Γράφει ο Οικονομολόγος Γιώργος Κουρής
Και όμως, αντί οι έντονες αντιδράσεις να αποτελέσουν ανασχετικό παράγοντα, τα δύο κύρια συμβαλλόμενα μέρη (Γερμανία και Ρωσία) προχώρησαν άμεσα στον σχεδιασμό του δεύτερου αγωγού NordStream 2 που θα διπλασίαζε την ικανότητα μεταφοράς αερίου στη Γερμανία και στην Ευρώπη από 55 δισ. κυβικά μέτρα ετησίως σε 110. Ευτυχώς ο δεύτερος αγωγός, ενώ είναι έτοιμος από το καλοκαίρι του 2021, κάτω από τις αντιδράσεις εντός και εκτός Γερμανίας, έχει αδρανοποιηθεί και δεν λειτουργεί. Από τον Φεβρουάριο δε του 2022 φαίνεται να έχει… ενταφιαστεί επ’ αόριστο. Προ ημερών η Ούρσουλα φον ντε Λάιεν δήλωσε ότι ο NordStream 1 μεταφέρει αέριο κάτω από το ένα τρίτο της δυνατότητάς του. Τα 2/3 των ροών έχουν σταματήσει με πρωτοβουλίες της Gazprom που στοχεύουν στη συνεχή διατήρηση των τιμών αερίου στην Ευρώπη σε δυσθεώρητα ύψη. Ετσι η πώληση του φυσικού αερίου στην Ευρώπη έχει ξεπεράσει τα 300 ευρώ ανά μεγαβατώρα από 20 στις αρχές του 2021, όπως καταγράφεται στην πλατφόρμα TTF του Ρότερνταμ. Η Ρωσία έχει επιτύχει πλέον ένα πολύ σοβαρό πλήγμα στην οικονομία της Ευρώπης με πολύ μεγαλύτερο βέβαια κόστος για τον εαυτό της. Προσπαθεί τώρα να επιτύχει αυτό που δεν έχει κατορθώσει εδώ και επτά μήνες που «κήρυξε» πόλεμο στην Ουκρανία, να κεφαλαιοποιήσει τη δυσφορία των Ευρωπαίων πολιτών προς τις κυβερνήσεις τους, που μεγαλώνει όσο οι κρύοι μήνες του χειμώνα πλησιάζουν.
Λύση οι ΑΠΕ
Το σημερινό αυξανόμενο κόστος των υδρογονανθράκων είναι το αποτέλεσμα μίας αγοράς που λειτουργεί ολιγοπωλιακά. Η πραγματική αλήθεια όμως είναι ακόμη πιο σκληρή γιατί η παραγωγή και η πώληση του πετρελαίου και φυσικού αερίου οδηγούν σε μεγάλα περιθώρια κερδοσκοπίας και πάνω απ’ όλα σε γεωπολιτικές ανακατατάξεις. Το τελευταίο δωδεκάμηνο δυστυχώς ζούμε μια τέτοια κατάσταση όπου όλοι οι καταναλωτές αναρωτιούνται πότε θα τελειώσει το πάρτι που έχουν στήσει οι προμηθευτές υδρογονανθράκων με ηγέτη τον Βλαντιμίρ Πούτιν. Οι αραβικές χώρες, τις οποίες παραδοσιακά επηρεάζουν οι ΗΠΑ, και η Βρετανία έχουν πλέον αυτονομηθεί. Ο ΟΠΕΚ με την defacto διεύρυνση, λόγω της παρόμοιας στρατηγικής που εφαρμόζει η Ρωσία, η οποία σημειωτέον παράγει όσο πετρέλαιο και η Σ. Αραβία, δεν θέλει να αυξήσει την παραγωγή ώστε να πέσουν οι τιμές. Τα οφέλη για τους εξαγωγείς ορυκτών μορφών ενέργειας είναι πλέον τεράστια και πιστεύουν ότι η αποθησαύριση πλούτου και η δύναμη που προκύπτει είναι προτιμότερη από τη μελλοντική ζημιά στα έσοδα που σταδιακά έρχεται με την υποκατάσταση των παραδοσιακών μορφών ενέργειας από τις ανανεώσιμες.
Η Ευρώπη (μαζί με τις άλλες χώρες της Δύσης) προσπαθεί να αδρανοποιήσει το «όπλο» του Πούτιν που είναι η προμήθεια φυσικού αερίου μέσω αγωγών. Γεγονός είναι ότι η δύναμη που δημιουργείται από τα τεράστια ποσά που κερδίζουν οι ενεργειακοί κολοσσοί έχει αλλάξει τον κόσμο, οδηγώντας τόσο σε γεωπολιτικές συγκρούσεις όσο και στην κλιματική αλλαγή. Η έκρηξη, όμως, των τιμών των καυσίμων εμπεριέχει παράλληλα και τον σπόρο της δικής τους κατάρρευσης, ιδιαίτερα επειδή το πράσινο κίνημα γιγαντώνεται. Είναι θέμα χρόνου μέχρις ότου η δύναμη που δίνουν οι υδρογονάνθρακες στους παραγωγούς μειωθεί. Η Ε.Ε. πρωτοστατεί και έχει στόχο να παράγει το 40% με 45% της ηλεκτρικής της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές έως το 2030. Ενας στόχος που μπορεί να επιταχυνθεί όσο οι τιμές των ορυκτών καυσίμων παραμένουν στα σημερινά επίπεδα και κάνουν την επιλογή των εναλλακτικών μορφών ενέργειας φτηνότερη. Το τρέχον σχέδιο, εκτός από τη στήριξη των νοικοκυρών, περιλαμβάνει υποστήριξη για τις βιομηχανίες προκειμένου να αντικαταστήσουν το φυσικό αέριο βραχυπρόθεσμα με βιοαέριο και βιομεθάνιο και μεσοπρόθεσμα με υγρό υδρογόνο. Το πρόγραμμα επένδυσης 210 δισ. ευρώ της Ε.Ε. οδηγεί σε τεράστια αύξηση της παραγωγής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, διπλασιασμό της εγκατεστημένης ισχύς των φωτοβολταϊκών έως το 2025 και διπλασιασμό του ρυθμού εγκατάστασης αντλιών θερμότητας.
Δύσκολη η μετάβαση
Ακόμη και αν υπάρξει κατάπαυση του πυρός στην Ουκρανία και πέσουν οι τιμές αερίου, είναι απίθανο η Ε.Ε. να συνεχίσει τις σημερινές μεγάλες προμήθειες αερίου από τη Ρωσία. Οι ανάγκες την επόμενη τριετία θα καλυφθούν σε μεγάλο βαθμό με εισαγωγές από άλλα κράτη. Μεσοπρόθεσμα θα αναγκαστούν τα νοικοκυριά, το εμπόριο και η βιομηχανία να μειώσουν τις ενεργειακές ανάγκες, όχι μόνο λόγω των κυβερνητικών οδηγιών, αλλά κυρίως επειδή το τεράστιο κόστος της ενέργειας μας αναγκάζει να βρούμε τρόπους αποτροπής της αιμορραγίας στο εισόδημα. Οι αντλίες θερμότητας για παράδειγμα είναι πολύ πιο αποδοτικές από τους λέβητες αερίου στη θέρμανση. Οι κυβερνητικές επιδοτήσεις για τη μετάβαση θα πρέπει να στραφούν και σε αυτή τη λύση.
Συντάξεις Δεκεμβρίου: Πότε μπαίνουν τα χρήματα - Αντίστροφη μέτρηση
Πήρε όμως μια δεκαετία προκειμένου ο μηχανισμός των τιμών στην αγορά να εκτοπίσει το ακριβό καύσιμο. Παράλληλα οι Ευρωπαίοι, όπως και στις περισσότερες χώρες στον κόσμο, είδαν ότι το αέριο είναι φτηνότερο και λιγότερο ρυπογόνο από το πετρέλαιο. Ετσι δημιουργήθηκε και η εξάρτηση από το ρωσικό φυσικό αέριο. Η κατάσταση αυτή πρέπει να αλλάξει ριζικά μέχρι το 2030. Η Ε.Ε. θα πρέπει να δεχτεί ότι οι δύσκολες ημέρες των οικονομικών πιέσεων για όλους τους Ευρωπαίους αρχίζουν από χθες.
Η κάμψη του επιτιθέμενου Πούτιν όμως είναι πολύ δύσκολο να επιτευχθεί όταν τα δισ. εισρέουν. Ο όγκος των ρωσικών εξαγωγών αερίου αυξήθηκε το 2021 σε 227 δισ. κυβικά μέτρα. Εφέτος αναμένεται θεαματική πτώση στις εξαγωγές, κυρίως λόγω της αντίδρασης των ευρωπαϊκών κρατών. Εως και κατά 100 δισ. κυβικά μέτρα μπορεί να είναι η μείωση. Ωστόσο, η δραματική αύξηση της τιμής φέρνει τον Πούτιν σε πλεονεκτική θέση εφόσον τα συνολικά έσοδα από τις πωλήσεις αερίου εκτιμάται ότι θα αυξηθούν το 2022 σχεδόν κατά 130 δισ. ευρώ. Το ενεργειακό πάρτι συνεχίζεται όχι μόνο για αυτόν αλλά και όλους τους «παίκτες» της ενεργειακής αγοράς που έχουν υπερκέρδη. Η κατάσταση αυτή όμως δεν μπορεί να συνεχιστεί για πολύ ακόμα. Μέχρις ότου οι χώρες της Δύσης και ιδιαίτερα η περισσότερο πιεζόμενη Ε.Ε. πάρουν το πάνω χέρι, το επεισόδιο αυτό θα παραμείνει ως η «κλοπή του αιώνα» από τις τσέπες μας στα θησαυροφυλάκια των δικτατόρων και στις τράπεζες των μεγάλων εταιριών παραγωγής υδρογονανθράκων.
Ας αναλογιστούμε…
Χώρες όπως η Σαουδική Αραβία μπορεί να παράγει ένα βαρέλι πετρελαίου με κόστος έως 20 δολάρια, να το πουλήσει για 100 δολάρια και εμείς οι καταναλωτές να τα πληρώνουμε με μόνη διέξοδο να μιλάμε για πιθανή αύξηση της παραγωγής που μπορεί να μας ελαφρύνει λόγω μείωσης της τιμής. Η Ρωσία σήμερα έχει την ίδια ευχέρεια όπως η Σ. Αραβία, με κόστος εξόρυξης 30 δολάρια το βαρέλι. Εχει καταλάβει όμως ότι η χειραγώγηση της προμήθειας φυσικού αερίου προς την Ευρώπη την έχει βάλει στη θέση του οδηγού, με αποτέλεσμα να μπορεί να πολλαπλασιάσει τις ροές δισ. ευρώ στο Κρεμλίνο.
Η συμπεριφορά αυτή βέβαια είναι βαθιά ριζωμένη στο φιλελεύθερο σύστημα των οικονομιών. Από το τέλος του 19ου αιώνα μέχρι το 1960 κυριαρχούσε μια ομάδα εταιριών που ονομάστηκε «διεθνές καρτέλ πετρελαίου», με μέλη τις Exxon, Shell, Chevron, Mobil, Texaco, BP και Gulf. Τότε ιδρύθηκε ο ΟΠΕΚ από τη Σαουδική Αραβία, το Κουβέιτ και άλλους παραγωγούς, που αμφισβήτησαν το καρτέλ, αλλά στην ουσία στόχευαν να αλλάξει χέρια η δύναμη που πηγάζει από την πώληση πετρελαίου. Ετσι πολλαπλασιάστηκαν οι τιμές μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1980. Τώρα οι καταναλωτές αισθάνονται ότι το… μαχαίρι έχει φτάσει στο κόκαλο. Κάθε ημέρα θα πρέπει να μας οδηγεί πιο κοντά στην απεξάρτηση από τους υδρογονάνθρακες της Ρωσίας και απ’ τα ορυκτά καύσιμα γενικότερα. Από μια άποψη οι αυξημένες τιμές καυσίμων οδηγούν στη λύση του τεράστιου προβλήματος. Οσο δεν μειώνονται οι τιμές των καυσίμων τόσο επιταχύνεται η απεξάρτηση.
Η Ελλάδα
Μέσα στην Ε.Ε. είμαστε πιο ισχυροί και μπορούμε να περάσουμε πολιτικές που θα βοηθήσουν τη χώρα μας. Ζούμε το βάρος των δυσθεώρητων τιμών και τις προσπάθειες της κυβέρνησης να τις χαλιναγωγήσει. Οι τιμές ηλεκτρικού είναι στο επίκεντρο εφόσον δεν υπάρχει συσκευή στο σπίτι που να λειτουργεί χωρίς ηλεκτρικό ρεύμα και παραμένουν σε πολύ υψηλά επίπεδα γιατί η ηλεκτροπαραγωγή στηρίζεται στο ακριβό αέριο, στο πετρέλαιο και στον λιγνίτη του οποίου η καύση απαιτεί την πληρωμή μεγάλων προστίμων επειδή ρυπαίνει. Καταργήθηκαν οι χρεώσεις λόγω ρήτρας αναπροσαρμογής, η οποία έδινε την ευχέρεια να εκβιάζονται οι καταναλωτές. Τελικά ο κρατικός προϋπολογισμός πληρώνει τις αυξήσεις στο ηλεκτρικό για ένα δωδεκάμηνο εφόσον το επιτρέπουν τα δημοσιονομικά περιθώρια και έτσι έως το καλοκαίρι του 2023 δεν θα πέσει το βάρος των αυξήσεων στις πλάτες των καταναλωτών. Μετά θα ισχύσει το γνωστό «βλέποντας και κάνοντας».
Πόσο ακόμη μπορούμε να ανεχτούμε αυτή την ίσως τελευταία ενεργειακή κρίση; Ολοι πληρώνουμε τον λογαριασμό στον κάθε Πούτιν μέσω των μειωμένων αποταμιεύσεών μας, εάν υπάρχουν. Αλλά γνωρίζουμε ότι εκτός από το χρηματικό κόστος αυξάνονται τα ακραία καιρικά φαινόμενα λόγω της υπερθέρμανσης του πλανήτη. Είναι ώρα, λοιπόν, να τελειώνουμε με τα ολιγοπώλια στην ενέργεια.