώσεις είναι ο αυξημένος κίνδυνος νέων κόκκινων δανείων, καθώς αυξάνονται τα ποσά που θα πρέπει να πληρώνουν για τη δόση τους οι δανειολήπτες. Σύμφωνα με τους ειδικούς, εκτιμάται ότι για κάθε 20% μείωσης του διαθέσιμου εισοδήματος, τα κόκκινα δάνεια αυξάνονται έως και 600 εκατ. ευρώ. Ηδη, σύμφωνα με τα στοιχεία που διαθέτουν οι τράπεζες, εκτιμάται ότι το διαθέσιμο εισόδημα έχει μειωθεί κατά περίπου 8%.
ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ
Πώς θα διαμορφωθούν μηνιαίες μηνιαίες καταβολές
Παράδειγμα που δίνουν οι διαμεσολαβητές δανείων είναι οι αλλαγές σε δάνειο 100.000 ευρώ, με αποπληρωμή σε 30 χρόνια. Αν το αρχικό επιτόκιο ήταν 3,75%, η αρχική δόση διαμορφώνεται στα 463 ευρώ. Αν το επιτόκιο αυξηθεί 1%, η μηνιαία δόση θα αυξηθεί ανάλογα με το πόσο ώριμο είναι το δάνειο. Δηλαδή σε τι φάση αποπληρωμής βρίσκεται και σε τι ποσοστό πληρώνονται τόκοι και κεφάλαιο. Οσο πιο νέο είναι ένα δάνειο τόσο περισσότερους τόκους πληρώνουμε, άρα η αύξηση θα είναι μεγαλύτερη. Αν το δάνειο αυτό είχε χορηγηθεί το 2018, η δόση θα αυξηθεί σχεδόν 60 ευρώ, ενώ αν το δάνειο είχε χορηγηθεί το 2012, επειδή είναι πιο ώριμο και άρα με τη δόση πληρώνουμε λιγότερους τόκους, η αύξηση θα είναι κοντά στα 40 ευρώ.
Σε άλλο συνηθισμένο παράδειγμα, μπορούμε να δούμε τη διαφορά ανάμεσα στην αύξηση της μηνιαίας δόσης και στους διαφορετικούς χρόνους αποπληρωμής των δανείων. Για δάνειο 100.000 ευρώ με διάρκεια 15 έτη, συνδεδεμένο με το Euribor 3μήνου και επιτόκιο περίπου 3%, η μηνιαία δόση θα ήταν 697 ευρώ. Με άνοδο 1% θα αυξηθεί κατά 50 ευρώ, στα 747 ευρώ. Αν η διάρκειά του ήταν 20 χρόνια, τότε το επιτόκιο θα ήταν κοντά στο 3,5% και η αρχική δόση θα ήταν 563 ευρώ. Με αύξηση επιτοκίου 1% η μηνιαία δόση θα αυξηθεί κατά 51%, στα 614 ευρώ. Αν το δάνειο είχε διάρκεια 30 χρόνια, τότε το επιτόκιο θα ήταν κοντά στο 4% και η αρχική δόση περίπου 431 ευρώ. Με αύξηση 1% στο επιτόκιο, η δόση θα πάει στα 488 ευρώ, με αύξηση 57 ευρώ. Εκτός από τη μεγαλύτερη αύξηση του ύψους των δόσεων, τα μεγαλύτερης διάρκειας έχουν και περισσότερο αριθμό δόσεων, οπότε αυξάνεται η επιβάρυνση για το δανειολήπτη.
Ειδήσεις σήμερα
Οδοιπορικό του «Ε.Τ.» στην Πεντέλη: «Εμφύλιος» στις γειτονιές για τα οικόπεδα- πυριτιδαποθήκες